Καλύμνικα κάλαντα του Λαζάρου
(Ἐβγᾶτε σᾶς παρακαλοῦμε, γιά νά σᾶς διηγηθοῦμε,
γιά νά μάθετε τί ἐγίνει, σήμερα στήν Παλαιστίνη.)
Εἰς τήν πόλη Βηθανία, Μάρθα κλαίει καί Μαρία,
Λάζαρο τόν ἀδερφό τους, τόν γλυκύ καί καρδιακό τους.
Τόν μοιρολογοῦν καί κλαῖνε, τόν μοιρολογοῦν καί λένε,
τρεῖς ἡμέρες τόν θρηνοῦσαν, καί τόν ἐμοιρολογοῦσαν.
Τήν ἡμέρα τήν τετάρτη, κίνησε ὁ Χριστός γιά νά ’ρθει,
καί ἐβγῆκε ἡ Μαρία, ἔξω ἀπό τήν Βηθανία.
Καί ἐμπρός Του γόνυ κλίνει, καί τούς πόδας Του φιλήνει,
ἄν ἐδῶ ἤσουν Χριστέ μου, δέν θ’ ἀπέθνησκε ὁ ἀδελφός μου.
(Μά καί τώρα ἐγώ πιστεύω, καί καλότατα ἠξεύρω,
ὅτι δύνασ’ ἄν θελήσεις, καί νεκρούς νά ἀναστήσεις!)
Χαῖρε πίστευε Μαρία, ἄγωμεν εἰς τά μνημεῖα,
τότε ὁ Χριστός δακρύζει, καί τόν Ἅδη φοβερίζει.
Ἅδη Τάρταρε καί Χάρο, Λάζαρο θέ νά σοῦ πάρω,
δεῦρο ἔξω Λάζαρέ μου, φίλε καί ἀγαπητέ μου.
Παρευθύς ἀπό τόν Ἅδη, ὡς ἐξαίσιο σημάδι,
Λάζαρος ἀπελυτρώθη, ἀνεστήθη κι ἐσηκώθη.
(Καί εὐθύς ἀπολυτρώθη, ἀνεστήθη καί ἐσηκώθη,
Λάζαρος σαβανωμένος, καί μέ τό κερί ζωσμένος.
Τότε ἡ Μάρθα κι ἡ Μαρία, τότε ὅλη ἡ Βηθανία,
Δόξα τῷ Θεῷ φωνάζουν, καί τόν Λάζαρο ξετάζουν.)
Λάζαρε πές μας τί εἶδες, εἰς τόν Ἅδη πού ἐπῆγες,
εἶδα φόβους εἶδα τρόμους, εἶδα βάσανα καί πόνους.
(Δῶστε μου λίγο νεράκι, νά ξεπλύνω τό φαρμάκι,
τῆς καρδιᾶς μου τῶν χειλέων, καί μή μέ ρωτᾶτε πλέον.)
ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
“Πού’ σουν Λάζαρε
πού ήταν η φωνή σου
που σε γύρευε η μάνα κι η αδερφή σου;
Ήμουνα στη γη
στη γη χωμένος
κι από τους νεκρούς,
νεκρούς κι αποθαμένος.
Δώστε μου λίγο, λιγό νεράκι.
να ξεπλύνω της καρδιάς μου το φαρμάκι.
Δώστε μας αυγά, αυγά να σας τα πούμε
κι οι κοτούλες σας πολλά, πολλά γεννούνε.
Βάγια βάγια των βαγιών
τρώνε ψάρια και κολιό
και την άλλη Κυριακή
ψήνουν το παχύ τ’ αρνί”
πού ήταν η φωνή σου
που σε γύρευε η μάνα κι η αδερφή σου;
Ήμουνα στη γη
στη γη χωμένος
κι από τους νεκρούς,
νεκρούς κι αποθαμένος.
Δώστε μου λίγο, λιγό νεράκι.
να ξεπλύνω της καρδιάς μου το φαρμάκι.
Δώστε μας αυγά, αυγά να σας τα πούμε
κι οι κοτούλες σας πολλά, πολλά γεννούνε.
Βάγια βάγια των βαγιών
τρώνε ψάρια και κολιό
και την άλλη Κυριακή
ψήνουν το παχύ τ’ αρνί”
ΚΑΛΑΝΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
Βάγια ,Βάγια και Βαγιώ,
Τρώνε ψάρι και κολιό.
Και την άλλη Κυριακή,
Τρώνε το παχύ τ’αρνί .
Σήκω νοικοκυρά,
να μας δώσεις πέντ΄αυγά,
πέντε κουλουράκια
και του Μάη λουλουδάκια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ευπρεπως...