Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018

από την Κλίμακα

Ο δαίμονας της απελπισίας χαίρεται όταν πληθαίνει η κακίαΑντίθετα, ο δαίμονας της κενοδοξίας χαίρεται όταν πληθαίνει η αρετήΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ – ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ, ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, 3, http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/climax/21.htm εμεις ούτε απελπιζόμεθα ούτε κενοδοξουμε αλλά αγωνιζόμεθα!

1, 38. Μερικοὶ κοσμικοὶ ποὺ ζοῦσαν ἀμελῶς μὲ ἐρώτησαν: «Πῶς μποροῦμε ἐμεῖς ποὺ ζοῦμε μὲ συζύγους καὶ εἴμαστε περικυκλωμένοι μὲ τόσες κοινωνικὲς ὑποχρεώσεις ν᾿ ἀκολουθήσωμε τὴν μοναχικὴ ζωή»; Καὶ τοὺς ἀπήντησα: «Ὅσα καλὰ μπορεῖτε, νὰ τὰ κάνετε, κανένα νὰ μὴ περιγελάσετε, κανένα νὰ μὴ κλέψετε, σὲ κανένα νὰ μὴν εἰπῆτε ψέματα, κανένα νὰ μὴ περιφρονήσετε, κανένα νὰ μὴ μισήσετε. Νὰ μὴ παραλείπετε τὸν ἐκκλησιασμό, νὰ δείχνετε συμπόνια στοὺς πτωχούς, κανένα νὰ μὴ σκανδαλίσετε. Σὲ ξένο πράγμα καὶ σὲ ξένη γυναίκα νὰ μὴν πλησιάσετε. Ἀρκεσθῆτε στὴν ἰδική σας γυναίκα (πρβλ. Λουκ. γ´ 14). Ἐὰν ζῆτε ἔτσι, «οὐ μακρὰν ἔστε τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν» (Μαρκ. ιβ´ 34).



37. Ἤκουσά τινων ἐν κόσμῳ ἀμελῶς διακειμένων, εἰρηκότων πρός με· Πῶς δυνάμεθα ὁμοζύγῳ συζῶντες, καὶ δημοσίαις φροντίσι περικείμενοι τὸν μοναδικὸν βίον μετελθεῖν; Πρὸς οὓς ἀπεκρίθημεν. Πάντα ὅσα δύνασθε ποιεῖν ἀγαθὰ, ποιήσατε· μηδένα λοιδορήσητε· μηδένα κλέψητε· μηδενὶ ψεύσησθε· μηδενὸς κατεπερθῆτε [κατεπαρθῆτε]· μηδένα μισήσητε· τῶν συνάξεων μὴ χωρίζησθε· τοῖς δεομένοις συμπαθήσατε· μηδένα σκανδαλίσητε· ἀλλοτρίᾳ μερίδι μὴ προσεγγίσητε· καὶ ἀρκεῖσθε τοῖς ὀψωνίοις τῶν γυναικῶν ὑμῶν. Ἐὰν οὕτως ποιήσητε, οὐ μακρὰν (641.) ἔσεσθε τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.

Some people living carelessly in the world have asked me: ‘We have wives and are beset with social cares, and how can we lead the solitary life?’ I replied to them: ‘Do all the good you can; do not speak evil of anyone; do not steal from anyone; do not lie to anyone; do not be arrogant towards anyone; do not hate any one; be sure you go to church; be compassionate to the needy; do not offend anyone; do not wreck another man’s domestic happiness;3 and be content with what your own wives can give you. If you behave in this way you will not be far from the Kingdom of Heaven.’

ΛΟΓΟΣ ΤΡΙΤΟΣ, Περί ξενιτείας, 
5. Δὲν ἀπαιτεῖται ἀπὸ ὅλους μας νὰ σώσωμε τοὺς ἄλλους. Διότι λέγει ὁ θεῖος Ἀπόστολος: «Ἄρα οὖν ἕκαστος ἡμῶν, ἀδελφοί, περὶ ἑαυτοῦ δώσει λόγον τῷ Θεῷ» (Ρωμ. ιδ´ 12). Καὶ πάλι λέγει: «Ὁ διδάσκων ἕτερον, σεαυτὸν οὐ διδάσκεις;» (Ρωμ. β´ 21). Ἐνῷ ὁπωσδήποτε ὅλοι ἔχομε χρέος νὰ σώσωμε τὸν ἑαυτό μας.
Not all of us are required to save others. The divine Apostle says: ‘Each one of us shall give account of himself to God.
’Ἄλλους μὲν σῶσαι οὐ πάντες ἀπαιτούμεθα. Φησὶ γὰρ ὁ θεῖος Ἀπόστολος· Ἆρα οὖν ἕκαστος ἡμῶν ἀδελφοὶ, περὶ ἑαυτοῦ λόγον δώσει τῷ Θεῷ. 

ΛΟΓΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ, Περὶ ὑπακοῆς7. Ὅταν πρόκειται νὰ κλίνωμε τὸν αὐχένα μας στὸν Κύριον, καὶ νὰ ἐμπιστευθοῦμε τὸν ἑαυτόν μας σὲ ἄλλον, μὲ λογισμὸ ταπεινοφροσύνης καὶ μὲ κύριο σκοπὸ νὰ ἐξασφαλίσωμε τὴν σωτηρία μας, πρὶν ἀπὸ τὴν εἴσοδό μας στὴν ζωὴ τῆς ὑπακοῆς, ἂν τυχὸν διαθέτωμε κάποια πονηρία καὶ σύνεσι, ἂς ἐξετάσωμε ἐρευνητικὰ καὶ -ἂς τὸ πῶ ἔτσι- ἂς δοκιμάσωμε τὸν κυβερνήτη. Γιὰ νὰ μὴν πέσωμε σὲ ναύτη ἀντὶ σὲ κυβερνήτη, σὲ ἀσθενῆ ἀντὶ σὲ ἰατρό, σὲ ἐμπαθῆ ἀντὶ σὲ ἀπαθῆ, σὲ πέλαγος ἀντὶ σὲ λιμάνι, καὶ ἔτσι προξενήσωμε στὸν ἑαυτό μας βέβαιο ναυάγιο.

When motives of humility and real longing for salvation decide us to bend our neck and entrust ourselves to another in the Lord, before entering upon this life, if there is any vice and pride in us, we ought first to question and examine, and even, so to speak, test our helmsman, so as not to mistake the sailor for the pilot, a sick man for a doctor, a passionate for a dispassionate man, the sea for a harbour, and so bring about the speedy shipwreck of our soul.

Μέλλοντες ἐν Κυρίῳ τὸν ἑαυτῶν αὐχένα κλίνειν, σκοπῷ μὲν καὶ λόγῳ ταπεινοφροσύνης, καὶ κυρίως τὴν ἡμῶν σωτηρίαν ἑτέρῳ, ἐν Κυρίῳ πιστεύειν· πρὸ μὲν τῆς εἰσόδου, εἴπερ τις πονηρία, καὶ φρόνησις παρ᾿ ἡμῖν τυγχάνει, τὸν κυβερνήτην ἀνακρίνωμεν, καὶ ἐξετάσωμεν, καὶ, ἵν᾿ οὕτως εἴπω, πειράσωμεν, ἵνα μὴ τῷ ναύτῃ ὡς κυβερνήτῃ, καὶ τῷ νοσοῦντι ὡς ἰατρῷ, καὶ τῷ ἐμπαθεῖ ὡς ἀπαθεῖ, καὶ τῷ πελάγει ὡς λιμένι περιπεσόντες, ἕτοιμον ἑαυτῆς εὑρήσωμεν ναυάγιον. 

Κλιμαξ 4, 41. Ἐκεῖνος ποὺ στὶς συζητήσεις ἐπιθυμεῖ νὰ ἐπιβάλλη τὴν γνώμη του, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ὀρθή, ἂς γνωρίζη ὅτι νοσεῖ ἀπὸ τὴν νόσο τοῦ διαβόλου, (δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια). Καὶ ἐὰν μὲν αὐτὸ γίνεται στὶς συζητήσεις μὲ ἴσους, ἴσως νὰ θεραπευθῇ κάποτε μὲ τὴν ἐπίπληξι τῶν μεγαλυτέρων. Ἐὰν ὅμως μὲ μεγαλυτέρους ἢ πιὸ σοφούς, τότε τὸ πάθος τοῦ εἶναι ἀνθρωπίνως ἀθεράπευτο.
48. He whose will and desire in conversation is to establish his own opinion, even though what he says is true, should recognize that he is sick with the devil’s disease. And if he behaves like this only in conversation with his equals, then perhaps the rebuke of his superiors may heal him. But if he acts in this way even with those who are greater and wiser than he, then his malady is humanly incurable. 

ΛΟΓΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ, Περὶ ὑπακοῆς 67. Μὴ φεύγης ἀπὸ τὰ χέρια ἐκείνου ποὺ σὲ προσέφερε στὸν Κύριον. Καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴν ζωή σου κανέναν ἄλλο νὰ μὴ σεβασθῆς ὅπως αὐτόν.






8. Χαίρει Ἰουδαῖος Σαββάτῳ καὶ ἑορτῇ· μοναχὸς γαστρίμαργος Σαββάτῳ καὶ Κυριακῇ· πρὸ χρόνου τὸ Πάσχα ψηφίζει, καὶ πρὸ ἡμερῶν τὰ ἐδέσματα εὐτρεπίζει. Ψηφίζει κοιλιόδουλος ἐν ποίοις βρώμασιν ἑορτάσει· ὁ δὲ θεόδουλος ἐν ποίοις χαρίσμασιν πλουτήσει.

7. The Jew rejoices on Sabbaths and feast days; and a monk who is a glutton on Saturdays and Sundays. He counts beforehand the days till Easter, and he prepares the food for it several days in advance. The slave of his belly calculates with what dishes he will celebrate the feast, but the servant of God considers with what graces he may be enriched.
4. Χαίρεται ὁ Ἰουδαῖος τὸ Σάββατο ἢ τὶς ἑορτές, καὶ ὁ γαστρίμαργος μοναχὸς τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή. Ἀπὸ καιρὸ ὑπολογίζει τὸ Πάσχα καὶ ἀπὸ πολλὲς ἡμέρες ἑτοιμάζει τὰ φαγητά. Ὁ δοῦλος τῆς κοιλίας σκέπτεται μὲ τί εἴδους φαγητὰ θὰ ἑορτάση, ὁ δὲ δοῦλος τοῦ Θεοῦ μὲ τί χαρίσματα θὰ πλουτήση. 





Κλιμαξ, Λόγος εις τον Ποιμένα, 86. Ἐξέτασε μήπως ἰδῆς δένδρα, τὰ ὁποῖα στὸν ἰδικό σου ἀγρὸ πιάνουν ἄδικα τὸν τόπο, ἐνῷ μποροῦν ἴσως νὰ καρποφορήσουν σὲ ἄλλο. Αὐτὰ μὴν ἀμελήσης νὰ τὰ συμβουλεύσης μὲ ἀγάπη νὰ ἀποσπασθοῦν ἀπὸ τὸν ἰδικό σου ἀγρὸ καὶ νὰ μεταφυτευθοῦν ἀλλοῦ.
7, 26. Σὲ ὅσους πενθοῦν δὲν ἁρμόζει νὰ θεολογοῦν, διότι ἡ θεολογία συνήθως διασκορπίζει τὸ πένθος τους. Ἐπειδὴ ἐκεῖνος ποὺ θεολογεῖ εἶναι σὰν νὰ κάθεται σὲ διδασκαλικὸ θρόνο, ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ πενθεῖ «ἐπὶ κοπρίας καὶ σάκκου». Καὶ αὐτὸ νομίζω ὅτι ἐννοοῦσε ὁ Δαβίδ, ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ σοφὸς καὶ διδάσκαλος, ὅταν θρηνοῦσε γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, ἀπαντοῦσε σ᾿ ἐκείνους ποὺ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ ψάλη: «Πῶς ᾄσομαι τὴν ᾠδὴν Κυρίου ἐπὶ γῆς ἀλλοτρίας; δηλαδὴ στὴν γῆ τῆς ἐμπαθείας;» (πρβλ. Ψαλμ. ρλστ´ 4).

(27). Οὐχ ἁρμόζει πενθοῦσι θεολογία· διαλύειν γὰρ αὐτῶν τὸ πένθος πέφυκεν. Ὁ μὲν γὰρ τῷ ἐπὶ θρόνου καθημένῳ διδασκαλικῷ ἔοικεν· ὁ δὲ, τῷ ἐπὶ κοπρίας καὶ σάκκου διατρίβοντι. Καὶ τοῦτό ἐστιν, ὡς οἶμαι, ὅπερ καὶ Δαυΐδ, εἰ καὶ διδάσκαλος καὶ σοφὸς ὑπῆρχεν, ἡνίκα ἐπένθει, πρὸς τοὺς ἐρωτῶντας ἀπεκρίνατο· Πῶς ᾄσω τὴν ᾠδὴν Κυρίου ἐπὶ γῆς ἀλλοτρίας; ἤγουν, ἐμπαθείας.
(24). Theology will not suit mourners, for it is of a nature to dissolve their mourning. For the theologian is like one who sits in a teacher’s seat, whereas the mourner is like one who spends his days on a dung heap and in rags. That is why David, so I think, although he was a teacher and was wise, replied to those who questioned him when he was mourning: ‘How shall I sing the Lord’s song in a strange land?‘2 —that is to say, the land of passions.

Κλιμαξ 7,34. Ὁ περὶ τῶν δακρύων λόγος ἀπὸ πολλοὺς Πατέρες χαρακτηρίζεται ἀσαφὴς κάπως, σκοτεινὸς καὶ δυσερμήνευτος, καὶ μάλιστα ὅταν πρόκειται γιὰ δάκρυα τῶν ἀρχαρίων. Πολλὲς καὶ διάφορες, λέγουν, εἶναι οἱ αἰτίες ποὺ τὰ γεννοῦν. Προέρχονται δηλαδή, ἀπὸ τὴν ἰδιοσυγκρασία, ἀπὸ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ θλίψι δαιμονική, ἀπὸ θλίψι θεάρεστη, ἀπὸ κενοδοξία, ἀπὸ πορνεία, ἀπὸ ἀγάπη, ἀπὸ μνήμη θανάτου καὶ ἀπὸ πολλὰ ἄλλα.

(32). Many of the Fathers say that the question of tears, especially in the case of beginners, is an obscure matter and hard to ascertain, as tears are born in many different ways. For instance, there are tears from nature, from God, from adverse suffering, from praise worthy suffering, from vainglory, from licentiousness, from love, from the remembrance of death, and from many other causes.

Ὁ περὶ τῶν δακρύων λόγος παρὰ πολλοῖς τῶν Πατέρων σκοτεινός τις καὶ δυσεύρετος, ἐν τοῖς εἰσαγωγικοῖς μάλιστα εἶναι ὁρίζεται, καὶ ἐκ πολλῶν καὶ διαφόρων τρόπων ταῦτα τίκτεσθαι. Λέγω δὴ ἐκ φύσεως, ἐκ Θεοῦ, ἐκ θλίψεως ἐναντίας· ἐξ ἐπαινουμένης, ἐκ κενοδοξίας, ἐκ πορνείας, ἐξ ἀγάπης, ἐκ μνήμης θανάτου, καὶ ἑτέρων πολλῶν·

  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ευπρεπως...