Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2019

ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΟΝ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΩΝ ΧΟΡΟΣΤΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΑ





ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΩΝ


ΧΟΡΟΣΤΑΣΙΩΝ


ΚΑΙ  ΑΛΛΑ


ΕΚ  ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ   ΙΩΑΝΝΙΔΗ
ΑΡΧΟΝΤΟΣ   ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΟΥ

ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΟΝ  
ΙΕΡΩΝ  AΡΧΙΕΡΑΤΙΚΩΝ  ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ

1)  ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ


           Την  προκαθορισμένην  ώραν, αφικνείται  προ του Ναού, ο μέλ-λων  χοροστατήσαι Αρχιερεύς, φέρων  Εγκόλπιον, Σταυρόν, Επανωκα-λύμμαυχον  και Ράβδον.
   Τούτον  υποδέχονται  ιστάμενοι κατ’ αντιστοιχίαν  των Οφφικίων και των πρεσβειών  Ιερωσύνης αυτών οι Ιερείς, φέροντες  τα διάσημα αυ-τών και οι Διάκονοι. Εξ  αυτών, οι μεν Αρχιμανδρίται φέρουν Επα-νωκαλύμμαυχον  και Σταυρόν, οι δε Ιερομόναχοι Επανωκαλύμμαυχον και οι  Πρωτοπρεσβύτεροι Σταυρόν.
   Προηγούνται  οι Αρχιμανδρίται,  έπονται οι Ιερομόναχοι,  ακολου-θούν οι Πρωτοπρεσβύτεροι,  κατόπιν οι λοιποί Πρεσβύτεροι Οφφι-κιούχοι  και τέλος, οι υπόλοιποι Ιερείς, κατά την σειράν  των πρε-σβειών της Ιερωσύνης των. Τελευταίοι, παρατάσσονται  οι Διάκονοι. Όλοι αυτοί, εις παράταξιν δύο σειρών. Η κεφαλή  των σειρών, ευρί-σκεται πλησίον του ερχομένου Αρχιερέως, ενώ το  τέλος, πλησίον του Νάρθηκος.
                           
                                      ΔΙΑΤΑΞΙΣ  ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ


ΝΑΡΘΗΞ


ΔΙΑΚΟΝΟΣ                      ΔΙΑΚΟΝΟΣ
ΙΕΡΕΥΣ                             ΙΕΡΕΥΣ
Β΄. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ              Α΄. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ
Β΄. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ              Α΄. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
Β΄. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ               Α΄. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ


ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ


Β΄. ΔΙΑΚΟΝΟΣ                   ΑΡΧΙΔΙΑΚΟΝΟΣ


    Εκ  των παρατεταγμένων  ως το ανωτέρω σχήμα  Κληρικών, ο β΄. Διάκονος,  κρατεί ανά χείρας τον Μανδύαν  και ο α΄. τη Τάξει Αρχι-μανδρίτης,  την Ποιμαντορικήν Ράβδον.  
   Η  Τάξις  αυτή, προϋποθέτει  οπωσδήποτε την πρό  της αφίξεως του  
Αρχιερέως,   μεταφοράν της   Ποιμαντικής Ράβδου   και του Μανδύου,  
εις  τον Ιερόν  Ναόν.
   Όπου  τούτο   καθίσταται  εφικτόν, ο συνοδεύων  τον Αρχιερέα Αρχι-
διάκονος,  σπεύδων, παραδίδει   την μέν Ράβδον εις τον  Α΄. τη τάξει  
Ιερέα,  ο ίδιος  δέ, μή υπάρχοντος  Β΄. Διακόνου, κρατεί  εις τας χεί-ρας του τον  Μανδύαν.  
   Του  Αρχιερέως  ερχομένου δέ  τον Νάρθηκα του  Ναού, κρούονται οι  κώδωνες πανηγυρικώς και  οι αναμένοντες Ιερείς και  Διάκονοι, ποι-ούσι σχήμα τω  Αρχιερεί και ασπάζονται την Δεξιάν  του. Μετά δέ τον ασπασμόν, επανέρχονται  άπαντες, εις την ιδίαν αυτού θέσιν.  


ΕΙΣΟΔΟΣ  ΕΝ ΤΩ ΝΑΩ  ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΙΑ


     Περατωθείσης  της υποδοχής,  εισέρχονται άπαντες  εις τον Ιερόν Ναόν,  ως κάτωθι :
   Οι  παρατεταγμένοι  Ιερείς και Διάκονοι,  κατόπιν σχετικού νεύματος
του  Αρχιερέως,  στρέφονται πρός  τον Ναόν και άρχονται  βαδίζοντες ηρέμως και βραδέως,  πρός το εσωτερικόν του Ναού, ανά  δύο.
   Πρώτοι,  εισέρχονται  οι Ιερείς, κατά  την αντίστροφον πρός  τα Οφ-φίκια αυτών σειράν.  Έπονται οι Αρχιμανδρίται και  τέλος ο Αρχιε-ρεύς, ακολουθούμενος  υπό του Αρχιδιακόνου και του β΄. τη  Τάξει Διακόνου, όστις απόντος Υποδιακόνου  ή απλού Ιερόπαιδος, κρατεί εις απόστασιν, την  ώαν του Μανδύου.
  Εις  περίπτωσιν  συμμετεχόντων  πλειόνων Διακόνων  των δύο, οι πλε-ονάζοντες,  εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον,  συμφώνως τη Πατρι-αρχική Τάξει, έπονται  του Πατριάρχου. Εις την Ελλαδικήν Εκκλη-σίαν,  εισέρχονται εις τον Ναόν, προπορευόμενοι των Ιερέων,  προη-γουμένων των νεωτέρων.
   Ευθύς  άμα τη  εισόδω του  Αρχιερέως εις  τον Ναόν, προσφέρεται  υπό τινος Αναγνώστου εντός  ηυπρεπισμένου δίσκου, κηρίον εκ  καθα-ρού κηρού μελίσσης, όπερ ούτος  ανάπτει και τοποθετεί εις το κηρο-στάσιον,  ασπαζόμενος την Ιεράν Εικόνα του Εορταζομένου  Αγίου.
    Είτα  επανέρχεται  εις την θέσιν  του εις τον κεντρικόν  διάδρομον και κινείται με  αργόν ρυθμόν, προς το κέντρον  του Ναού.
    Καθ’  ήν ώραν  εισέρχονται  άπαντες εις τον  Ναόν, οι Ιεροψάλται  ίστανται σιωπηλοί κάτωθι  των στασιδίων των, φέροντες  ράσον και αναμένουν. Αφικνουμένων  πάντων εις τον Σολέα, οι μέν Ιερείς  και Διάκονοι, παρατάσσονται ένθεν κακείθεν  αυτού, με μέτωπον προς το κέντρον, ο δε μέλλων  χοροσταστήσαι Αρχιερεύς, ίσταται εις το κέν-τρον ( ως  τω κάτωθι σχήμα ), κάτωθεν του πολυελέου, πατών επί του  Δικεφάλου, με μέτωπον προς το Ιερόν Βήμα, ενώπιον του   οποίου, ποιεί σχήμα και τρίς το σημείον του Σταυρού.


                               ΔΙΑΚΟΝΟΣ                                                      ΔΙΑΚΟΝΟΣ
      Β΄.                        ΙΕΡΕΥΣ                                         ΙΕΡΕΥΣ Α΄.
ΧΟΡΟΣ          Β΄. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ                                        Α΄. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ ΧΟΡΟΣ                                                                    
                  Β΄. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ                        Α΄. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
                      Β΄. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ                                   Α΄. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ


                                                ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ


                                            Β΄. ΔΙΑΚΟΝΟΣ               ΑΡΧΙΔΙΑΚΟΝΟΣ


      Ακολούθως  και ενώ άρχεται  ευλογών διά της δεξιάς,  τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος,  οι Χοροί με προεξάρχοντα τον Πρωτοψάλτη,
ψάλλουν  μεγαλοπρεπώς  εις Ήχον Β΄. αργώς   και εις χαμηλόν τόνον,  το « Εις πολλά έτη Δέσποτα »  άπαξ, ενώ εις την συλλαβήν σπο,  κά-μνουν  σχήμα προς  τον Αρχιερέα.
    Οι  Κληρικοί  και λαϊκοί,  δεχόμενοι την  ευλογίαν, υποκλίνονται  ελα-φρώς, φέροντες την δεξιάν  επί του στήθους.
   Περατωθείσης  της ευλογίας και  συνεχιζομένου του « Εις  πολλά έ-τη », ο Αρχιερεύς,  ανέρχεται εις τον Αρχιερατικόν  Θρόνον και αμέ-σως οι Ιεροψάλται,  ανέρχονται και αυτοί, εις τας θέσεις  των επί των στασιδίων των, ενώ οι Ιερείς  και Διάκονοι, οι μέλλοντες να Ιε-ρουργήσουν,  λαμβάνουσι παρ’ αυτού « Καιρόν », ως εξής :
   Προσέρχονται  πρώτοι ενώπιον  του Θρόνου, ο α΄. Ιερεύς  και ο α΄. Διάκονος εκ δεξιών  αυτού. Εάν δεν υπάρχει Διάκονος,  την θέσιν αυ-τού, καταλαμβάνει ο β΄.  Ιερεύς. Αμφότεροι ομού, ποιούν ταυτοχρό-νως  μετάνοιαν άνευ σταυρού και ο α΄. εξ αυτών,  προβαίνων ολίγον πρό του Θρόνου, ασπάζεται την  δεξιάν του Αρχιερέως, δεχόμενος την ευλογίαν υπ’  αυτού. Ακολούθως, επιστρέφει οπισθοβατών εις την θέσιν  του, οπότε εκκινεί ο β΄., ποιών απαραλλάκτως ως ο α΄..    
   Είτα  ποιούν  ωσαύτως ταυτοχρόνως  σχήμα, φέροντες την δεξιάν  επί του στήθους και απέρχονται  ηρέμως εντός του Ιερού Βήματος, ο  μέν Ιερεύς διά της βορείου Πύλης, ο  δε Διάκονος διά της νοτίου.
  Ωσαύτως  και οι υπόλοιποι  Ιερείς ανά δύο, από  της βορείου και νο-τίου  Πύλης.
  Οι  Ιερείς  οι οποίοι  δεν πρόκειται   να λάβουν μέρος   εις την Ακο-
λουθίαν,  απλώς ποιούν  σχήμα από το κέντρον  του Σολέως και απέρ-
χονται.
  Σημειωτέον,  ότι πλήστοι  των Αρχιερέων,  απαιτούν παρατύπως,  την λήψιν « Καιρού » από  τους Χορούς των Ψαλτών. Λέγομεν  παρατύ-πως, διότι « Καιρόν », λαμβάνουν  οι μέλλοντες να Ιερουργήσουν Κλη-ρικοί,  προκειμένου να ενδυθούν, τας Ιερατικάς αυτών  Στολάς. Οι Ιε-ροψάλται, δεν έχουν τοιαύτην μέριμναν,  καθ’ ότι « Καιρόν », λαμ-βάνουσι υπό του Ιερουργούντος  Ιερέως, όταν πρόκειται να ενδυθούν τα ράσα των. Παραλλήλως,  η Τάξις, απαγορεύει την κάθοδον των Ιεροψαλτών από τα Ιερά Αναλόγια,  πρό του « Αμήν » του « Δι’ ευ-χών » της Απολύσεως, δι’ ΟΙΑΝΔΗΠΟΤΕ αιτίαν.                                                       


ΕΝΑΡΞΙΣ  ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ


    Ο  α΄.  Ιερεύς  εισερχόμενος  εις το Άγιον  Βήμα, ενδύεται αμέσως  και άνευ χρονοτριβής Επιτραχήλιον  και προσέρχεται ενώπιον της Αγίας Τραπέζης.  Στρέφεται προς τον χοροστατούντα Αρχιερέα, ποιεί  σχήμα και γυρίζοντας πάλι προς την Αγάν Τράπεζαν,  ποιεί « Ευλο-γητόν » εκφώνως. Μετά το πέρας της Εκφωνήσεως,  ποιεί εκ νέου σχήμα προς τον Αρχιερέα και άρχεται αναγινώσκων  ασκεπής και χαμηλοφώνως τας Ευχάς του Λυχνικού, ενώ ο χοροστατών  Αρχιε-ρεύς, αναγινώσκει από διφθέρας, προσαγομένης αυτώ υπό του Ανα-γνώστου  ή ετέρου άλλου βοηθού των Ιεροψαλτών, τον Προοιμιακόν Ψαλμόν. Κατά την ανάγνωσιν  του Προοιμιακού, ο Αρχιερεύς είναι ελαφρώς εστραμμένος, προς το Άγιον Βήμα, ακροόντων  αυτού πάν-των των λοιπών, ευλαβώς.
   Κατά  τον Μέγαν  Εσπερινόν, η  ανάγνωσις του Προοιμιακού  συνεχί-ζεται, μέχρι της φράσεως « δόντος  σου αυτοίς συλλέξουσιν ».
   Εκ  του σημείου  τούτου, οι Χοροί  άρχονται ψάλλοντες την  συνέ-χειαν αυτού ( ήτοι, τα  λεγόμενα « Ανοιξαντάρια » ), κατ’  αντιφωνίαν, ενώ εντός του Αγίου Βήματος,  οι Διάκονοι ενδύονται τας στολάς αυ-τών και  κατ’ αδικαιολόγητον αιτίαν, να ευτρεπίζουν τα Δικηροτρί-κηρα  και να τοποθετούν εις αυτά, κηρία εκ καθαρού κηρού.  
  Σημειώνωμεν  αδικαιολόγητον ( που δυστυχώς όμως,  κακώς – κάκιστα έχει επικρατήσει, « Αρχιερατικώ  Δικαίω » ) καθ’ ότι τα Δικηροτρί-κηρα, αποτελούν  τμήμα της Αρχιερατικής αμφιέσεως, πράγμα το οποίον  δεν υφίσταται εις Ακολουθίαν Εσπερινού.
    Οι  Ιερείς,  κυκλούντες  κατά την ώραν  ταύτην την Αγίαν  Τράπεζαν,
ακροόνται  του α΄. Ιερέως,  όστις απαγγέλλει χαμηλοφώνως  τας Ευχάς  
του  Λυχνικού  και μετά το  πέρας αυτών, απέρχονται  άπαντες εις τας  
οικείας  αυτών θέσεις,  προσευχόμενοι εν  σιγή και ευλαβεία.  
  Εις  το « Αλληλούϊα » των « Ανοιξανταρίων », ο  Αρχιδιάκονος, εξέρχε-ται εκ της βορείου  Πύλης, άνευ Τρικηρίου διά τους προλεγομένους  λόγους και έρχεται πρό των βαθμίδων του Αγίου  Βήματος, ατενίζων προς τον Αρχιερέα ποιεί σχήμα και  στρεφόμενος προς την εικόνα του Χριστού περαιωθείσης της  ψαλμωδίας, υψώνει την δεξιάν και κρατών διά των τριών δακτύλων  το Οράριον, άρχεται απαγγέλλων πανηγυρικώς, τα « Ειρηνικά ».  
   Εις  το πέρας  εκάστης Αιτήσεως,  οι Χοροί απαντούν διά  του « Κύ-ριε ελέησον », μη  εξαιρουμένης και της εκφωνήσεως,  κατά την οποί-αν μνημονεύεται το όνομα  του χοροστατούντος Αρχιερέως, προς τον οποίον  οι Χοροί, άμα τη εκφωνήσει του ονόματός του, ποιούν  σχήμα προς αυτόν λέγοντες χύμα και ηρέμως το « Κύριε ελέησον »  και ουχί όπως κακώς και παρατύπως, μάλλον χάριν δουλοπρεπείας έχει  επι-κρατήσει, να λέγεται το « Εις πολλά έτη Δέσποτα ». Πολλοί εκ των  Ιερέων μάλιστα, πιέζουν τους Χορούς των Ψαλτών, προς τούτο.     
   Εκείνος ( ο  Αρχιερεύς ), ανταποδίδων  την Ευχήν, ευλογεί τον λαόν.  Ελλείψει Διακόνου, απαγγέλλει τα « Ειρηνικά » ο α΄. Ιερεύς,  όστις πρό της ενάρξεως της απαγγελίας, ποιεί από του Ιερού  Βήματος, σχήμα τω Αρχιερεί και είτα, άρχεται εκφωνών αυτά, ιστάμενος  έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης.
   Πληρωθέντων  των « Ειρηνικών »,  ο α΄. Ιερεύς, απαγγέλλει  ενώπιον της Αγίας Τραπέζης,  την Εκφώνησιν : « Ότι πρέπει Σοί  πάσα δό-ξα…» και περαίνων ταύτην, στρέφεται  μετά του έξω του Αγίου Βή-ματος ισταμένου Αρχιδιακόνου,  προς τον Αρχιερέα, ποιών σχήμα.              
  Ακολούθως  ο Αρχιδιάκονος,  εισέρχεται διά της  νοτίου Πύλης εις το  Ιερόν Βήμα.  
  Σημειωτέον,  εί τύχει ο Εσπερινός  εν ημέρα Σαββάτου εσπέρας,  οι Χοροί των Ψαλτών, ψάλλουν  κατ’ αντιφωνίαν, το Α΄. Κάθισμα  του Ψαλτηρίου. Όταν ο Δεξιός Χορός,  ψάλλει το « Αλληλούια », ο β΄. Διά-κονος,  εξέρχεται εκ της βορείου Πύλης, έρχεται έμπροσθεν  των βαθ-μίδων του Αγίου Βήματος, ποιεί σχήμα στρεφόμενος  προς τον Αρ-χιερέα, δεχόμενος την ευλογίαν του και ατενίζων  το Άγιον Βήμα, υψώνει την δεξιάν του χείρα, διά της οποίας κρατεί  διά των τριών δακτύλων του το Οράριον, και εκφωνεί την Μικράν Συναπτήν.  Ελλείψει Διακόνου, τούτο ποιεί ο β΄. Ιερεύς, αφού προηγουμένως στραφεί προς  τον Θρόνον και ποιήσει σχήμα τω Αρχιερεί. Ο ίδιος, τελειώνει την Μικράν Συναπτήν,  διά της Εκφωνήσεως « Ότι Σόν το κράτος..». Με το πέρας της Εκφωνήσεως, ο Ιερεύς, έρχεται  εις την Ωραίαν Πύλην και ομού μετά του Διακόνου, ποιούν σχήμα τω Αρ-χιερεί και ο μέν Ιερεύς  εισέρχεται εις τα ενδότερα του Αγίου Βή-ματος, ο δε Διάκονος, διά της νοτίου Πύλης.


H  ΔΙΑΤΑΞΙΣ  ΤΟΥ « ΚΕΛΕΥΣΟΝ »


    Κατά  την στιγμήν  που ο Αρχιδιάκονος  ή ο Ιερεύς προσφωνούν  το « Της Παναγίας Αχράντου….»,  είς βοηθός από το Δεξιόν Αναλόγιον  και είς εκ του αριστερού ή κατ’ ανάγκην  είς, ρασοφορούντες, προ-σέρχονται εις το κέντρον  του Σολέως, ενώπιον του Αρχιερατικού Θρόνου και ποιούν  σχήμα τω Αρχιερεί. Μετά και την Εκφώνησιν του Ιερέως και  το « Αμήν » υπό του Πρωτοψάλτου, ο α΄. βοηθός ( ή-τοι ο του  δεξιού Χορού, όστις ίσταται δεξιά του β΄. βοηθού ), απαγ-γέλλει  μεγαλοπρεπώς το « Κέλευσον Δέσποτα Άγιε, ήχος…», με μου-σικήν απόχρωσιν,  του φερωνύμου ήχου.
   Ο  Αρχιερεύς,  στρέφεται προς  τον αναμένοντα Πρωτοψάλτην  και δίδει αυτώ την ευλογίαν,  διά την έναρξιν των « Κεκραγαρίων »,  ενώ οι βοηθοί, παραμένουν εις τας θέσεις  των, έως ότου το ψαλλόμενον Μέλος, φθάσει εις  το δεύτερον « Κύριε εκέκραξα » του Κεκραγαρίου και  συγκεκριμένα εις την συλλαβήν « κε » του « εκέκραξα ». Τότε  αμ-φότεροι οι βοηθοί και ταυτοχρόνως, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί, στρέφονται  προς το Άγιον Βήμα, ποιούν σχήμα προς αυτό και κατό-πιν επανέρχονται ησύχως  εις τας θέσεις των επί των Αναλογίων.
   Τελευταίως,  επικρατεί η εσφαλμένη  συνήθεια, οι βοηθοί ( ή  ο βοη-θός ), να προσέρχονται  προς ασπασμόν της δεξιάς του Αρχιερέως,  πράγμα που συμφώνως τη Πατριαρχική Τάξει,   συμβαίνει αργότερα, 
όπως  θα ίδωμεν.


Η  ΕΞΕΛΙΞΙΣ  ΤΟΥ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ


    Μετά  την ευλογίαν  του Αρχιερέως,  ο Δεξιός Χορός άρχεται  ψάλ-λων το « Κύριε εκέκραξα » εις  τον τυχόντα ήχον. Εις το « Κατευθυν-θήτω »,  όπερ ψάλλεται υπό του Αριστερού Χορού, ο Αρχιδιάκονος  και ο β΄. Διάκονος, εξέρχονται εκ της βορείας και νοτίας  Πύλης αν-τιστοίχως, φέροντες τα Καλυμμαύχιά των και κρατούντες  εις τας δεξιάς των χείρας θυμιατόν. Εάν υπάρχει έλλειψις Διακόνων,  τούτο πράττει ο Ιερεύς διά Φελωνίου. Εδώ θα πρέπει να τονισθεί εκ νέου,  ότι πολλάκις γίνεται χρήσις Δικηροτρικήρων, πράγμα που χαρακτη-ρίζεται ανάρμοστον  και εξυπηρετεί μόνο την φιλαυτίαν των Αρχι-ερέων και τίποτε παραπάνω, καθ’ ότι  τα Δικηροτρίκηρα, αποτελούν ως προελέγχθη, μέρος της Αρχιερατικής αμφιέσεως και ως  εκ τού-του, δεν έχουν ουδεμιάν θέσιν εις την Ακολουθίαν του Εσπερινού, κατά την οποίαν  ο Αρχιερεύς, φέρει μόνον Επανωκαλύμμαυχον και Μανδύαν και ουχί πλήρη Αρχιερατικήν στολήν.
   Οι  δύο Διάκονοι  με τον β΄. αριστερά  του Αρχιδιακόνου, έρχονται  έμπροσθεν του Αρχιερατικού Θρόνου  και υψούν ταυτοχρόνως τα θυ-μιατά των  εις ευλογίαν, αιτούνται τούτο, διά του « Ευλόγησον  Δε- σποτα το θυμίαμα ». Ο Αρχιερεύς, ευλογεί κατά την  Τάξιν ( ήτοι, όταν ο αριστερός Χορός, ψάλλει την φράσιν  « ως θυμίαμα ενώπιόν σου » και οι δύο Διάκονοι, θυμιούν τον  Αρχιερέα τρίς, υποκλινόμε-νοι ελαφρώς, καθ’ ήν στιγμήν εκείνος,  δέχεται το θυμίαμα υποκλι-νόμενος και ούτος ελαφρώς, ενώ ευλογεί  τούτους.
   Ακολούθως,  μεταβαίνουν βαδίζοντες  παραλλήλως, έμπροσθεν των  βαθμίδων του Ιερού Βήματος  και ιστάμενοι παραπλεύρως ο είς  του άλλου ( ο α΄. δεξιά και ο β΄.  αριστερά ), άρχονται θυμιώντες ανά τρίς,  συγχρονίζοντες τας κινήσεις των χειρών της,  τας Ιεράς Εικό-νας του Τέμπλου κατά την εξής  σειράν : Του Κυρίου, της Θεοτό-κου, του Τιμίου Προδρόμου  και του Αγίου του Ναού, υποκλινόμενοι ελαφρώς, προ εκάστης  Ιεράς Εικόνος, συντελουμένου του θυμιάμα-τος. 
   Ακολούθως,  επιστρέφουν αμφότεροι  πρό του Αρχιεπισκοπικού Θρό-νου  και θυμιούν ταυτοχρόνως τον Αρχιερέα  τρίς, εκ τριών κάθε φο-ράν θυμιάσεων.  Μεθ’ εκάστην τριττήν θυμίασιν, οι Διάκονοι,  αφέν-τες την δεξιάν αυτών χείραν μετά του θυμιατού  κάτω και ποιούντες μικράν διακοπήν, υποκλίνονται ελαφρώς,  δεχόμενοι την ευλογίαν του Αρχιερέως, όστις δέχεται εκ νέου  το θυμίαμα, υποκλινόμενος ελα-φρώς, ενώ διά της δεξιάς του, τους  ευλογεί.
   Εν  συνεχεία,  ο μέν Αρχιδιάκονος  θυμιά τον Δεξιόν Χορόν,  ο δε Διάκονος, τον Αριστερόν.  Συνεχίζοντες, θυμιούν αντιστοίχως  της εν τω Δεξιώ και Αριστερώ κλίτει  του Ναού, ευρισκομένους πιστούς.
   Περατώσαντες  ταυτοχρόνως το  θυμίαμα, συναντώνται  εκ νέου πρό του Αρχιεπισκοπικού   Θρόνου και θυμιούν τον Αρχιερέα   τρίς, εκ  
τριών  εκάστην  φοράν θυμιάσεων,  ως προγενεστέρως.  
   Εν   συνεχεία,  προσέρχονται  πρό των βαθμίδων  του Ιερού Βήματος και  επαναλαμβάνουν το θυμίαμα  των Ιερών Εικόνων του Τέμπλου,  ως πρότερον. Τέλος, εισέρχονται εντός  του Ιερού Βήματος, ο μέν Αρ-χιδιάκονος  εκ της νοτίου Πύλης, ενώ ο β΄. Διάκονος  εκ της βορεί-ου. Αμέσως τοποθετούνται ο μέν  Αρχιδιάκονος, έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης, ενώ  ο β΄. Διάκονος όπισθεν αυτης, θυμιούντες ταύτην κυ-κλοτερώς,  ευρισκόμενοι πάντοτε κατά μέτωπον ο είς προς τον άλ-λον. Κατόπιν  την Αγίαν Πρόθεσιν και εν συνεχεία της εντός του Ιε-ρού Βήματος Κληρικούς,  ο Αρχιδιάκονος της εν δεξιά της Αγίας Τραπέζης και ο β΄. της εξ ευωνύμων αυτής.  Τέλος, ελθόντες αμ-φότεροι ο εις έναντι του άλλου όπισθεν της Αγίας Τραπέζης, θυ-μιούν  αλλήλους και αποθέτουν τα θυμιατά.  


Ε Ι Σ Ο Δ Ο Σ


    Ψαλλομένου  του Δοξαστικού,  οι μέλλοντες να εισοδεύσουν  Ιερείς, ενδύονται Επιτραχήλιον  και Φελώνιον, ενώ οι Αρχιμανδρίται  και Πρωτοπρεσβύτεροι, φέρουν και τον  επιστήθιον αυτών Σταυρόν.
   Εννοείται  ότι ενδύονται,  οι έχοντες λάβει  « Καιρόν » παρά του  Αρ-χιερέωςς, κατά την  έναρξιν του Εσπερινού. Τυχόν  εκ των υστέρων αφικνόμενοι, δέον  όπως εις το Δοξαστικόν, μεταβούν ανά  δύο εις τον Θρόνον, εξερχόμενοι εκ της  νοτίας Πύλης του Ιερού και λάβουν  
« Καιρόν »,  κατά την ιδίαν  ως προεγράφη τάξιν,  ίνα εν συνεχεία, επανερχόμενοι  διά της αυτής Πύλης εις το Άγιον  Βήμα, Ιεροφορέ-σουν.  
   Η  τάξις  της Εισόδου,  έχει ως εξής :
   Ο  Αρχιδιάκονος  ή ελλείψει τούτου   ο τελευταίος τη τάξει   Ιερεύς,  
λαμβάνει  το θυμιατόν   και ψαλλομένου  του « Και νύν »,  έρχεται έμ-
προσθεν  της Αγίας  Τραπέζης ασκεπής.  Υψών δε αυτό, λέγει  προς τον α΄ τη τάξει  Ιερέα : « Ευλόγησον Δέσποτα,  το θυμάμα » και του Ιερέως ευλογήσαντος,  θυμιά εκ των έμπροσθεν την Αγίαν Τράπεζαν  τρίς, ιστάμενος επ’ ολίγον, το αυτό δε πράττει  και εις τας άλλας δύο πλευράς της Αγίας Τραπέζης,  ακολουθούμενος υπό των Ιερέων, ερχομένων κατά την τάξιν  των Οφφικίων και των πρεσβειών της Ιερωσύνης αυτών, ωσαύτως  ασκεπών.
   Προηγούνται   οι Αρχιμανδρίται   κατά τα πρεσβεία  της Ιερωσύνης,  
έπονται  οι Πρωτοπρεσβύτεροι,  οι Οφφικιούχοι Ιερείς  και οι λοιποί,  
πάντοτε  κατά τα πρεσβεία  της χειροτονίας Ιερείς,  οίτινες άπαντες, φέρουν Επιτραχήλιον  και Φελώνιον. Του Αρχιδιακόνου φέροντος  θυ-μιατόν, προηγούνται οι έτεροι Διάκονοι,  με πρώτους τους νεωτέρους κατά τα πρεσβεία.  Έκαστος Ιερεύς, πρό της εκκινήσεως αυτού, προ-σέρχεται  έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης, υποκλίνεται πρό αυτής και  άρχεται εισοδεύων, σεμνώς και σοβαρώς. Της όλης πομπής, προη-γούνται   λαμπαδούχοι.
 Οι  πρώτοι  Διάκονοι,  φθάνοντες έμπροσθεν  του Αρχιερατικού Θρό-νου,  ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί, ευλογούντι  αυτούς και παρατάσ-σονται ένθεν κακείθεν  του Θρόνου, με τον αρχαιότερον εκ δεξιών  και τον νεότερον, εξ αριστερών.  
  Ο ακολουθών  αυτούς Αρχιδιάκονος,  ο φέρων το θυμιατόν και  υψών τούτο πρό του Αρχιερέως,  αιτείται την ευλογίαν της Εισόδου,  λέγων « Ευλόγησον, Δέσποτα Άγιε, την Αγίαν  Είσοδον ».
  Του  Αρχιερέως  ευλογήσαντος,  ο Αρχιδιάκονος  θυμιά τούτον τρίς,  υποκλινόμενος ελαφρώς  και ακολούθως, μεταβαίνει  πρό των βαθμί-δων του Ιερού  Βήματος και θυμιά τας Ιεράς Εικόνας  του Τέμπλου, ως και κατά την αρχήν έπραξεν.
   Ακολούθως  θυμιά τον Αρχιερέα  εννεάκις πρό του Θρόνου,  τους Ιερείς, τους Ιεροψαλτικούς  Χορούς με α΄. τον Δεξιόν και τον  λαόν, από της θέσεώς του. Κατά την  ιδίαν ώραν, οι όπισθεν ερχόμενοι Ιερείς,  φθάνοντες έκαστος πρό του Θρόνου κατά την  σειράν των, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί, ευλογούντι  αυτούς και καταλαμβάνουν τας θέσεις αυτών, ένθεν κακείθεν  του Θρόνου κατά την σειράν των. Ήτοι ο α΄. Ιερεύς, ίσταται  εις το δεξιόν του Αρχιερέως, ευθύς μετά  
τον  Διάκονον,  ο β΄. Ιερεύς  αντιστοίχως αριστερά  κ.ο.κ.
   Πληρωθείσης   της ψαλμωδίας   του « Και νύν…»,   ο Αρχιδιάκονος  
έχων  περατώσει  το θυμίαμα  και ιστάμενος  πρό των βαθμίδων  του Ιερού Βήματος,  υψεί το θυμιατόν και  εκφωνεί : « Σοφία, Ορθοί ».
  Τότε  oι Ιερείς  εν χορώ προεξάρχοντος  του Αρχιερέως ψάλλουσι πα-νηγυρικώς  το « Φως ιλαρόν ».  
  Ψαλλομένου  τούτου, ο Αρχιερεύς,  ΔΕΝ λαμβάνει εις τας χείρας  του Δικηροτρίκηρα διά να ευλογήσει,  διότι ως προεγράφη, δεν δικαιο-λογείται  η εμφάνισις αυτών, εις Ακολουθίαν Εσπερινού.  Τούτο συμ-βαίνει ΜΟΝΟ κατά τους Εσπερινούς της Αγάπης  και της Γονυκλι-σίας, όπου ο Αρχιερεύς, φέρει άπασαν την  Αρχιερατικήν αυτού Στο-λήν. Εις το « Υιέ Θεού », ευλογεί διά   της δεξιάς αυτού τον λαόν,  
του  Δεξιού  Χορού, ψάλλοντος  το « Εις πολλά έτη  Δέσποτα ».
   Ο  εκφωνήσας   το « Σοφία ορθοί »  Αρχιδιάκονος, στρέφων  προς τα  
οπίσω,   προβαίνει   ολίγον και   έρχεται εις το  μέσον του Σολέα,  ένθα  
και  ίσταται,  ατενίζων τον  Αρχιερέα.
  Μετά  το « Φως  ιλαρόν », ο  β΄. Διάκονος,  εκφωνεί : « Εσπέρας  Προ-κείμενον ». Τότε  ο Αρχιερεύς μετά των  Ιερέων, ψάλλουν το ενδιάτα-κτον  Προκείμενον της ημέρας. Τούτου πληρωθέντος,  ο κρατών το θυμιατόν Αρχιδιάκονος, θυμιά τρίς  τον Αρχιερέα και εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα,  όπου ιστάμενος πλαγίως της Ωραίας Πύλης, θυμιά ένα  έκαστον των εισερχομένων Ιερέων. Οι Ιερείς, απέρχονται  και ούτοι εντός του Αγίου Βήματος, κατά την τάξιν των  Οφφικίων και των πρεσβειών, αφού ποιήσουν σχήμα τω Αρχιερεί  ανά δύο, κατ’ ενώπιον αυτού. Το αυτό πράττουν και οι Διάκονοι,  αφού προη-γουμένως, είς έκαστος αυτών, ποιεί σχήμα τω Αρχιερεί. Εισερχό-μενοι  δε οι Ιερείς, ποιούσι σχήμα πρό της Αγίας Τραπέζης και εν συνεχεία, κυκλούσι  ταύτην, κατά την σειράν πάντοτε των Οφφικίων και πρεσβειών.


ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ   ΚΑΙ ΣΥΝΑΠΤΗ


    Tα  Αναγνώσματα,  αναγινώσκει από  του Θρόνου ο Αρχιερεύς,  από διφθέρας, ήν προσάγει  αυτώ ο Αναγνώστης. Προς τούτο,  προσέρχε-ται ούτος πρό του Αρχιεπισκοπικού  Θρόνου και ποιήσας μετάνοιαν, ασπάζεται την  δεξιάν του Αρχιερέως και ανοίξας το βιβλίον,  προσ-φέρει τούτο, προς ανάγνωσιν τω Αρχιερεί.  Πρό εκάστου Αναγνώ-σματος, οι Διάκονοι εκ περιτροπής,  αντιφωνούν το « Σοφία, πρόσχω-μεν ». Μετά την λήξιν των  Αναγνωσμάτων, ο Αναγνώστης ποιεί ωσαύτως μετάνοιαν, ασπάζεται  την χείρα του Αρχιερέως, ποιεί σχή-μα και απέρχεται.
   Μετά  τα Αναγνώσματα,  εξέρχεται του Αγίου  Βήματος εκ της βο-ρείου  Πύλης, ο β΄. Διάκονος φέρων  Καλυμμαύχιον, κρατών διά της δεξιάς,  το άκρον του Οραρίου αυτού και κατελθών  τας βαθμίδας, ποιεί σχήμα τω Αρχιερεί, ευλογούντι  αυτόν και είτα, στρεφόμενος προς το Ιερόν Βήμα, άρχεται  απαγγέλλων την Εκτενή. Εις την μνη-μόνευσιν του ονόματος του  Αρχιερέως, στρέφεται προς αυτόν, ποιών σχήμα. Τούτο πράττει και  ο ενώπιον της Αγίας Τραπέζης ιστάμενος α΄. Ιερεύς, από της θέσεως  αυτού, δεχόμενοι την ευλογίαν του χοροστατούντος, ενώ ο α΄. Χορός των  Ψαλτών, ψάλλει εις την βάσιν  
του  Ήχου χαμηλοφώνως  και χύμα, το « Κύριε  ελέησον ».  
   Την  Εκφώνησιν  « Ότι ελεήμων…»,   απαγγέλλει ο β΄. Ιερεύς,   από  
της  θέσεώς  του, ποιήσας  σχήμα, όστις περατών  ταύτην, εξέρχεται ολίγον  εκ της Ωραίας Πύλης και  ταυτοχρόνως μετά του έξω αυτής  
Διακόνου,  ποιούν σχήμα  τω Αρχιερεί ευλογούντι  αυτούς.
  Σημειωτέον,  ότι αι περιπτώσεις,  που οι Διάκονοι εισέρχονται  εις το Άγιον Βήμα από την Ωραίαν  Πύλην, είναι : Κατά την Μικράν και Μεγάλην  Είσοδον, μετά την ανάγνωσιν Ευαγγελίου και κατά  την ώραν του Θυμιάματος εις τον Απόστολον. Επίσης,  εις τας Αρ-χιερατικάς Θείας Λειτουργίας, εισέρχονται και  εξέρχονται αυτής, εις το Εξαποστειλάριον διά να συνοδεύσουν  τον Αρχιερέα, εις την λήψιν « Καιρού », εις την Έξοδον της Δοξολογίας,  κατά την ώραν του θυμιάματος του Αρχιερέως μετά την Μικράν Είσοδον, εις  το Χε-ρουβικόν, εις το « Κύριε, Κύριε επίβλεψον εξ’ ουρανού », όπου ίσ-τανται  έμπροσθεν της Ωραίας Πύλης, εκατέρωθεν του Αρχιερέως.
  Ο  Διάκονος,  εισέρχεται διά  της νοτίου Πύλης.
  Είθισται,  οι εκφωνούντες  Ιερείς, να ίστανται  πρό της Αγίας Τρα-πέζης,  του α΄. Ιερέως παραχωρούντος  εις αυτούς κατά διαδοχικήν σειράν,  την θέσιν του. Τούτο αποτελεί ένδειξιν  αβρότητος.
   Ακολουθεί  η ανάγνωσις  υπό του Αρχιερέως  του « Καταξίωσον Κύ-ριε »,  ενώ ο γ΄. Διάκονος φέρων Καλυμμαύχιον  ή ο Αρχιδιάκονος, εξέρχεται εκ της βορείου  Πύλης, κατέρχεται τας βαθμίδας, ποιεί σχήμα τω  Αρχιερεί και στρεφόμενος προς το Ιερόν Βήμα, απαγ-γέλλει  τα « Πληρωτικά ».
   Ο  γ΄.  Ιερεύς,  αφού ποιήσει  σχήμα, εκφωνεί  το « Ότι αγαθός…»,  ποιών εν συνεχεία από  της Ωραίας Πύλης, ομού μετά  του έξω ισταμένου Διακόνου, σχήμα  τω Αρχιερεί, ευλογούντι αυτού τούτους.
  Το  « Ειρήνη  πάσι », εκφωνεί  ο Αρχιερεύς, του  α΄. Ιερέως, στρεφο-μένου  από της Αγίας Τραπέζης προς  αυτόν και υποκλινομένου και του  α΄. Χορού, ψάλλοντος το « Και τω  πνεύματί σου ». Ο Διάκονος, εκφωνεί « Τας  κεφαλάς ημών » και βγάζει το Καλυμμαύχιόν του,  σκύβων την κεφαλήν του. Ο Αρχιερεύς ΔΕΝ απαγγέλλει την  Ευχήν της κεφαλοκλισίας, καθ’ ότι δεν είναι ο τελών την  Ακολουθίαν του Εσπερινού και απλώς χοροστατεί. Το « Είη το  κράτος της βασιλείας σου...», απαγγέλλει ο δ΄. Ιερεύς ή ο τελών  της Ακολουθίαν. Μετά το τέλος της Εκφωνήσεως, βάζει εκ νέου το Καλυμμαύχιόν  του και μετακινούμενος προς την Ωραίαν Πύλην, ποιεί σχήμα τω Αρχιερεί, ταυτοχρόνως  μετά του έξω ισταμένου Διακόνου, όστις ακολούθως, εισέρχεται διά της νοτίου Πύλης, εις  το Άγιον Βήμα. 


Η  ΛΙΤΗ  ΚΑΙ Η  ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑ


   Μετά  την εκφώνησιν « Είη  το κράτος…», άρχεται  η Ακολουθία της Λιτής,  ως εξής :
   Οι  Ιερείς,  φέροντες   άπαντες Φελώνιον   και Επιτραχήλιον, οι  δ’ εξ  
αυτών  Αρχιμανδρίται,  Σταυρόν και Επανωκαλύμμαυχον,  οι Πρωτο-πρεσβύτεροι Σταυρόν και  οι Διάκονοι, άρχονται λιτανεύοντες  την Ιε-ράν Εικόνα του Εορταζομένου Αγίου,  ευτρεπισμένην καταλλήλως διά τριών κηρίων, εκκινούντες  από του Ιερού Βήματος και εξερχόμενοι εκ της βορείας  Πύλης τούτου, κατά την σειράν των πρεσβειών, ως εξής :
   Προπορεύονται  οι λαμπαδούχοι  και έπονται α) οι  Διάκονοι, β) είς έτερος  Ιερεύς, ψάλλων έν Τροπάριον  εκ της Ακολουθίας της Λιτής της  Εορτής, γ) είς Διάκονος, κρατών το  θυμιατόν και θυμιών την Εικόνα του Αγίου,  δ) είς Ιερεύς, κρατών υψηλώς την λιτανευομένην  Ιεράν Εικόνα, και ε) όλοι οι υπόλοιποι Ιερείς, κατά  τα πρεσβεία της Ιερωσύνης αυτών, κρατούντες ανά χείρας  αναμμένην λαμπάδα.   
   Ούτοι  πάντες,  διασχίσαντες  τον Ναόν, αφικνούνται  διά του Δεξιού κλίτους  του Ναού εις τον Σολέα,  ένθα επί τραπέζης εν τω μέσω  αυτού, έχουν τοποθετηθεί προς ευλογίαν  οι Άρτοι, μετά δύο φιαλών οίνου και ελαίου  και κηρίων ανημμένων. Εκεί, οι μέν λαμπαδούχοι,  καταλαμβάνουν τας οικείας θέσεις των, ένθεν κακείθεν  των βαθ-μίδων της Ωραίας Πύλης, ο δε κρατών την Ιεράν  Εικόνα Ιερεύς, προσάγει Ταύτην τω Αρχιερεί προς ασπασμόν και  ίσταται όπισθεν της τραπέζης των άρτων και πρό των βαθμίδων του  Ιερού Βήματος και ουχί επ’ αυτών, ως συνηθίζουν τελευταίως, με μέτωπον  προς τον Αρχιερέα. Άπαντες οι λοιποί Ιερείς, ποιήσαντες σχήμα και δε-ξάμενοι   την ευλογίαν, παρατάσσονται ένθεν κακείθεν του Θρόνου.
    Εν  τω μεταξύ,  ευθύς μετά την  Εκφώνησιν « Είη το  κράτος…», ο Αρχιδιάκονος,  λαμβάνων ανά χείρας το Επιτραχήλιον  και το Αρχιε-ρατικόν Ωμοφόριον, προσφέρει  ταύτα προς τον Αρχιερέα, όστις περι-βάλλεται  ταύτα. Επομένως, καθ’ ήν ώραν η λιτανευτική πομπή,  έχει φθάσει πρό του Αρχιερατικού Θρόνου, ο Αρχιερεύς,  φορεί ήδη Επι-τραχήλιον και Ωμοφόριον.
   Πληρωθέντος  δε και του  Μέλους του Τροπαρίου  της Λιτής, άρχε-
ται  ο εκ  δεξιών του  Αρχιερέως ιστάμενος  α΄. Διάκονος, της Δεή- σεως : « Ελέησον  ημάς ο Θεός…», του β΄. Διακόνου, λέγοντος  την επομένην « Έτι δεόμεθα υπέρ των ευσεβών….»,  του γ΄. Διακόνου την επομένην κ. ο. κ. Εάν δεν υπάρχει  γ΄. Διάκονος, τας Εκφωνήσεις, αποδίδουν αντιφωνικώς, οι υπάρχοντες  Διάκονοι, ενός δε μόνον υπάρχοντος, ούτος λέγει απάσας. Το « Επάκουσον  ημών ο Θεός…», απαγγέλλει ο Αρχιερεύς, ως και το « Ελεήμων γάρ..». Εν  συνεχεία, ευλογεί τον λαόν διά του « Ειρήνη πάσι » και απαγγέλλει το « Δε-σποτα  πολυέλεε…».
   Του  Αρχιερέως  βαίνοντος προς  το τέλος της άνω  απαγγελίας, ο α΄.
Ιερεύς,  λαμβάνει   ανά χείρας   το θυμιατόν, προσέρχεται   μετ’ αυτού,  
πρό   του Αρχιερατικού  Θρόνου και υψών   τούτο, ευθύς μετά   την  
Ευχήν,  αιτείται  την ευλογίαν  του θυμιάματος  και άρχεται ψάλλων  το « Θεοτόκε Παρθένε »,  ή εάν είναι Δεσποτική ή  Θεομητορική Ε-ορτή, το ενδιάτακτον  Απολυτίκιον της Εορτής και ουχί όπως  εξ αγ-νοίας συνηθίζεται, να ψάλλεται πάντοτε  το « Θεοτόκε Παρθένε ». Με την έναρξιν της ψαλμωδίας,  θυμιά τρίς τον ευλογήσαντα το Θυ-μίαμα Αρχιερέα και είτα  περιφερόμενος βραδέως γύρωθεν της τρα-πέζης των Άρτων, ούς θυμιά « κύκλωθεν  εν σταυρικώ τύπω ».
   Συνεχίζων  δε τας περιφοράς  αυτού, αφικνείται τέλος  πρό του Αρ-χιερέως, όν θυμιά  τρίς, ακολούθως δε τους Ιερείς,  Διακόνους, τους Χορούς των Ψαλτών  και τον λαόν, από της θέσεώς του.
   Το  τέλος  της ψαλμωδίας « …ότι  Σωτήρα έτεκες..», ολοκληρώνεται  υπό του Δεξιού Χορού. Ακολούθως  ούτος, αποθέτων το θυμιατόν, λαμβάνει  ανά χείρας ένα των Άρτων και ομού μετά  των άλλων Ιε-ρέων, προσάγει τούτον προς ευλογίαν  τω Αρχιερεί. Του δε Αρχιερέ-ως ευλογήσαντος, ψάλλεται  υφ’ απάντων το « Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν….», εις  ήχον Βαρύν Εναρμόνιον. Ειρήσθω, ότι εις την περίπτωσιν πλήθους  Ιερέων, μη δυναμένων απάντων όπως άπτωνται του Άρτου, τίθενται αι   χείρες των πλέον απομεμακρυσμένων, επί του ώμου του προηγουμένου αυτών  Ιερέως κ. ο. κ..
  Ευθύς   μετά το  « Πλούσιοι   επτώχευσαν…»,   έπονται τα Απόστιχα,
άτινα  ψάλλονται  εναλλάξ υπό  των δύο Ιεροψαλτικών  Χορών, ενώ ο Αρχιδιάκονος,  αφαιρεί από τον Αρχιερέα το  Επιτραχήλιον και το Ωμοφόριον.  Είθισται πρό των Αποστίχων, να εκφωνείται  ο πανηγυ-ρικός της ημέρας. 
   Εις  ενίας  των περιπτώσεων,  η Λιτή και η Αρτοκλασία,  ψάλλονται  
εις  το προαύλιον  του πανηγυρίζοντος  Ναού. Εις την περίπτωσιν  αυ-τήν, οι Ιερείς, λιτανεύοντες  την Ιεράν Εικόνα, εξέρχονται του  Αγίου Βήματος, προσέρχονται προς τον  Αρχιερατικόν Θρόνον και βαίνουν κατά Τάξιν,  προς την έξοδον, ακολουθούμενοι εν τέλει υπό  του Αρ-χιερέως, έχοντος εν τω μεταξύ, περιβληθεί  Ωμοφόριον και Επιτρα-χήλιον.
  Κατά  την εν  λόγω λιτάνευσιν,  προηγούνται οι λαμπαδούχοι,  οι Χο-ροί των Ψαλτών, οι νεώτεροι  κατά τα πρεσβεία Ιερείς και έπονται  οι Πρεσβύτεροι.
  Κατά   τα λοιπά,   εφαρμόζεται η   προδιαληφθείσα Τάξις.  Ενίοτε, η  
Τάξις  της Αρτοκλασίας,  τελείται μετά τα   Απόστιχα, εάν τηρηθεί  το  
Τυπικόν  του Αγίου  Σάββα.   


Α Π Ο Λ Υ Σ Ι Σ


   Μετά  το Δοξαστικόν  των Αποστίχων και  κατά την ώραν που ψάλ-λεται  το « Και νύν…», οι δύο βοηθοί  των Ιεροψαλτικών Χορών, οί-τινες απήγγειλαν  το « Κέλευσον », έρχονται ομού ρασοφορούντες, έμ-προσθεν  του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί και  αναμένουν. Όταν ο Αρχιερεύς, μετά το τέλος του « Και νύν »,  απαγ-γείλλει από του Θρόνου, το « Νυν απολύεις » και του α΄. Ιερέως  εσ-τραμμένου όντως προς τον λαόν από της Ωραίας Πύλης, ο β΄. βοη-θός ( όστις  κατά την απαγγελίαν του « Κέλευσον », ίστατο σιωπηλός ), αποτινόμενος τω Αρχιερεί,  λέγει : « Εις πολλά έτη Δέσποτα. Άγιος ο Θεός…» και απαγγέλλει το Τρισάγιον ( Άγιος  ο Θεός τρίς, Δόξα, Και νύν, Παναγία Τριάς, Δόξα, Και νύν, Πάτερ ημών ).    
  Σημειωτέον,  ότι το Τρισάγιον,  δύναται να απαγγελθεί  εν απουσία βοηθών, από  τον Αναγνώστην ή και απ’  αυτόν τον Αρχιδιάκονον.
Μετά  το πέρας  του Τρισαγίου  και ενώ ο α΄.  Ιερεύς αφού ποιήσει  σχήμα τω Αρχιερεί, εκφωνεί  ενώπιον της Αγίας Τραπέζης το « ‘Ότι  Σού εστιν η βασιλεία…», οι δύο βοηθοί,  ποιούν από της θέσεώς των σχήμα, προχωρούν  έρχονται έμπροσθεν του Θρόνου, ποιούν σχή-μα,  μετάνοιαν, ασπάζονται την δεξιάν του Αρχιερέως με  πρώτον τον βοηθόν που είχε απαγγείλλει το « Κέλευσον »,  ποιούν εκ νέου μετά-νοιαν, σχήμα, έρχονται οπισθοχωρούντες  εις την αρχικήν των θέσιν εις το μέσον του Σολέα, ποιούν  νέον σχήμα τω Αρχιερεί, στρέφονται προς το Άγιον Βήμα, ποιούν  σχήμα προς αυτό, είτα στρέφονται ο είς έναντι του άλλου, ποιούν  σχήμα μεταξύ των και απέρχονται εις  
τας  θέσεις  των, επί  των Ιερών Αναλογίων.  
   Εν  τω μεταξύ,  ο α΄. Ιερεύς,  μετά το πέρας του « Ότι  σού εστιν..», στρέφεται προς  τον Αρχιερέα, ποιών σχήμα προς  αυτόν. Αύθις οι Χοροί των Ψαλτών,  ψάλλουν τα Απολυτίκια και το Θεοτοκίον.
  Σημειωτέον,  ότι εις Δεσποτικάς  ή Θεομητορικάς Εορτάς,  επανα-λαμβάνεται το Απολυτίκιον  της Εορτής τρίς, μετά του « Δόξα  Πα-τρί…» και « Και νύν…» εις το δεύτερον  και τρίτον αντιστοίχως. 
  Ψαλλομένων  των Απολυτικίων,  εξέρχονται από της  Ωραίας Πύλης,  
ο  Αρχιδιάκονος  και ο β΄. των  Διακόνων, απεκδυθέντες  εν τω μεταξύ τας εαυτών  στολάς και ελθόντες αμφότεροι  πρό του Θρόνου, ποιούν σχήμα ταυτοχρόνως  και παρατάσσονται ο μέν πρώτος δεξιόθεν, ο  δε δεύτερος, αριστερόθεν αυτού. Εξ αυτών, ο πρώτος,  κρατεί ανά χεί-ρας τον Σταυρόν ευλογίας.
   Πληρωθέντων  των Απολυτικίων,  λέγει ο α΄. Διάκονος « Του  Κυρίου  
δεηθώμεν ».   Οι Χοροί « Κύριε   ελέησον ». Ο Αρχιερεύς,   λέγει : « Ο  
ών  ευλογητός  Χριστός ο Θεός  ημών…» και οι Χοροί  « Αμήν ».
  Ακολούθως  ο Αρχιερεύς,  απαγγέλλει το « Στερεώσαι  Κύριος ο Θε-ός..» και ο α΄.  Ιερεύς, από της Ωραίας Πύλης, λέγει  την Απόλυσιν.
  Εάν   είναι   Αρχιμανδρίτης,   φέρει Επιτραχήλιον,  Φελώνιον, Σταυρόν  
και  Επανωκαλύμμαυχον.  Εάν είναι Πρωτοπρεσβύτερος,  όλα τα ανω-τέρω, πλήν του τελευταίου.
  Η  Απόλυσις,  τελείται ως  εξής :
   Ο  Ιερεύς : « Υπεραγία  Θεοτόκε, σώσον ημάς ».
   Ο  Αρχιδιάκονος  ( ή ελλείψει τούτου,  ο α΄ Διάκονος ) : « Δόξα  Πα-τρί…Και νύν… Κύριε ελέησον  τρίς, Δέσποτα Άγιε ευλόγησον ». 
   Ο  Ιερεύς : « Δόξα  σοι Χριστέ ο Θεός,  η ελπίς ημών, δόξα σοι.  Ο Αναστάς εκ νεκρών, Χριστός  ο αληθινός Θεός ημών… ».
  Διαρκούσης  της Απολύσεως,  ο Αρχιερεύς, διά  του όν κρατεί ανά  χείρας Σταυρού, άρχεται  ευλογών τον λαόν, του Δεξιού  Χορού, ψάλ-λοντος το « Τον Δεσπότην  και Αρχιερέα ημών…».
   Μετά  την απαγγελίαν  της Απολύσεως, ο  Ιερεύς ολοκληρώνει διά  του « Δι’ ευχών του Αγίου  Δεσπότου ημών… και κλείνει ο  Αρχιε-ρεύς χαμηλοφώνως, με το « Δι’  ευχών των Αγίων Πατέρων ημών... ».
  Τούτον,  αναφέρεται  και εις το  Ιεροτελεστικόν  πόνημα, του Αρχι-επισκόπου  Χρυσοστόμου, του από Φιλίππων.
  Ο  Δεξιός  Χορός, κλείνει  την Ακολουθίαν διά  του « Αμήν ».
  Ακολούθως  ο Αρχιερεύς,  κατελθών του Θρόνου,  πορεύεται προς το  
Άγιον  Βήμα, ένθα  εισέρχεται και  ασπασθείς την Αγίαν  Τράπεζαν, αποβάλλει τον  Μανδύαν και αποθέτει την  Αρχιερατικήν Ράβδον.  
  Ευνόητον,  ότι είς των  Διακόνων, κρατεί  την ώαν του Μανδύου,  κατά την είσοδόν του εις  το Άγιον Βήμα.


2)  Ο Ρ Θ Ρ Ο Σ   Κ Υ Ρ Ι Α Κ Ω Ν


Οσάκις  πρόκειται   να χοροστατήσει  Αρχιερεύς, εις την  Ακολουθίαν  
του  Όρθρου   της Κυριακής,   ούτος μέν αφικνείται   πρό των πυλών
του  Ναού,  ολίγον πρό  της ενάρξεως  των Καταβασιών.
   Εν   τω μεταξύ   όμως, αρκετά  ενωρίτερον, ο Εφημέριος  του Ναού,  
άρχεται  του ΄Όρθρου,  εις την κεκανονισμένην  ώραν, ποιών « Ευλο-γητόν »,  μετ’ Επιτραχηλίου.
   Αναγινωσκομένου  του Εξαψάλμου, ο  Ιερεύς ασκεπής, απαγγέλλει  μυστικώς τας Ευχάς του Όρθρου,  ιστάμενος έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης,  καθ’ όσον διαρκεί η ανάγνωσις των τριών  πρώτων Ψαλ-μών του Εξαψάλμου. Μετά, δε ταύτα,  εξερχόμενος εκ της βορείου Πύλης, ίσταται πρό της  Εικόνος του Χριστού εις το Τέμπλον και συνεχίζει τας   μυστικάς Ευχάς. Όταν τελειώσει, ασπάζεται την Εικό-
να  και εισέρχεται  εις το Άγιον Βήμα,  διά της νοτίου Πύλης. 
  Ακολουθούν  τα « Ειρηνικά »  εις ήπιον, σύντομον  και χαμηλόν ύφος και  ο Αριστερός Χορός των Ψαλτών,  ψάλλει χύμα και εις την κάτω αντιφωνίαν,  το « Κύριε ελέησον ».
   Με   την Εκφώνησιν  « Ότι πρέπει Σοί  πάσα δόξα…», οι Χοροί,  άρ-χονται ψάλλοντες την Στιχολογίαν  του « Θεός Κύριος » και τα Απο-λυτίκια  της ημέρας. Ακολουθεί Μικρά Συναπτή υπό του  Ιερέως και Εκφώνησις « Ότι Σόν το κράτος και   Σού εστίν…», οπότε οι Χοροί των Ψαλτών, ψάλλουν   τας Στιχολογίας των Καθισμάτων, εις τας οποίας όμως  ο Ιερεύς, δεν λαμβάνει « Καιρόν » και δεν ενδύεται τα Ιερατικά   του Άμφια. Τούτο συμβαίνει, διότι θα λάβει « Καιρόν » πα-ρά του Αρχιερέως,  όταν ούτος θα αφιχθεί εις τον Ναόν. Μέχρι της ώρας εκείνης, ο Ιερεύς, εκφωνεί   από του Ιερού Βήματος τας σχετι-κάς Αιτήσεις, μέχρι της αφίξεως του Αρχιερέως, ήτις  δέον να συμ-πέσει με την ανάγνωσιν του Κοντακίου και του Οίκου της ημέρας. Εάν ο Αρχιερεύς  καθυστερήσει, τότε οι Χοροί, καλύπτουν τον απαι-τούμενον χρόνον, ψάλλοντες τον αρμόζοντα Πολυέλεον.
  Παραλλήλως,   άπαντες οι Ιερείς,   όσοι πρόκειται να συλλειτουργή-
σουν   μετά των  διασήμων αυτών,   καθώς και οι Διάκονοι,  μεταβαί-
νουν  εις την  κεντρικήν είσοδον  του Ναού, προς υποδοχήν  του Αρχι-ερέως. Το αυτό πράττει  και ο Εφημέριος, όστις αποθέτει το  Επιτρα-χήλιόν του, εις το Ιερόν Βήμα.


ΑΦΙΞΙΣ  ΚΑΙ ΥΠΟΔΟΧΗ  ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ


   Του  Αρχιερέως  αφικνουμένου  έμπροσθεν του  Ναού, οι αναμένοντες  
Ιερείς  και Διάκονοι,  υποδέχονται τούτον,  απαραλλάκτως ως προ-εγράφη  κατά την Τάξιν του Εσπερινού,  των κωδώνων κρουομένων χαρμοσύνως.  
  Σημειωτέον  ενταύθα, ότι  ο Πρωτοψάλτης,  κανονίζει ώστε να  περα-τώσει τον ψαλλόμενον  στίχον του Πολυελέου και κατά  την στιγμήν της εισόδου του Αρχιερέως  εις τον Ναόν, φέροντος Μανδύαν και Αρχιερατικήν  Ράβδον, να αρχίσει το Συναξάριον της ημέρας, με κύ-ριον  μέλημα, να κρατήσει, μέχρι της προσελεύσεως πάντων εις τον  Σολέα.  
  Ο  Αρχιερεύς,  ως προεγράφη  και κατά την Τάξιν  του Εσπερινού, ερχόμενος  εις το κέντρον του Σολέα,  και υψώνει την δεξιάν του, ποιών  το σημείον του Σταυρού τρίς και υποκλίνεται  πρό του Αγίου Βήματος, σιωπούντων των πάντων.  Κατόπιν άρχεται ευλογών ως εί-θισται, ενώ οι Χοροί  των Ψαλτών, με προεξάρχοντα τον Πρωτο-ψάλτην, ψάλλουν  αργώς και εις χαμηλόν τόνον, το « Εις πολλά έτη Δέσποτα ».  Πάντες, δεχόμενοι την ευλογίαν του Αρχιερέως, υποκλί-νονται ελαφρώς.  Σημειωτέον, ότι πλείστοι των Ιερέων, με την έναρ-ξιν σταυροκοπήματος του  Αρχιερέως, απαιτούν και προτρέπουν τον Πρωτοψάλτην, διά το « Εις πολλά έτη ».  Καλόν θα είναι, να αφο-σιώνεται ο καθείς εις την ίδια αυτού καθήκοντα και να  μην επεμ-βαίνει εις τα αλλότρια. 
  Μετά  την ευλογίαν,  ο μέν Αρχιερεύς,  ανέρχεται εις τον Θρόνον  και μετ’ αυτόν, οι Χοροί των  Ιεροψαλτών. Οι δε Ιερείς και Διάκονοι,  ανά δύο, προσέρχονται κατά την Τάξιν και  λαμβάνουν παρ’ αυτού « Καιρόν », ως εν τω Εσπερινώ,  ενώ ο Πρωτοψάλτης μεριμνά, ίνα εγκαίρως προσκομισθεί τω  Αρχιερεί, το οικείον βιβλίον, το περιέ-χων τας Καταβασίας ( σημειωθείτω,  ότι η Αρχαία Τάξις, απαγορεύει εις χοροστατούντα Αρχιερέα, να ψάλλει και  δή τας Καταβασίας, αι οποίαι αποτελούν αναντίρρητον δικαίωμα του Πρωτοψάλτου ). Μετά  τούτον, ο Αρχιερεύς, άρχεται ψάλλων αυτάς, εναλλάξ μετά του Αρι-
στερού  Χορού, όστις   ψάλλει κάτω του   στασιδίων του.  
Η   ΤΑΞΙΣ   ΤΟΥ ΕΩΘΙΝΟΥ   ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ


Μετά  τας Καταβασίας,  ακολουθεί η Τάξις  του Εωθινού Ευαγγελίου.
Σημειωτέον  ότι ο α΄. των  Ιερέων και είς Διάκονος,  επιβάλλεται, όπως μέχρι του  πέρατος των Καταβασιών, έχουν  αμφιασθεί πλήρως, προκειμένου να  αναγνωσθούν, τα κατά την Τάξιν, ως  εξής :
   Ο  Διάκονος,  προβάλλει εις  την Ωραίαν Πύλην,  κρατών διά της δεξιάς  χειρός το άκρον του Οραρίου  του, και ποιήσας σχήμα τω Αρχιερεί,  απευθύνεται προς τον λαόν, εκφωνών : « Του  Κυρίου δεη-θώμεν » και επανεισέρχεται εις το  Άγιον Βήμα. Οι Χοροί των Ψαλ-τών, απαντούν με το  « Κύριε ελέησον ».
  Ο   α΄. των   Ιερέων, ευρισκόμενος   πρό της Αγίας Τραπέζης   εντός  
του  Αγίου  Βήματος,  ποιήσας σχήμα  προς τον Αρχιερέα,  στρέφεται προς ανατολάς  και εκφωνεί : « Ότι Άγιος  εί ο Θεός ημών και εν Αγίοις  επαναπαύει…». Οι Χοροί, ψάλλουν το « Πάσα  πνοή αινεσάτω τον Κύριον », τρίς.
  Είτα  ο Διάκονος,  προβάλλων και  πάλιν εις την Ωραίαν  Πύλην, εκ-φωνεί : « Και υπέρ  του καταξιωθήναι ημάς, της ακροάσεως  του Αγί-ου Ευαγγελίου, Κύριον τον Θεόν   ημών, ικετεύσωμεν ». Οι Χοροί, 
« Κύριε  ελέησον »  τρίς, χύμα.  Ο Διάκονος, συνεχίζει : « Σοφία ! Ορθοί  ακούσωμεν του Αγίου Ευαγγελίου », ο Αρχιερεύς « Ειρήνη  πάσι ». Οι Χοροί « Και τω πνεύματί σου ».
  Εν  συνεχεία,  ο α΄. Ιερεύς,  καταλαμβάνει θέσιν  δεξιόθεν της Αγίας Τραπέζης  και απαγγέλλει το Εωθινόν Ευαγγέλιον,  ενώ ο Διάκονος, ίσταται κατέναντι αυτού,  κρατών το άκρον του Οραρίου αυτού, επί του  στήθους. Κατά την κατάληξιν ο Ιερεύς, αίρει το  Ιερόν Ευαγ-γέλιον και υψοί τούτο, προσβλέπων προς  τον λαόν, χωρίς να ευλο-γήσει σταυροειδώς τον λαόν  διά του Ευαγγελίου και τούτο, διότι παρόντος του χοροστατούντος  Αρχιερέως, ο Ιερεύς, δεν ευλογεί.
  Ευθύς  μετά το  πέρας της  καταλήξεως, ο  Δεξιός Χορός, ψάλλει  χύ-μα, το « Δόξα Σοί κύριε,  δόξα Σοί ».
  Ακολούθως  ο Αρχιερεύς,  αναγινώσκει από  του Θρόνου, το « Ανά-στασιν  Χριστού θεασάμενοι…», μετά το  πέρας του οποίου, οι Χοροί, άρχονται  ψάλλοντες τον Ν΄. Ψαλμόν, κατ’ αντιφωνίαν.  
   Κατά  την έναρξιν  του Ν΄. Ψαλμού,  ο απαγγείλας το Εωθινόν  Ευαγ-γέλιον Ιερεύς, προετοιμάζεται   διά την υπό του Αρχιερέως και του  
λαού,  προσκύνησιν  του Ευαγγελίου,  ως εξής :
  Εάν  ούτος  είναι Αρχιμανδρίτης,  φορεί το Επανωκαλύμμαυχον.  Εάν είναι εκ του καταλόγου  των εγγάμων, φορεί το Καλυμμαύχιον  και λαμβάνει με κεκαλυμμένας τας χείρας  του διά του Φελωνίου το Ιερόν Ευαγγέλιον,  ασπάζεται τούτο και ίσταται πρό της Αγίας Τρα-πέζης,  με μέτωπον προς τον λαόν. Ευθύς ως ο Αριστερός Χορός,  αρχίσει να ψάλλει εις αργόν Μέλος, τον στίχον « Ιδού γάρ  αλήθειαν ηγάπησας…», ο Ιερεύς, κινείται βραδέως προς τον Σολέα,  υψών με τας χείρας του το Ευαγγέλιον. Ταυτοχρόνως και ο Αρχιερεύς,  κα-τέρχεται βραδέως του Θρόνου και έρχεται εις το μέσον του Σολέα,  
προς  συνάντησιν   και υπάντησιν   του Ιερού Ευαγγελίου,   όπερ προσ-
φέρει  εις αυτόν  προς προσκύνησιν,  ο Ιερεύς.
   Ο  Αρχιερεύς,  ασπάζεται το  Ιερόν Ευαγγέλιον,  ενώ ο Ιερεύς, ασπά-
ζεται  την δεξιάν  χείρα του Αρχιερέως  και αμέσως παραμερίζει  ολί-γον δεξιά, αφήνων ελεύθερον  τον χώρον, προς το Άγιον Βήμα. Ο  Αρχιερεύς, άρχεται ευλογών ως είθισται,  ενώ ο Δεξιός Χορός, ψάλ-λει το « Εις πολλά  έτη » τόσον αργώς, ώστε με το « έτη », να τελει-ώσει  και ο Αριστερός Χορός τον ψαλλόμενον υπ’ αυτού στίχον,  οπότε, καταλήγει την επευφημίαν « Δέσποτα ». Μετά την ευλογίαν,  ο Αρχιερεύς, επανέρχεται εις τον Θρόνον, ενώ ο Δεξιός, συνεχίζει  τον επόμενον στίχον, « Ραντιείς με…», εις τον αρχικόν ρυθμόν και χρό-νον. 
  Πληρωθέντος  του Ν΄. Ψαλμού,  ακολουθεί το « Δόξα…Ταις  των Απο-στόλων…», είτα το  « Και νύν…Ταις της Θεοτόκου »  και το « Ανα-στάς ο Ιησούς…». Μεθ’  ό, ο Διάκονος ή ο Ιερεύς, απαγγέλλει  από τον Σολέα ή έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης  αντιστοίχως, το « Σώ-σον ο Θεός τον λαόν σου…»,  αφού προηγουμένως, ποιήσει σχήμα και λάβει ευλογίαν,  παρά του Αρχιερέως. 
  Ενταύθα,  θα πρέπει  να σημειωθεί,  ότι πλείστοι των  Κληρικών παν-τός βαθμού  και Οφφικίου, περαίρουν την  Εκφώνησιν, με το ανεπί-τρεπτον «…και  πάντων Σου  των  Αγίων ».  Αυτό το Σου,  δεν  εξηγεί-ται,  διότι εάν το  δεχθώμεν, τότε αυτομάτως,  τίθεται το ερώτημα :
 « Υπάρχουν  έτεροι Άγιοι,  οίτινες δεν είναι  Σού,  ήτοι  του Θεού » ;  Υπάρχει Άγιοι,  δικοί μου, δικοί  σου ή δικοί του ; 
  Ο  αναγνώσας  το Ιερόν Ευαγγέλιον  Ιερεύς, επιστρέφων εις  το Ιερόν Βήμα, διελθών έμπροσθεν  του Αρχιερέως, ποιεί σχήμα και εισελθών  εις το Άγιον Βήμα, ποιεί την Εκφώνησιν : « Ελέει  και οικτιρμοίς…». Τέλος και ο Διάκονος διά σχήματος,   απέρχεται προς την Ωραίαν Πύλην, από της οποίας, προσβλέπων  προς την Εικόνα της Θεοτόκου, εκφωνεί : « Την Θεοτόκον και Μητέρα  του Φωτός…».
  
Η   Τ Ι Μ Ι Ω Τ Ε Ρ Α


  Την « Τιμιωτέραν »,  ψάλλει ο Αρχιερεύς,  αντιφωνικώς μετά του Α-ριστερού  Χορού, εις τον οικείον εκάστοτε ήχον  των Καταβασιών.
  Αρχομένου  ψάλλεσθαι υπό  του Αριστερού Χορού  του β΄. στίχου του Μεγαλυναρίου,  ο Αρχιδιάκονος, εξέρχεται από της βορείου  Πύ-λης, κρατών εις την δεξιάν χείρα το θυμιατόν  και εις την αρι-στεράν, την άκρη του Οραρίου, έρχεται  έμπροσθεν του Θρόνου και υψοί το θυμιατόν προς ευλογίαν,  λέγων : « Ευλόγησον Δέσποτα, το θυμίαμα ». Εάν υπάρχει και β΄. Διάκονος,  συνοδεύει τον Αρχιδιά-κονον, κρατών και ούτος θυμιατόν, οπότε την ευλογίαν,  ζητούσι αμφότεροι, υψούντες τα θυμιατά που κρατούν.
   Του  Αρχιερέως   ευλογήσαντος   το θυμίαμα, ο  Διάκονος θυμιά τού-
τον   τρίς και   κατευθύνεται   πρό των βαθμίδων  του Αγίου Βήματος,  
αφ’  όπου θυμιά  τας Ιεράς Εικόνας   του Τέμπλου, κατά σειράν   ανά  
τρίς.  Επανερχόμενος,  θυμιά τον Αρχιερέα  εννεάκις και είτα τους  Χο-
ρούς  των Ψαλτών  και τον λαόν.  Φθάσας και πάλιν  πρό του Θρό-νου, θυμιά  τον Αρχιερέα εννεάκις, τας  Ιεράς Εικόνας του Τέμπλου, την  Αγίαν Τράπεζαν κυκλόθεν και τους  εν τω Αγίω Βήματι εστώ-τας. Εάν οι  Διάκονοι είναι δύο, θυμιούν ως προεγράφη  εις την Τάξιν του Εσπερινού. Πληρωθείσης της  « Τιμιωτέρας », ο Αρχιερεύς, ψάλλει τον Ειρμόν της  Θ΄. Ωδής των Καταβασιών και ο Διάκονος, εξερχόμενος  από της Ωραίας Πύλης, ποιεί σχήμα και εκφωνεί : « Έτι  και έτι….», των Χορών απαντούντων καταλλήλως και αναλόγως  της Αιτήσεως. Ο Ιερεύς, απαγγέλλει κατόπιν την Εκφώνησιν « Ότι  Σε αι-νούσι…» και κατόπιν Ιερεύς και Διάκονος ταυτοχρόνως, ποιούν  σχή-μα τω Αρχιερεί και ο Διάκονος, εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα. 


Ε Ξ Α Π Ο Σ Τ Ε Ι Λ Α Ρ Ι Α   
ΚΑΙ   ΛΗΨΙΣ « ΚΑΙΡΟΥ » ΥΠΟ   ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ


   Μετά  την Εκφώνησιν,  ο Αρχιερεύς, άρχεται  ψάλλων το « Άγιος Κύριος  ο Θεός ημών », όπερ επαναλαμβάνει  ο Αριστερός Χορός.
  Ακολουθεί   το « Υψούτε Κύριον   τον Θεόν ημών », του   οποίου το  
τέλος « Ότι  Άγιος εστί »,  ψάλλει ο Αριστερός  Χορός, του Αρχιερέως  
ψάλλοντος  το ενδιάτακτον  Εξαποστειλάριον, από  του βιβλίου της Παρακλητικής,  την οποίαν προσάγει αυτώ, ο Αναγνώστης.  Ο Αρι-στερός Χορός, ψάλλει το Εξαποστειλάριον  της Εορτής και ο Αρχιε-ρεύς, το Θεοτοκίον, του  οποίου την κατάληξιν, ψάλλει ο Αριστερός Χορός.
 Καθ’ ήν  στιγμήν ψάλλεται  το Θεοτοκίον, οι εντεταλμένοι  βοηθοί των Ιεροψαλτών, έρχονται  ρασοφορούντες, εις το μέσον του Σολέα  έμ-προσθεν του Θρόνου. Περατωθέντων των Εξαποστειλαρίων,  απαγγέλ-λεται το « Κέλευσον » απαραλλάκτως, ως προεγράφη ανωτέρω  κατά την Τάξιν του Εσπερινού. Μετά το « Κέλευσον », οι βοηθοί,  παραμέ-νουν εις τας θέσεις των και όταν ο Δεξιός Χορός, αφού πρωτίστως  λάβει την Αρχιερατικήν ευλογίαν υποκλινόμενος ελαφρώς, ψάλλει το
 « Πασαπνοάριον »  και συγκεκριμένα   εις την συλλαβήν « νει » της  λέ-
ξεως  « αινείτε »,  απέρχονται κατά   την ιδίαν Τάξιν ως  εν τω Εσπε-
ρινώ.
  Ψαλλομένου  του « Πασαπνοαρίου »,  εξέρχονται από της Ωραίας  Πύ-λης οι Διάκονοι, κρατούντες  αυτήν ταύτην την φοράν, κανονικώς  τα Δικηροτρίκηρα. Είναι η πρώτη φορά,  κατά την οποίαν θα πρέπει να  
εμφανίζονται   κανονικώς τα   Δικηροτρίκηρα, εις   Αρχιερατικήν Ακο-
λουθίαν  και τούτο,  διότι τώρα άρχεται  η διαδικασία ενδύσεως  του Αρχιερέως και ως προελέχθη,  τα Δικηροτρίκηρα αποτελούν μέρος αυτής  ταύτης της Αρχιερατικής αμφιέσεως. Έρχονται  λοιπόν οι Διά-κονοι πρό του Θρόνου, ποιούν σχήμα  και παρατάσσονται ο μέν Αρ-χιδιάκονος δεξιόθεν του   Αρχιερέως, ο δε δεύτερος, αριστερόθεν αυ-
τού,  ενώ ο  Αριστερός  Χορός, ψάλλει  το « Αινείτε τον  Κύριον ».
  Επίσης,  προσέρχεται  και είς Ιερόπαις,  προκειμένου να κρατήσει  την ώαν του Μανδύου, όταν  ο Αρχιερεύς θα λαμβάνει « Καιρόν ».  
  Μετά  το πέρας  του « Αινείτε »,  δεν ψάλλονται τα  Στιχηρά των Αί-νων,  αλλ’ ο Δεξιός Χορός, άρχεται  ψάλλων εις αργόν χρόνον, το Αρ-χαίον  Μέλος « Τον Δεσπότην και Αρχιερέα…».
 Ψαλλομένης  της λέξεως « Αρχιερέα » και  συγκεκριμένως εις τας συλ-λαβάς « Αρχι »,  ο Αρχιερεύς, κατέρχεται του Θρόνου αργώς και  συν-οδευόμενος υπό των Διακόνων, ισταμένων εκατέρωθεν  αυτού, με-ταβαίνει πρό των βαθμίδων του Ιερού Βήματος,  κεκλεισμένης της Ωραίας Πύλης, ότε και άρχεται η ακολουθία  λήψεως « Καιρού », ως εξής :
   Ο  Αρχιδιάκονος,   εκφωνεί χαμηλοφόνως   και εις τον τόνον της  βά-
σεως  του ψαλλομένου  υπό του Δεξιού Χορού Ύμνου,  το « Ευλόγησον Δέσποτα ». Ο Αρχιερεύς,  εις τον αυτόν τόνον, λέγει : « Ευλογητός  ο Θεός ημών…Δόξα Σοί ο Θεός ημών, δόξα Σοί.  Βασιλεύ Ουράνιε…».
Ο  Αρχιδιάκονος « Εις  πολλά έτη Δέσποτα.  Άγιος ο Θεός… Δόξα, Και  νύν…Πάτερ ημών…».
Ο  Αρχιερεύς « Ότι  σού εστίν…».
Ο  Αρχιδιάκονος  « Αμήν ».
Ο  Αρχιερεύς « Ελέησον  ημάς Κύριε, ελέησον  ημάς…».
Ο  Αρχιδιάκονος « Δόξα  Πατρί… Κύριε ελέησον  ημάς…».
Ο  β΄.  Διάκονος « Και  νύν… Της ευσπλαγχνίας  την πύλην…».
  Λεγομένου  του Τροπαρίου  τούτου, ανοίγεται  η Ωραία Πύλη, είτε  μερίμνη του Ιερέως, έχοντος  τεταμένην την προσοχήν αυτού,  έσωθεν του Βήματος, ίνα ανοίξει  εγκαίρως ταύτην, είτε υπό του Διακόνου.  
  Ακολούθως  ο Αρχιδιάκονος,  κατευθύνεται προς  την Εικόνα του Κυ-
ρίου,  απαγγέλλων  το « Την άχραντον  Εικόνα σου…». Τούτον  ακολου-
θεί  ο Αρχιερεύς,  όστις και ασπάζεται  ταύτην, επομένου του β΄.  Δια-κόνου. Του Αρχιερέως ασπαζομένου  την Ιεράν Εικόνα του Κυρίου, στρέφονται  πάντες προς τα αριστερά και προπορευομένου  του β΄. Διακόνου, απαγγέλλοντος το « Ευσπλαγχνίας  υπάρχουσα πηγή…» και ακολουθουμένου υπό του Αρχιερέως  και του όπισθεν βαίνοντος Αρ-χιδιακόνου, κατευθύνονται πάντες,  προς την Εικόνα της Θεοτόκου, ήν ο Αρχιερεύς, ασπάζεται. Είτα  κατά την ιδίαν Τάξιν, κατευθύνον-ται προς την Εικόνα του Τιμίου Προδρόμου,  του Αρχιδιακόνου λέ-γοντος, το « Μνήνη δικαίου μετ’ εγκωμίων…». Μετά δε τον ασπα-σμόν  του Αγίου του Ναού, του β΄. Διακόνου απαγγέλλοντος καθ’ οδόν το Απολυτίκιον αυτού.   
   Είτα,   επανέρχονται   πάντες, πρό των   βαθμίδων και του Αρχιδια-
κόνου  λέγοντος « Του  Κυρίου δεηθώμεν ».  Ο β΄. Διάκονος απαντά  με το « Κύριε ελέησον » και  ο Αρχιερεύς, αποβάλλων το Επανωκαλύμ-μαυχον  αυτού και κύπτων, λέγει την Ευχήν « Κύριε εξαπόστειλον…».  Μετά ταύτην, τελεί την Απόλυσιν, ότε και λαμβάνει ανά χείρας  υπό του Αρχιδιακόνου το Τρικήριον και άρχεται ευλογών, του Αριστερού  Χορού, ευχομένου « Εις πολλά έτη Δέσποτα ». 
 Είτα  ο Αρχιερεύς,  λέγει το « Δι’ ευχών  των Αγίων Πατέρων ημών..»,
Ο  Αρχιδιάκονος  το « Δι’ ευχών  του Αγίου Δεσπότου  ημών…» και ει-σέρχονται  άπαντες εις το Άγιον Βήμα,  ίνα ο Αρχιερεύς, ενδυθεί τα άμφια  αυτού, ενώ οι Χοροί των Ψαλτών, άρχονται  ψάλλοντες τα Στιχηρά των Αίνων.


Ε Ν Δ Υ Σ Ι Σ   Τ Ο Υ Α Ρ Χ Ι Ε Ρ Ε Ω Σ
Κ Α Ι   Π Ρ Ο Σ Κ Ο Μ Ι Δ Η


    Ο  Αρχιερεύς,  εισελθών εις  το Άγιον Βήμα,  αφού ασπασθεί το  Ιε-ρόν Ευαγγγέλιον,  το οποίον προσφέρεται  υπό του α΄. Ιερέως ( τούτο,  παραλείπεται εν ημέρα Κυριακή,  διότι το έχει ήδη ασπασθεί κατά  τον Ν΄. Ψαλμόν, ως προελέχθη ) και  την Αγίαν Τράπεζαν, απεκδύε-ται τον Μανδύαν,  το Εγκόλπιον και το Εξώρασον και προσέρχεται έμπροσθεν  της Αγίας Τραπέζης, πρό της οποίας, έχουν τοποθετηθεί επί  προσθέτου τραπεζίου, τα Ιερά του άμφια, προς ένδυσιν, από-κλειομένης  παντελώς ως ανιέρου, της τοποθετήσεως των αμφίων επί της Αγίας Τραπέζης. Εκατέρωθεν  αυτού, ίστανται οι δύο Διάκονοι, οίτινες απαγγέλλουν ο μέν Αρχιδιάκονος του Ψαλμικούς στίχους, επί  τη αμφιέσει εκάστου αμφίου, ο δε β΄. Διάκονος, το « Πάντοτε νύν και αεί…».
   Μετά   την ένδυσίν   του ο Αρχιερεύς,   απονίπτει τας χείρας   και  
pροσέρχεται  εις την Αγίαν  Πρόθεσιν, όπου ευρίσκονται  τό τε Άγιον Ποτήριον και ο  Άγιος Δίσκος, με επ’ αυτού ηυτρεπισμένας  τας μερίδας. Ο Ιερεύς, δηλονότι κατά την διάρκειαν  του Όρθρου και αφού μετά την άφιξιν του Αρχιερέως, ενδυθεί  πλήρη την στολήν αυ-τού, ποιήσας « Ευλογητόν », άρχεται της Προθέσεως,  ετοιμάζων τον Αμνόν και τας λοιπάς μερίδας και ρίπτων εν τω Αγίω Ποτήριον,  οίνον και ύδωρ, χωρίς να ευλογήσει αυτά. Επί του Αγίου Δισκαρί-ου και εις την  θέσιν των ζώντων, μνημονεύσας μόνον του οικείου Επισκόπου και εξαγαγών μόνον την μερίδα  αυτού, δεν προχωρεί εις τα περαιτέρω, αλλ’ αναμένει τον Αρχιερέα, ίνα συνεχίσει ούτος την  
Προσκομιδήν.
  Ο  Αρχιερεύς,  πρώτον ευλογεί  την Αγίαν Ένωσιν,  του Αρχιδιακόνου, ειπόντος  το « Ευλόγησον Δέσποτα, την Αγίαν  Ένωσιν » και είτα, άρ-χεται μνημονεύων  των ζώντων, αρχήν ποιούμενος, από πάσης  Επι-σκοπής Ορθοδόξων, της Ιεράς Συνόδου, του  Μακαριωτάτου Προέ-δρου αυτής και των συλλειτουργών  αυτού Ιερέων και Διακόνων, ών μνημονεύει επωνύμως, ενός  εκάστου αυτών, επί τη εκφωνήσει του ονόματος αυτού, αντιφωνούντος « Της  Αρχιερωσύνης σου μνησθείη Κύριος ο Θεός…». Συνεχιζομένης της υπό του Αρχιερέως  μνημονεύ-σεως των ζώντων, οι Ιερείς και οι Διάκονοι, μνημονεύουν ωσαύτως, έκαστος  ών βούλεται, καθώς και των ονομάτων, περί ών οι πιστοί, προσέφερον τα Δώρα. Επακολουθεί  η κατά τον αυτόν τρόπον, μνη-μόνευσις των κεκοιμημένων.
  Ακολούθως,  γίνεται η κάλυψις  των Αγίων Δώρων, του  Αρχιδιακό-νου, προσάγοντος  τω Αρχιερεί το θυμίαμα προς  ευλογίαν και ασπα-ζομένου της δεξιάν  αυτού. Κατά την κάλυψιν, ο Αρχιδιάκονος  απαγ-γέλλει τους στίχους, του β΄. Διακόνου,  συμπληρούντος εκάστοτε, διά του « Πάντοτε νύν και  αεί…». Τελευτών ο Αρχιερεύς, λέγει την Ευ-χήν της  Προθέσεως και την Απόλυσιν και ασπάζεται τα Τίμια Δώ-ρα,  λέγων το « Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών…», ο δε α΄. Ιε-ρεύς,  επαναλαμβάνει το « Δι’ ευχών του Αγίου Δεσπότου ημών…», Αύθις ασπάζεται  έκαστος με την σειράν του, τον πόλον επί της ρά-χεως του Σάκκου του Αρχιερέως,  ενώ ο Αρχιδιάκονος, θυμιά κύκλω την Αγίαν Τράπεζαν, απαγγέλλων τα « Εν τάφω σωματικώς…»  και  
« Ως  ζωηφόρος  ως Παραδείσου  ωραιότερος…».
   Κατά  ακριβεστέραν  Τάξιν, η Πρόθεσις,  τελειούται υπό του Αρχι-ερέως,  την ώραν του Χερουβικού Ύμνου, οπότε  και προηγουμένως ο  
Αρχιερεύς,  απονίπτει τας   χείρας από της   Ωραίας Πύλης, δύο Υπο-
διακόνων,  προσαγόντων  αυτώ το Χερνιβόξεστον  μετά Λεντίου.
  
ΕΝΔΥΣΙΣ   ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ   ΕΙΣ ΤΟΝ ΣΟΛΕΑ


   Όταν  ο Αρχιερεύς,  μέλλει ενδύεσθαι  εις τον Σολέα, ακολουθείται  η εξής Τάξις :
  Ψαλλομένων   των Πασαπνοαρίων,   ο Αρχιερεύς, δεν κατέρχεται  από  
του  Θρόνου  μετά το « Αινείτε…»,  προκειμένου να λάβει « Καιρόν » και  φυσικά ο Δεξιός Χορός, δεν ψάλλει την  Αρχαίαν Φήμην « Τον Δεσπότην και Αρχιερέα »,   αλλά συνεχίζονται οι Αίνοι και η Ακο-
λουθία  κανονικώς,  μέχρι του τέλους  της Δοξολογίας.  
  Εις  το Ασματικόν,  ο Δεξιός Χορός,  ψάλλει το « Άγιος ο  Θεός ».  
  Ο  Αριστερός,  το « Άγιος Ισχυρός ».
  Ο  Δεξιός,  το « Άγιος  Αθάνατος »
  Ο  Αριστερός,  την κατάληξιν « Ελέησον  ημάς ».
  Ο  Δεξιός,  την Αρχαίαν  Φήμην « Τον Δεσπότην  και Αρχιερέα »
  Ο  Αρχιερεύς,  ως προελέχθη,  εις την συλλαβήν « Αρχι »,  κατέρχεται του Θρόνου και λαμβάνει «Καιρόν »,  κατά την Τάξιν την προαγρα-φείσαν. Ως προελέχθη,  ο Αριστερός Χορός, ψάλλει το « Εις πολλά έ-τη». Την  κατάληξιν « Δέσποτα », ψάλλει ο Δεξιός Χορός, μετά το πέ-ρας  του οποίου, ο Αριστερός, άρχεται ψάλλων το Αρχαίον Μάθημα « Άνωθεν  οι Προφήται ». Πολλοί, συνηθίζουν προβάλλοντες άλλην Διάταξιν, άγνωστον  εις ημάς, να λαμβάνουν «Καιρόν » κανονικώς και να επανέρχονται εις τον  Θρόνον, αφ’ όπου μετά το πέρας της Δο-ξολογίας, κατέρχεται εκ νέου εις  το μέσον του Σολέα, διά την ένδυ-σιν, πράγμα ακατανόητον.
  Επανερχόμεθα  όμως εις την  κανονικήν Τάξιν,  οπότε ο Αρχιερεύς,  αφού λάβει «Καιρόν »,  ίσταται εις το μέσον του  Σολέα, περιστοιχι-ζόμενος υπό  των δύο Διακόνων, οίτινες και  εκφωνούν κατ’ αντιστοι-χίαν με μέτωπον  προς το Άγιον Βήμα « Ιερείς εξέλθετε » ο  Αρχιδιά-κονος και « Εξέλθετε Ιερείς » ο β΄. Διάκονος,  επαναλαμβάνοντες πολ-λάκις τας Εκφωνήσεις αυτάς, έως ότου  εξέλθουν άπαντες οι Ιερείς. Εν τω μεταξύ, οι εντός του Ιερού  Βήματος εστώτες Ιερείς, έχουν παραλάβει έκαστος επί ηυπεπριπισμένων  δίσκων, ανά έν των Ιερών αμφίων, τα οποία θα ενδυθεί ο Αρχιερεύς,  και επί τω ακούσματι της προσκλήσεως υπό των Διακόνων ίνα εξέλθουν,   άρχονται να εξέρχονται κατά Τάξιν από της Ωραίας Πύλης, ήτις είναι ανοικτή   και παρατάσσονται ένθεν κακείθεν του Αρχιερέως.  
  Ευθύς  ως οι Ιερείς  εξέρχονται, οι Διάκονοι  παύουν να επαναλαμ-βάνουν  την πρόσκλησιν και ο αρχιδιάκονος,  λέγει εις την βάσιν του  
ψαλλομένου  Ύμνου ( τον Ζω ),  το « Ευλόγησον Δέσποτα ».
  Ο  Αρχιερεύς « Ευλογητός  ο Θεός…» και αποβάλλει  με αργάς κι-νήσεις το Επανωκαλύμμαυχον,  το Εγκόλπιον και το Εξώρασον.
  Ταυτοχρόνως,  δύο Διάκονοι,  ιστάμενοι εκατέρωθεν  της Ωραίας Πύ-
λης,  ο α΄. είς  τα δεξιά και  ο β΄. εις τα αριστερά,  απαγγέλλουν τους στίχους,  οι οποίοι συνοδεύουν την ένδυσιν  εκάστου αμφίου.
   Συγκεκριμένως,   ο εκ δεξιών λέγει « Του  Κυρίου δεηθώμεν, Κύριε  
Ελέησον » ( Τούτου  λεγομένου, ο κρατών  επί δίσκου το Στιχάριον  Ιε-ρεύς, προσάγει τούτο προς  τον Αρχιερέα, του δεξιά αυτού  ισταμένου Αρχιδιακόνου, λαμβάνοντος  τούτο και υποβοηθούντος τον Αρχιερέα,  να το εδυθεί. Εάν παρίσταται ανάγκη, τοιαύτην  βοήθειαν, προσφέρει και ο εξ αριστερών ιστάμενος  Διάκονος. Τούτ’ αυτό, επαναλαμβάνε-ται με όλα τα άμφια,  τα οποία με την σειράν ενδύεται ο Αρχιερεύς. Καλόν είναι,  οι απαγγέλλοντες τους στίχους από της Ωραίας Πύλης Διάκονοι,  να έχουν τον τόνον του άνω Ζω, ώστε να συμπλέουν αρ-μονικώς,  με το αδόμενον Μέλος, κανονίζουν δε, ώστε η υπ’ αυτών εκφώνησις  του στίχου, να εξικνείται χρονικώς, μέχρι της αμφιέσεως του συγκεκριμένου  αμφίου. Τελευταίον, παραδίδεται εις τον Αρχιε-ρέα, η Ποιμαντορική Ράβδος ). Συνεχίζοντες  οι Διάκονοι, λέγουν : Ο εξ αριστερών Διάκονος, την Ευχήν « Αγαλλιάσεται η ψυχή μου… », ο  α΄., τελειούντος τον στίχον διά του « Πάντοτε νύν και αεί…». Ο β΄. « Του Κυρίου δεηθώμεν, Κύριε  ελέησον ». Ο α΄. την Ευχήν « Ευ-λογητός ο Θεός..». Ο β΄., « Πάντοτε νύν και αεί…».
Ο  α΄. « Του  Κυρίου δεηθώμεν,  Κύριε ελέησον » και  συνεχίζουν αμ-φότεροι  και εναλλάξ, έως ότου  ο Αρχιερεύς, ενδυθεί και  την Μί-τραν και λάβει την  Ράβδον, συμπληρώνων της Αρχιερατικήν  του Στολήν.
  Ενθάδε,   ο Αρχιδιάκονος   λαμβάνει τα Δικηροτρίκηρα   και ίσταται  
εις  το μέσον  του Ναού, εστραμμένος  προς τον Αρχιερέα και εκφωνεί  μεγαλοφώνως : « Ούτω λαμψάτω το φώς… πάντοτε,  νύν και αεί…».
Ο  Αρχιερεύς,  λαμβάνει τα  Δικηροτρίκηρα και  ευλογεί, των Χορών  ψαλλόντων το « Εις πολλά  έτη ».
Τότε  ο Αρχιερεύς,  αφήνει την ήν  κρατεί Ράβδον, εις  τας χείρας του αριστερά  ισταμένου Διακόνου και λαμβάνων   ανά χείρας τα Δικηρο-τρίκηρα, άρχεται   ευλογών τον λαόν, του Δεξιού Χορού, ψάλλοντος  
το « Εις  Πολλά έτη  Δέσποτα ».
  Τούτου  τελειωθέντος,   ο Αριστερός Χορός,  ψάλλει το « Σήμερον σω-
τηρία…» και  οι Ιερείς και  Διάκονοι, λαβόντες « Καιρόν », ποιούσιν  ως  
αναγράφεται  εν τέλει της  επομένης παραγράφου.
   Εάν   πρόκειται   να συλλειτουργήσουν   και έτεροι Αρχιερείς,  ούτοι,  
μετά  τον « Καιρόν »,  όν έλαβον ταυτοχρόνως  μετά του προεξάρχον-τος,  ιστάμενοι πρό της Αγίας Τραπέζης,  με μέτωπον προς τον λαόν, έχοντες ήδη  ενδυθεί εντός του Αγίου Βήματος, άρχονται  εξερχόμενοι από της Ωραίας Πύλης, κατά την  αντίστροφον σειράν των πρεσβει-ών, των Διακόνων  επαναλαμβανόντων, το « Αρχιερείς Εξέλθετε » και παρατάσσονται  εν τω Σολέα, ένθεν κακείθεν του Προεξάρχοντος.
  Εις  την περίπτωσιν  αυτήν, το « Ούτω  λαμψάτω », απαγγέλλεται,  μετά την έξοδον των Αρχιερέων.
  Εις  την περίπτωσιν  ενδύσεως του Οικουμενικού  Πατριάρχου εις τον Σολέα, λειτουργούν  πάντοτε τέσσαρες Διάκονοι. Ο α΄ και ο β΄.,  ενδύουν τον Πατριάρχην ενώ οι έτεροι δύο, εναλλάσσονται  τας Εκφωνήσεις.
   Ακολούθως,  άρχεται η διαδικασία  της Απολύσεως του Όρθρου,  ως  
κατεγράφεται  ακολούθως.


ΕΞΟΔΟΣ   ΚΑΤΑ ΤΗΝ   ΔΟΞΟΛΟΓΙΑΝ


   Ψαλλομένης  της Δοξολογίας,  εξέρχονται πάντες  εις τον Σολέα, κα-τά  την εξής Τάξιν :
  Ανοιγομένης  της Ωραίας Πύλης,  πρώτος εξέρχεται ο τελευταίος  κα-τά την Τάξιν Ιερεύς και μετ’  αυτόν, οι λοιποί Ιερείς, κατά την  αν-τίστροφον Τάξιν των πρεσβειών και  οι Διάκονοι. Τελευταίος δε ο Αρχιερεύς,  συνοδευόμενος υπό δύο Διακόνων, κρατούντων  τα Δικη-ροτρίκηρα. Οι Ιερείς και οι Διάκονοι,  φέρουν Καλυμμαύχιον, οι δε Αρχιμανδρίται Επανωκαλύμμαυχον.  Οι εξελθόντες, παρατάσσονται έν-θεν κακείθεν του Αρχιερατικού  Θρόνου, επί του οποίου ανέρχεται ο Αρχιερεύς. Προς τα δεξιά ο  α΄. Ιερεύς και αριστερά ο β΄., δεξιά ο γ΄., αριστερά ο δ΄. κ. ο. κ.  
   Εκεί  ο Αρχιδιάκονος, πραεία  τη φωνή, άρχεται της Εκτενούς,  συνε-χιζομένης της Δοξολογίας, ο  δε Αρχιερεύς, λέγει την Εκφώνησιν « Ό-τι  ελεήμων…».
   Ο  β΄ Διάκονος,  λέγει τα Πληρωτικά,  ο Αρχιερεύς την Εκφώνησιν     « Ότι Θεός ελέους…». Το « Ειρήνη   πάσι » ο Αρχιερεύς.  
Ο  Διάκονος « Τας  κεφαλάς ημών…» και  ο Αρχιερεύς την Ευχήν  της κεφαλοκλισίας « Κύριε,  Άγιε…» και την Εκφώνησιν.
  Ο  Διάκονος « Σοφία »  και ο Αρχιερεύς « Ο  ών ευλογητός…».
  Ο  α΄.  των Ιερέων  « Στερεώσαι Κύριος  ο Θεός…» και ο Αρχιερεύς  την Απόλυσιν.
   Ενίοτε,  η ανωτέρω   καταληκτική Ακολουθία  του Όρθρου, τελείται  
εντός  του Ιερού  Βήματος, μετά  το πέρας αυτής  και της Δοξολογίας  βαινούσης ωσαύτως, προς   το τέλος, εξέρχονται άπαντες  του Ιερού  
Βήματος,  κατά τα προειρημένα.
   Εν   τω μεταξύ,   κατά την ώραν   που ψάλλεται το Ασματικόν  της  
Δοξολογίας,  οι βοηθοί ( ή  ο βοηθός ) των Ψαλτών  που είπαν το « Κέ-
λευσον »,  προσέρχονται  έμπροσθεν του  Αρχιερατικού Θρόνου  εις το κέντρον του Σολέα,  ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί και  αναμένουν την Απόλυσιν παρά του  Αρχιερέως. Μόλις αύτη περατωθεί, ή  εάν έχει πραγματοποιηθεί ως προελέχθη  εντός του Ιερού Βήματος, με το πέ-ρας  του Ασματικού, ποιούν ταυτοχρόνως σχήμα, μετάνοιαν  και προ-χωρούν πρό των βαθμίδων του Θρόνου. Εκεί ποιούν  μετάνοιαν, ασ-πάζονται την δεξιάν του Αρχιερέως, με πρώτον  τον απαγγείλλαντα το « Κέλευσον », ποιούν εκ νέου μετάνοιαν, σχήμα,  οπισθοχωρούν εις την αρχικήν των θέσιν εις το κέντρον του Σολέα, ποιούν  σχήμα, στρέφονται προς το Άγιον Βήμα, ποιούν σχήμα προς αυτό, έτερον μεταξύ  των και επιστρέφουν εις τας οικείας θέσεις των, εις τα Ιερά Αναλόγια.    
  Εις  την προηγούμενην  παράγραφον, προεγράφη  ότι ψαλλομένου του « Σήμερον  σωτηρία », οι Ιερείς και οι Διάκονοι,  λαμβάνουσι « Και-ρόν » διά την Θείαν Λειτουργίαν.  Τούτο γίνεται ως εξής :
  Ο  Αρχιδιάκονος,  λέγει : « Καιρός  του ποιήσαι τω Κυρίω.  Δέσποτα Άγιε, ευλόγησον ».
 Ο   Αρχιερεύς : « Ευλογητός  ο Θεός ημών…».
 Ο  β΄.  Διάκονος : « Εύξαι  υπέρ ημών…».
 Ο  Αρχιερεύς : «Κατευθύναι  Κύριος ο Θεός…»
 Ο  Αρχιδιάκονος : « Μνήσθητι  ημών, Δέσποτα Άγιε ».
 Ο  Αρχιερεύς : « Της  Ιερωσύνης ημών…».
 Τούτου  λεγομένου,  προσέρχονται  κατά σειράν και  κατά την Τάξιν των  πρεσβειών οι Ιερείς και  ασπάζονται την δεξιάν του  Αρχιερέως, αφαιρούντες το Καλυμμαύχιον  και ποιούντες εκ νέου μετάνοιαν και σχήμα,   του Αρχιερέως ευχομένου « Της Ιερωσύνης σου μνησθείη…».
  Οι  Ιερείς  και οι Διάκονοι,  ασπασάμενοι την χείρα  του Αρχιερέως, επανακάμπτουν  εις τας θέσεις των, παραμένοντες  εκεί και δεν εισ-έρχονται εις το Άγιον  Βήμα.
   Περατωθείσης  της ευλογίας ταύτης,  ο α΄. Ιερεύς και ο Αρχιδιάκο-
νος,  ποιούν  σχήμα και  αναχωρούν, ο  μέν Ιερεύς διά  το Άγιον Βήμα, ο  δε Αρχιδιάκονος, διά  την οικείαν θέσιν του,  πρό των βαθμίδων.    
  Οι   λοιποί   Ιερείς και   Διάκονοι, παραμένουν   εις τας θέσεις των  
ακίνητοι.
  Ενταύθα,  άρχεται η  Θεία Λειτουργία.


3)  Θ Ε Ι Α   Λ Ε Ι Τ Ο Υ Ρ Γ Ι Α


   Ως  προελέχθη,  ο Αρχιδιάκονος,  ίσταται πρό των βαθμίδων  του Α-γίου Βήματος και ολίγον  εστραμμένος προς τα αριστερά, ατενίζων  την Εικόνα του Δεσπότου Χριστού εις το  Τέμπλον, αποκαλύπτων την κεφαλήν και κρατών  εις την αριστεράν του χείρα το Τρικήριον, εις  δε την δεξιάν διά των δακτύλων, υψωμένον το Οράριον,  εκφω-νεί μελωδικώς, το « Ευλόγησον Δέσποτα ». Ο α΄. Ιερεύς,  πρό της Α-γίας Τραπέζης, έχων ποιήσει μετανοίας τρείς και ασπασθεί  το Ιερόν Ευαγγέλιον, λέγει το « Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός…», υψών  τούτο κατακορύφως, με την παράστασιν της Αναστάσεως, προς ανα-τολάς και δι’  αυτού, σχηματίζων Σταυρόν επί της Αγίας Τραπέζης, κατά τον ρυθμόν της απαγγελίας,  εκάστης λέξεως. 
  Ο  Δεξιός  Χορός, απαντά  με « Αμήν ».  
  Ο  Αρχιδιάκονος,  φορών το Καλυμμαύχιόν  του, εκφωνεί τα « Ειρη-νικά »,  των Χορών ψαλλόντων εις εκάστην  Δέησιν, το « Κύριε ελέη-σον ». Κατά  την Δέησιν υπέρ του Αρχιεπισκόπου, ο  Αρχιδιάκονος ο λειτουργός Ιερεύς και αμφότεροι  οι Χοροί, στρέφονται ταυτοχρόνως προς τον επί του  Θρόνου ιστάμενον Αρχιερέα, ποιούν σχήμα, εκείνου ευλογούντος  αυτούς και τον λαόν, ενώ ο Δεξιός Χορός, λέγει εις την βάσιν  του ήχου χαμηλοφώνως και χύμα, το « Κύριε ελέησον ».  
   Εάν  λειτουργούν  πλείονες του  ενός Αρχιερείς,  μνημονεύεται πρώτος  μέν ο προεξάρχων και  μετ’ αυτόν οι λοιποί, του  οικείου Αρχιερέως μνημονευομένου  συνήθως τελευταίου, ως φιλοξενούντος  τους λοιπούς, εφ’ όσον εννοείται, ούτος  αποδέχεται την εφαρμογήν του κανόνος, της  εν τη φιλοξενία αβρότητος. Άλλως, κατά κανονικήν  ακρίβειαν, ο οικείος Ιεράρχης, δέον να μνημονεύεται  πρώτος, ανεξαρτήτως σειράς πρεσβειών. Λεγομένου του « Της Παναγίας  Αχράντου…», του απαγγέλ-λοντος Διακόνου στρεφομένου τώρα, προς την  επί του Τέμπλου Ει-κόνα της Θεοτόκου, ο Αρχιερεύς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως  από του Θρόνου, την Ευχήν του Α΄. Αντιφώνου. Την δε Εκφώνησιν « Ότι πρέ-πει Σοί  πάσα δόξα…», λέγει ο ενώπιον της Αγίας Τραπέζης, ιστάμε-νος Ιερεύς. Με το πέρας  της Εκφωνήσεως, Ιερεύς και Διάκονος, ποιούν ταυτοχρόνως, σχήμα τω Αρχιερεί. Είτα ο  Διάκονος, επαν-έρχεται εις την θέσιν του, δεξιά του Θρόνου, αφού φθάνοντας ενώ-πιον αυτού,  ποιήσει εν νέου σχήμα. Εν τω μεταξύ, οι Χοροί των Ψαλτών, ψάλλουν την Α΄. Στάσιν των Τυπικών  ή το Α΄. Αντίφωνον   
μετά   των στίχων  αυτού.
   Των  πρώτων  Αντιφώνων,  βαινόντων εις  το τέλος, ο β΄.  τη Τάξει Ιερεύς και  αριστερά αυτού ο β΄. τη  Τάξει Διάκονος, μετακινούνται  ελαφρώς από την θέσιν των και  έρχονται κατ’ ενώπιον του Αρχι-ερέως,  ποιούντες σχήμα. Ακολούθως, μεταβαίνουν ο  μέν πρό της Αγίας Τραπέζης, ο δε, πρό των  βαθμίδων του Αγίου Βήματος, αφ’ όπου εκφωνεί το « Έτι  και έτι…». Ο Αρχιερεύς, λεγομένου του « Της Παναγίας Αχράντου…»,  απαγγέλλει χαμηλοφώνως την Ευχήν του Β΄. Αντιφώνου. Την Εκφώνησιν « Ότι  Σόν το κράτος…», ποιεί ο β΄. Ιε-ρεύς, ιστάμενος πρό της Αγίας Τραπέζης,  ενώ ο Αριστερός Χορός, άρχεται της Β΄. Στάσεως των Τυπικών ή το Β΄. Αντίφωνον  μετά των στίχων αυτού. Μετά την Εκφώνησιν, Ιερεύς και Διάκονος, ταυτο-χρόνως στρέφονται  προς τον Αρχιερέα και ποιούν σχήμα, του Δια-κόνου επανερχομένου, εις το αριστερόν του Θρόνου,  αφού ποιήσει ενώπιον αυτού σχήμα.  
  Τελειουμένου  του « Ο Μονογενής  Υιός…», ο γ΄. Ιερεύς  και ο γ΄. Διάκονος ή εν  ελλείψει τοιούτου πάλιν ο β΄.  Διάκονος, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί  και απέρχονται, ο μέν εις το Άγιον  Βήμα, ο δε, πρό των βαθμίδων αυτού, διά  το « Έτι και έτι…». Την Ευχήν του Γ΄. Αν-τιφώνου,  λέγει πάλιν ο Αρχιερεύς. Την Εκφώνησιν « Ότι αγαθός  και φιλάνθρωπος…», ποιεί ο γ΄. Ιερεύς, ενώπιον της Αγίας  Τραπέζης.    
  Είθ’  ούτως,  στρέφεται  μετά του Διακόνου  προς τον Αρχιερέα, ποι-ούντες  αμφότεροι ταυτοχρόνως σχήμα. Εν  τω μεταξύ, εάν υπάρχουν και έτεροι  Ιερείς, ιστάμενοι εκατέρωθεν του Θρόνου,  ποιούν ανά δύο σχήμα τω Αρχιερεί και εισέρχονται  διά της Ωραίας Πύλης, εις το Ιερόν. Τούτο πράττει  και ο Διάκονος διά της νοτίου Πύλης, μετά το τελευταίον  σχήμα, προς τον Αρχιερέα, ενώ ο Δεξιός Χορός, άρχεται ψάλλων  τους Μακαρισμούς ή το Απολυτίκιον.


Μ Ι Κ Ρ Α   Ε Ι Σ Ο Δ Ο Σ


      Η  Μικρά  είσοδος,  γίνεται ως  εξής : 
    Καθ΄ ήν  στιγμήν ψάλλεται  το « Δόξα…» των Μακαρισμών  ή το Απολυτίκιον, ο α΄. Ιερεύς,   ασπάζεται το Ιερόν Ευαγγέλιον και  το  
παραδίδει  εις τον Αρχιδιάκονον,  ασπαζόμενον την δεξιάν του.
  Το   Ευαγγέλιον   κρατείται με   τας δύο χείρας   υπό του Διακόνου,  
έχοντος  εις την δεξιάν   παλάμην το Οράριον   και με την παράστασιν  
της  Αναστάσεως,  προς την πλευράν  των πιστών.  
  Ακολούθως,  άρχεται η λιτάνευσις  εκ δεξιών της Αγίας Τραπέζης,  γύρωθεν αυτής προς τα αριστερά.
  Του   κρατούντος  άνευ Καλυμμαυχίου  το Ιερόν Ευαγγέλιον   Αρχιδια-
κόνου,  προηγούνται  κατά σειράν οι  λαμπαδούχοι, τα Εξαπτέρυγα  και οι Διάκονοι, φέροντες τα  Δικηροτρίκηρα.
  Έπονται  δε αυτού,  ο α΄, Ιερεύς  και μετ’ αυτόν,  πάντες οι λοιποί,  κατά σειράν των πρεσβειών  και των Οφφικίων έκαστος, ασκεπείς.
  Εν  τω μεταξύ  και ενώ ο Δεξιός  Χορός, άρχεται ψάλλων  το « Δό-ξα…» των Μακαρισμών  ή το Απολυτίκιον, ο Αρχιερεύς,  κατέρχεται από του Θρόνου και μεταβαίνει  εις το κέντρον του Σολέα. Εκεί ιστάμενος βλέπων  προς ανατολάς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως, την Ευ-
χήν  της Εισόδου.
  Όταν  η λιτάνευσις  του Ιερού Ευαγγελίου,  φθάσει εις τον Σολέα, ο  κρατών τούτον Αρχιδιάκονος,  έρχεται και ίσταται έμπροσθεν  του Αρχιερέως, με μέτωπον προς  αυτόν, προτείνων το Ιερόν Ευαγγέλιον  και λέγων : « Ευλόγησον Δέσποτα, την Αγίαν  Είσοδον ».
  Ο  Αρχιερεύς  ευλογεί την  Είσοδον και ακολούθως,  προσκυνεί το Ιερόν Ευαγγέλιον,  αφού διά της δεξιάς αυτού χειρός,  εγγίσει τούτον, ώστε ο Αρχιδιάκονος,  να ασπασθεί την χείραν του.
  Οι  έτεροι  δύο Διάκονοι,  οι κρατούντες τα  Δικηροτρίκηρα, ίστανται  εκατέρωθεν του Αρχιερέως,  με τον κρατούντα το Τρικήριον  δεξία και τον κρατούντα το Δικήριον  αριστερά, αναμένοντες να τα παρα-δώσουν  αμέσως εις τον Αρχιερέα, όταν αυτά ζητηθούν  υπ’ αυτού και έχοντας τας κορδέλλας εστραμμένας  προς το μέρον των.
  Εις  την κατάλληλον  στιγμήν και ενώ  ο το Ιερόν Ευαγγέλιον  κρα-τών Αρχιδιάκονος, ιστάμενος  ενώπιον των βαθμίδων του Αγίου Βή-ματος  και με μέτωπον προς ανατολάς εκφωνεί : « Σοφία,  ορθοί » και εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα. Ο Αρχιερεύς,  παραδίδει την Ράβδον εις τον α΄. Ιερέα, ζητεί και λαμβάνει  υπό των Διακόνων τα Δικη-ροτρίκηρα και άρχεται ψάλλων ομού μετά  των Ιερέων, το « Δεύτε προσκυνήσωμεν…», ευλογών συνάμα εις τα τέσσαρα  σημεία του ορί-ζοντος, του Δεξιού Χορού, ψάλλοντος απαλά, το « Εις πολλά  έτη Δέ-σποτα ».
  Μετά  ταύτα,  εισέρχονται  άπαντες εις το  Άγιον Βήμα, του Αρχιδια-κόνου   κρατούντος θυμιατόν και θυμιώντος  τους εισερχομένους, με  
πρώτον  τον Αρχιερέα  και είτα, κατά  Τάξιν, τους λοιπούς  Ιερείς.
   Ο  Αρχιερεύς  εισερχόμενος,  παραδίδει τα Δικηροτρίκηρα  εις τους Διακόνους, λαμβάνει  δε παρά του α΄. αυτών το θυμιατόν,  παρά δε του α΄. Ιερέως την Ράβδον και  άρχεται ψάλλων το Απολυτίκιον, θυ-μιών κυκλοτερώς  την Αγίαν Τράπεζαν, των δύο Διακόνων μετά των Δικηροτρικήρων,  ισταμένων πάντοτε, απέναντι αυτού.
  Εάν  υπάρχουν  πλείονες Διάκονοι,  συμπαρατάσσονται και  ούτοι ανά δύο, εις δυάδας.  Το θυμίαμα συνεχίζεται εις την  Αγίαν Πρόθεσιν, από δε της Ωραίας  Πύλης προς τας Εικόνας του Τέμπλου και  προς τους δύο Διακόνους, τους Χορούς και  τον λαόν, ενώ οι Χοροί, ψάλ-λουν τα κατά   το Τυπικόν Απολυτίκια, εκτός του Κοντακίου, το  ο-
ποίον  ψάλλει ο  Αρχιερεύς, έμπροσθεν  της Αγίας Τραπέζης.
  Εάν   πρόκειται   να τελεσθεί  Μνημόσυνον, ο  Αρχιερεύς, ψάλλει  πρό  
του  Απολυτικίου  του Ναού, το « Μνήσθητι  Κύριε, ως αγαθός….».
  Οι  Ιερείς,  λαμβάνουν  τώρα θέσεις  εκατέρωθεν της  αγίας Τραπέζης κατά  την σειράν των πρεσβειών,  ήτοι ο α΄ Ιερεύς, αμέσως δεξιά  του Αρχιερέως επί της δεξιάς πλευράς  της Αγίας Τραπέζης, ο β΄. Ιερεύς αντιστοίχως  εις τα αριστερά, ο γ΄. δεξιά, ο δ΄. αριστερά  κ.ο.κ.
  Εάν  Ιερουργεί  μόνον είς Ιερεύς,  ούτος καταλαμβάνει το  αριστερόν μέρος της Αγίας  Τραπάζης, έχων εις τα δεξιά  του, τον λειτουργούν-τα Αρχιερέα.


Τ Ρ Ι Σ Α Γ Ι Ο Σ   Υ Μ Ν Ο Σ


      Μετά  το Κοντάκιον,  το τέλος του οποίου  λέγει ο Αριστερός Χο-ρός,  ο Αρχιδιάκονος, ιστάμενος ήδη  δεξιόθεν και ολίγον όπισθεν του  Αρχιερέως, ποιών σχήμα, εξέρχεται εις  την Ωραίαν Πύλην, απαγγέλ-λων το « Του Κυρίου  δεηθώμεν ».
   Ο  Αρχιερεύς,  μετά το « Κύριε  ελέησον » του Αριστερού  Χορού, εκ-φωνεί το « Ότι Άγιος  εί ο Θεός ημών…», του οποίου το  τέλος « Και εις τους αιώνας των αιώνων »,  λέγει ο β΄. Διάκονος, όστις ίσταται αριστερά  και ολίγον όπισθεν του Αρχιερέως, μεταβαίνων και  ούτος εις την Ωραίαν Πύλην, με μέτωπον προς τον λαόν.
 Ο  Δεξιός  Χορός, άρχεται  του Τρισαγίου Ύμνου,  του Αρχιερέως ανα-γινώσκοντος  εις επήκοον πάντων των κυκλούντων  το Άγιον Θυσια-στήριον, τη Ευχήν του  Τρισαγίου Ύμνου. Ταυτοχρόνως, ο β΄. Διά-κονος,  λαμβάνει ανά χείρας το Δικήριον και το τοποθετεί  επί του Ιερού Ευαγγελίου.
 Περατωθέντος  και του β΄. Τρισαγίου,  όπερ ψάλλει ο Αριστερός Χο-
ρός,  ο Αρχιερεύς  και οι Ιερείς  από κοινού, ψάλλουν  τρίτον « Άγιος ο Θεός »,  απαραλλάκτως όπως τα δύο προηγούμενα.
     Ψαλλομένου   τούτου, ο Αρχιερεύς,   σταυρώνει διά του Δικηρίου  
χιαστί  το Ιερόν  Ευαγγέλιον.  Ο β΄. Διάκονος,  λαμβάνει παρά του  Αρ-χιερέως το Δικήριον  και το αποθέτει αριστερά  της Αγίας Τραπέζης, ενώ ο  Αρχιδιάκονος, τοποθετεί τώρα το  Τρικήριον, επί του Ιερού Ευαγγελίου.  Ο Δεξιός Χορός, ψάλλει τώρα το δ΄. « Άγιος  ο Θεός », μετά το πέρας του οποίου, ο Αρχιερεύς  και οι Ιερείς, ψάλλουν το ε΄., ενώ με το Τρικήριον,  σταυρώνει και πάλιν χιαστί το Ιερόν Ευ-αγγέλιον. Τότε ο  Αρχιδιάκονος, λαμβάνει εκ της χειρός του Αρχιε-ρέως το Τρικήριον,  όπερ καθώς και το Δικήριον, παραδίδει εις δύο Υποδιακόνους, οι οποίοι  διά των Πυλών, βορείας και νοτίας, έρ-χονται και ίστανται εκατέρωθεν της  Ωραίας Πύλης, οι δε Χοροί των Ψαλτών, λέγουν τα « Δόξα, Και νύν, Άγιος Αθάνατος ».
   Ακολούθως  οι Ιερείς,  άρχονται ψάλλοντες  το « Άγιος ο Θεός »  του « Βήματος », ενώ ο  Αρχιερεύς, εξερχόμενος εις  την Ωραίαν Πύλην, παραλαμβάνει  παρά των δύο Υποδιακόνων, των ισταμένων  εκατέ-ρωθεν αυτής τα Δικηροτρίκηρα και εκφωνεί,  το « Κύριε, Κύριε, επί-βλεψον εξ ουρανού…», κατερχομένων  αμφοτέρων των Χορών εκ των στασιδίων των. Εις το τέλος,  ευλογεί τον λαόν, του Δεξιού Χορού, ψάλλοντος εις την βάσιν  του ήχου και ηπίως, το « Αμήν ».
  Μετά  το τέλος  της Ευχής αυτής,  οι Ιερείς, συνεχίζουν  ψάλλοντες το « Άγιος Ισχυρός »  και ο Αρχιερεύς, επαναλαμβάνει το « Κύριε,  Κύ-ριε…», στρεφόμενος ελαφρώς προς τα αριστερά.  Ο Αριστερός Χο-ρός, ψάλλει εις το τέλος το « Αμήν »  και οι Ιερείς συνεχίζουν το « Ά-γιος Αθάνατος », του Αρχιερέως  επιλέγοντος πάλιν το « Κύριε, Κύ-ριε…», με ελαφράν στροφήν προς τα  δεξιά, ενώ ο Δεξιός Χορός, ψάλλει το « Αμήν ». Οι Ιερείς, συνεχίζουν  με το « Ελέησον ημάς » και ο Αρχιερεύς, παραδούς τα Δικηροτρίκηρα εις τους  Υποδιακόνους, επιστρέφει ενώπιον της Αγίας Τραπέζης και ο Αρχιδιάκονος, εκφω-νεί  από της Ωραίας Πύλης, το « Δύναμις ». Οι Χοροί ψάλλουν εναλ-λάξ το « Δύναμις », ενώ   ο Αρχιερεύς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως, το « Άγιος ο Θεός….», όπερ επαναλαμβάνουν δύο ακόμη  φοράς, δύο Ιε-ρείς, οι δε μετ’ αυτούς κατά σειράν, λέγουν τα « Δόξα, Και νύν, Ά-γιος Αθάνατος…». Ο  Αρχιδιάκονος, λέγει προς τον Αρχιερέα « Κέλευ-σον Δέσποτα Άγιε ». Εκείνος στραφείς προς την Αγίαν Πρόθεσιν,  με-ταβαίνει εκεί προπορευομένου του β΄. Διακόνου και λέγει « Ευλογη-μένος ο ερχόμενος…». Επιστρέφοντος δε αυτού,  ο Αρχιδιάκονος, λέ-γει « Ευλόγησον Δέσποτα την άνω καθέδραν », εκείνου λέγοντος « Ευ-λογημένος εί ο καθήμενος…»,  στρεφόμενος προς το όπισθεν της Α-
γίας Τραπέζης  Σύνθρονον. Επιστρέφων  δε, έμπροσθεν της Αγίας  Τρα-
πέζης,  του Διακόνου  ειπόντος το « Δύναμις »,  ο Αρχιερεύς, λέγει και πάλιν  το « Άγιος ο Θεός…» χύμα.


Ε Ι Σ   Τ Ο Σ Υ Ν Θ Ρ Ο Ν Ο Ν


      Ακολούθως  ο Ποιμενάρχης,  μεταβαίνει προς το  όπισθεν της Αγί-ας Τραπέζης  Σύνθρονον και ανέρχεται εις   αυτό, των Ιερέων ιστα-
μένων  εκατέρωθεν  αυτού, εις χαμηλότερον  επίπεδον.
   Περατωθέντος  του « Δύναμις »,  ο Αρχιδιάκονος, ποιήσας  σχήμα και  
κρατών  το Τρικήριον,  εκφωνεί από της  Ωραίας Πύλης, με  μέτωπον  
προς  τον λαόν,  το « Κύριε σώσον  τους ευσεβείς ». Τούτο  ψάλλουν εν συνεχεία πρώτοι,  από του Ιερού Βήματος ο Αρχιερεύς  και οι Ιερείς, άπαντες όρθιοι. Είτα  ο β΄. Διάκονος, επαναλαμβάνει ομοίως το « Κύ-ριε  σώσον τους ευσεβείς » και είναι η σειρά του Δεξιού  Χορού, να το ψάλλει. Εν συνεχεία, ο γ΄. Διάκονος, λέγει  πάλιν « Κύριε σώσον τους ευσεβείς », το οποίον ψάλλει συνεχίζων  την σειράν, ο Αριστε-ρός Χορός και ο δ΄. Διάκονος « Και επάκουσον  ημών ». Τούτο ψάλ-λουν από του Συνθρόνου, ο Αρχιερεύς και οι Ιερείς.
   Ακολουθεί  η υπό του  Αρχιδιακόνου Εκφώνησις  της Φήμης του Λειτουργούντος  Αρχιερέως, την οποίαν επαναλαμβάνουν  ψάλλοντες οι Ιερείς, του Αρχιερέως ευλογούντος  αυτούς. Είτα, την Φήμην ψάλλει ο Δεξιός Χορός,  οπότε ο Αρχιερεύς, κατερχόμενος του Συνθρόνου, μεταβαίνει  προπορευομένων του α΄. και β΄. των Διακόνων, εις την Ωραίαν  Πύλην και εκείθεν, ευλογεί τον λαόν σεμνώς, είτε κρατών εις μεν  την αριστεράν χείρα την Ράβδον και εις την δεξιάν τον Σταυρόν, είτε  μη κρατών τίποτε, αλλά δι’ αμφοτέρων των χειρών, ευλογών αυτόν. Επανερχόμενος  δε, αποθέτει την Μίτραν και το Μέ-γα Ωμόφορον. Η Φήμη, ψάλλεται άπαξ, μόνον υπό  του Δεξιού Χο-ρού.


Τ Α   Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Μ Α Τ Α

    Ο  Απόστολος,  παραδίδεται εις  τον Αναγνώστην, υπό  του Αρχιερέ-
ως  και αναγιγνώσκεται  υπ’ αυτού, από την  πρώτην βαθμίδα του Αρχιερατικού  Θρόνου. Εις περίπτωσιν όπου ο Απόστολος  αναγινώ-σκεται υπό του Πρωτοψάλτου ή του Λαμπαδαρίου,  τούτο γίνεται υπό των στασιδίων των εις τα Αναλόγιά των.  Οι στίχοι αυτού, απαγγέλλονται με μέτωπον προς το Άγιον Βήμα,  του Διακόνου, αν-τιφωνούντος αυτών, από της Ωραίας Πύλης.
  Μετά  τους στίχους,  ο Αναγνώστης στρέφει  το μέτωπον προς τον λαόν  και συνεχίζει το Ανάγνωσμα,  ενώ ο Διάκονος, θυμιά την Αγίαν  Τράπεζαν και τον λαόν, ηρέμα και χωρίς  να δημιουργεί θόρυβον. Καθ’ ήν στιγμήν αναγιγνώσεται  το Αποστολικόν Ανάγνωσμα, ο Αρχι-ερεύς ασκεπής, παραδίδει  εις τον Αρχιδιάκονον, γονυπετή όντα ενώ-πιον της Αγίας Τραπέζης  και λέγοντα « Ευλόγησον Δέσποτα τον Ευ-αγγελιστήν, του ενδόξου Αποστόλου  και Ευαγγελιστού….», το Ιερόν Ευαγγέλιον, λέγων την Ευχήν « Ο Θεός διά πρεσβειών….».  Ακολού-θως ο Αρχιδιάκονος, κρατών υψηλά το Ιερόν Ευαγγέλιον, μεταβαίνει λιτανευτικώς εις  τον Άμβωνα, όπου και ανέρχεται, τοποθετών επί του Περιστερίου το Οράριον αυτού και επ’ αυτού,  ανοικτόν το Ιε-ρόν Ευαγγέλιον και αναμένων.
   Περατωθείσης  της αναγνώσεως  του Αποστόλου, εξέρχεται  εις την Ωραίαν Πύλην ο Αρχιερεύς,  άνευ Ωμοφορίου, ασκεπής και κρατών την  Ράβδον και ειρηνεύει τον Αναγνώστην, όστις  προσέρχεται ενώ-πιον αυτού, ποιεί μετάνοιαν, ασπάζεται  την δεξιάν του και παραδίδει το βιβλίον του Αποστόλου.  Τούτον ο Αρχιερεύς, παραδίδει με την σειράν του, εις τον  όπισθεν αυτού ευρισκόμενον Διάκονον ή Ιερέα.
   Παρά  τον Αρχιερέα  και δεξιά και  χαμηλότερον αυτού,  ίσταται ο β΄. Διάκονος,  κρατών το Δικήριον. Ούτος,  απαγγέλλει « Σοφία. Ορ-θοί ακούσωμεν…»  του Αρχιερέως εκφωνούντος το « Ειρήνη πάσι ».
  Είτα  ο επί  του Άμβωνος  Αρχιδιάκονος, λέγει « Εκ  του κατά…» και ο δεξιά του  Αρχιερέως Διάκονος, συμπληροί « Πρόσχωμεν ».  Ο Δεξι-ός Χορός, ψάλλει χύμα το « Δόξα Σοί  Κύριε, δόξα Σοί ».
  Και  άρχεται η  εμμελής απαγγελία  του Ευαγγελίου, απάντων  ακροω-μένων εν σιγή και κατανύξει.  Μετά το πέρας του Ευαγγελίου, ο Αρχιερεύς,  παραλαβών από τας χείρας του Διακόνου το Δικήριον,  πρώτον μεν ειρηνεύει τον αναγνόντα το Ευαγγέλιον Αρχιδιάκονον,  στρεφόμενον προς αυτόν και ποιούντα σχήμα, είτα τον λαόν, των Χορών  ψαλλόντων τα εξής : Εάν προεξάρχει ο Μητροπολίτης της περιφερείας, ο Αριστερός  Χορός, ψάλλει χύμα και εις την βάσιν του ήχου, το « Δόξα σοί Κύριε, δόξα Σοί »  και ο Δεξιός Χορός, αργώς και μετά Μέλους, το « Εις πολλά έτη Δέσποτα ». Εάν προεξάρχει  οιοσδήποτε άλλος Μητροπολίτης ή Επίσκοπος, ο Αριστερός Χορός, ψάλλει χύμα και εις την βάσιν   του ήχου το « Εις πολλά έτη Δε-
σποτα »,  ενώ ο Δεξιός  Χορός, αργώς και  εμμελώς, το « Δόξα Σοί  Κύριε, δόξα Σοί ». Αυτό  γίνεται προς τιμήν και δόξαν  του οικείου Μητροπολίτου και αναδικνύει  την διαφοράν, μεταξύ Ιεραρχών.
  Ορθότερον  πάντων, είναι  το να λέγεται το « Εις  πολλά έτη », μόνον όταν το  Ευαγγέλιον απαγγελθεί, υπό του  Αρχιερέως, ως γίνεται τη Μεγάλη  Πέμπτη, Μεγάλη Παρασκευή και εις την  Ακολουθίαν της Αγάπης.
  Το « Εις  πολλά έτη…»  ή το « Δόξα Σοί  Κύριε…», ψάλλονται τόσον  αργά, ώστε το Μέλος να κρατήσει  όσην ώραν θα χρειασθεί ο Αρχι-διάκονος,  να κατέλθει του Άμβωνος, να διασχίσει τον  Ναόν με υψω-μένον το Ιερόν Ευαγγέλιον και να  έλθει έμπτοσθεν της Ωραίας Πύ-λης, ένθα το αναμένει  ο Αρχιερεύς, όστις λαβών ανά χείρας το Ιε-ρόν Ευαγγέλιον,  σταυρώνει δι’ αυτού τον λαόν και εισελθών εις το Άγιον Βήμα,  αποθέτει τούτο, επί της Αγίας Τραπέζης και περιβάλ-λεται το Μικρόν  Ωμοφόριον, υπεράνω του Εγκολπίου και του Σταυ-ρού.


Η   Θ Ε Ι Α   Λ Ε Ι Τ Ο Υ Ρ Γ Ι Α


      Ο  Αρχιερεύς,  εκφωνεί « Όπως  υπό του κράτους  σου…» και ενώ ο Δεξιός  Χορός άρχεται ψάλλων τον Χερουβικόν  Ύμνον, ο Αρχιε-ρεύς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως  την Ευχήν « Ουδείς άξιος…», εις επί-κοον των Ιερέων  και Διακόνων. Ακολούθως, απαγγέλλει το « Οι τα Χερουβείμ…»,  του Αρχιδιακόνου λέγοντος « Ταις Αγγελικαίς…».
  Τούτο  επαναλαμβάνει  ο α΄. Ιερεύς και  ο β΄. Διάκονος, ο β΄.  Ιερεύς και ο γ΄. Διάκονος.  Ακολούθως, προσφέρεται εις τον  Αρχιερέα παρα-τύπως η Μίτρα και το  θυμιατόν, καθώς και η Ράβδος. Λέμε παρα-τύπως,  διότι εις τον Πατριαρχικόν Ναόν, ο Πατριάρχης ή  οιοσδήπο-τε άλλος Αρχιερεύς, θυμιούν πάντοτε άνευ Μίτρας.  Άρχεται λοιπόν το θυμίαμα, των δύο Διακόνων μετά Δικηροτρικήρων,  ισταμένων κατέναντι αυτού, όπισθεν της Αγίας Τραπέζης και μετακινουμένων  αναλόγως, γύρωθεν αυτής. Εάν υπάρχουν πλείονες των δύο Διάκονοι, ούτοι κρατούντες  ανά χείρας τον Σταυρόν, παρατάσσονται παρα-πλεύρως, των δύο πρώτων Διακόνων και μετακινούνται  μετ’ αυτών. Ακολούθως οι Διάκονοι εξέρχονται διά της Ωραίας Πύλης και κα-τέρχονται τας βαθμίδας  του Βήματος, στρεφόμενοι προς το Ιερόν. Ο Αρχιερεύς, εξέρχεται διά να θυμιάσει τας Εικόνας του Τέμπλου  και τον λαόν, όταν ο Δεξιός Χορός, φθάσει εις το « Τριάδι ».
   Σημειωτέον,  ότι εάν ο Αρχιερεύς,  δεν έχει τελέσει την Πρόθεσιν,  τότε εξέρχεται προς θυμίαμα των Εικόνων,  πολύ ενωρίτερον. Περί-που εις την αρχήν του  « Χερουβικού ».
   Μετά  το θυμίαμα  εκ νέου της  Αγίας Τραπέζης,  της Προθέσεως, των  Ιερέων και των εντός  του Βήματος ευρισκομένων,  ο Αρχιερεύς, αποβάλλει την  Μίτραν, δίδει την Ράβδον και  ποιών τρείς μετανοίας, προσκυνεί  το Άγιον Αντιμήνσιον και την Αγίαν  Τράπεζαν και λαμ-
βάνει  συγχώρησιν,  παρά των Αδελφών  και συλλειτουργών αυτού.
   Ακολούθως,  νίπτει τας χείρας  από Χερνιβοξέστου, όπερ  προσάγουν προς αυτόν, δύο  Υποδιάκονοι και ζητεί συγχώρησιν  από τον λαόν, δίδων και αυτός συγχώρησιν  εις πάντας και κατευθύνεται προς την Πρόθεσιν.  Τούτ’ αυτό, ποιούν και οι Ιερείς, χωρίς όμως να  νίψουν τας χείρας των. Ακολουθεί η τέλεσις της Προθέσεως,  εφ’ όσον εν-νοείται, δεν έχει τελεσθεί αύτη, κατά την διάρκειαν  του Όρθρου.
   Άλλως  ο Αρχιερεύς,  αφού προσκυνήσει  τα Τίμια Δώρα, παραδίδει  τον Αέρα εις τον Αρχιδιάκονον  και τον Δίσκον, ενώ το Άγιον Πο-τήριον,  δίδεται εις τον α΄. Ιερέα. Εις τους λοιπούς  Ιερείς, παραδίδει ανά έν των μικρών σκευών, ενώ  εις τον β΄. Ιερέα, έχει ήδη παρα-δώσει το Ωμοφόριόν  του. Ούτως, άρχεται η Μεγάλη Είσοδος.


Μ Ε Γ Α Λ Η   Ε Ι Σ Ο Δ Ο Σ


     Προηγούνται  λαμπαδούχοι και  τα Εξαπτέρυγα και  έπονται οι Διά-κονοι,  κρατούντες τα Δικηροτρίκηρα,  ο β΄. Ιερεύς ο κρατών το Ω-μοφόριον,  ο α΄. Ιερεύς ο φέρων το Ποτήριον και ακολουθούν  οι λοι-ποί Ιερείς, κατά τα πρεσβεία. Κατά την διάρκειαν  της Μεγάλης Ει-σόδου, ο Διάκονος, εκφωνεί αργά και μετά Μέλους,  το « Πάντων ημών…». Εάν πρόκειται διά μεγάλον Ναόν και η απόστασις  από της βορείας Πύλης του Ιερού Βήματος, μέχρι της Ωραίας Πύλης, είναι  μεγάλη, είθισται εκάστην φράσιν του Διακόνου, να επαναλαμ-βάνει αργά, ο α΄.  Ιερεύς. Εάν η απόστασις είναι μικρά, παρέλκει η επανάληψις.
   Της  πομπής  ελθούσης  εις τον Σολέα,  ο μέν κρατών το  Ωμοφόριον,  
τοποθετεί  τούτο επί των  ώμων του Αρχιερέως,  αφού εκείνος ευλο-γήσει  τον πόλον και τον ασπασθεί  και ο προσφέρων ασπασθεί την  δεξιάν του. Ο δε κρατών το  θυμιατόν, παραδίδει τούτο εκ δεξιών  
προς  τον Αρχιερέα,  όστις θυμιά τον   έμπροσθεν αυτού ελθόντα  Αρχι-
διάκονον,   εκφωνούντα « Της  Αρχιερωσύνης σου μνησθείη…»  και πα-
ραδίδοντα  εις χείρας  του, το Άγιον  Δισκάριον. Οι υπόλοιποι  Ιερείς, ίστανται ο είς όπισθεν  του άλλου, εις την αρχήν του Σολέα.
   Ο  Αρχιερεύς,  μνημονεύει των  ζώντων και τοποθετεί  το Δισκάριον, επί της  Αγίας Τραπέζης, του Χορού  λέγοντος « Αμήν ».
  Είτα  ο α΄.  Ιερεύς, αρχόμενος  βαδίζειν προς τον Αρχιερέα,  κρατών το Άγιον Ποτήριον, λέγει  εκφώνως « Της Αρχιερωσύνης σου μνησθεί-η..» και ο  Αρχιερεύς, θυμιά τούτον ερχόμενον. Είτα παραλαμβάνει  το Άγιον Ποτήριον και μνημονεύει των κεκοιμημένων, μέχρι  τέλους. Τε-λειώσας, απευθύνεται προς τους Ιερείς και Διακόνους,  λέγων « Της Ιερωσύνης και Διακονίας υμών, μνησθείη…», ενώ εκείνοι  υποκλινό-μενοι ελαφρώς, απαντούν « Της Αρχιερωσύνης σου μνησθείη…». Είτα,  εισέρχονται πάντες εις το Άγιον Βήμα, καταλαμβάνοντες τας εκατέ-ρωθεν της  Αγίας Τραπέζης θέσεις αυτών, ενώ ο Αρχιερεύς, αποθέτει επί της Αγίας Τραπέζης  και το Άγιον Ποτήριον. Κατόπιν λαμβάνει από του ώμου του Αρχιδιακόνου τον Αέρα  και καλύπτει δι’ αυτού, αμφότερα τα Τίμια Δώρα, λαμβάνων δε το θυμιατόν, θυμιά τρίς  αυ-τά, λέγων « Τότε ανοίσουσιν…» και στραφείς προς τους Ιερείς, λέγει « Μνήσθητέ μου αδελφοί  και συλλειτουργοί ». Εκείνοι, υποκλινόμενοι ελαφρώς, απαντούν « Της Αρχιερωσύνης σου μνησθείη..». Τότε  ο Αρ-χιδιάκονος, λέγει « Εύξαι υπέρ ημών, Δέσποτα Άγιε ». Ο Αρχιερεύς απαντά « Πνεύμα Άγιον, επελεύσεται   εφ’ υμάς…». Ο Αρχιδιάκονος
 « Αυτό  το Πνεύμα…Μνησθείη  ημών Δέσποτα Άγιε ».  Και ο Αρχιε-ρεύς, προτείνων  τας χείρας του εις ασπασμόν υπό  των Ιερέων και Διακόνων, λέγει « Της  Ιερωσύνης και της Διακονίας υμών, μνησθείη  Κύριος ο Θεός…».
  Είτα  ο Αρχιερεύς,  λαμβάνει το Δικήριον  και ενώ ο Διάκονος, έχει  εξέλθει ήδη εκ της Ωραίας Πύλης  και ευρίσκεται κάτω των βαθ-μίδων,  ακολουθεί και ευλογών τον λαόν, ακούει  υπό του Δεξιού Χορού χύμα, το « Εις πολλά  έτη Δέσποτα » και παραδίδει τούτο τω Διακόνω,  οστις ασπάζεται την δεξιάν αυτού και άρχεται των  Πλη-ρωτικών.


Α Σ Π Α Σ Μ Ο Σ


     Την  Εκφώνησιν  « Διά των οικτιρμών…»,  λέγει ο α΄. Ιερεύς κατό-
πιν  ευλογίας  του λειτουργούντος  Αρχιερέως, όστις ειρηνεύει  ακολού- θως. Εις το « Αγαπήσωμεν  αλλήλους…», ο Αρχιερεύς, πρώτος ποιών  τρείς μετανοίας, ασπάζεται τα Τίμια Δώρα  και παραχωρεί την θέσιν του εις τους Ιερείς,  οίτινες ερχόμενοι άπαντες εξ αριστερών της Α-γίας  Τραπέζης, κατά την σειράν των πρεσβειών, ποιούν έκαστος  μί-αν μετάνοιαν, ασπάζονται και αυτοί τα Τίμια Δώρα και  στρεφόμε-
νοι  προς τον  ολίγον όπισθεν  ιστάμενον Αρχιερέα,  ασπάζονται αυτόν, τρίς,  ως εξής :
   Λαμβάνουν  ανά χείρας  την δεξιάν του  και κύπτουν ασπαζόμενοι  τούτον εις τους ώμους, πάνω  εις το Ωμοφόριον τρείς φοράς,  τούτου ανταποδίδοντος αυτοίς τον  αυτόν ασπασμόν και λέγοντος « Ο Χριστός  εν τω μέσω ημών…». Ακολούθως, ασπάζονται  ούτοι το Εγκόλπιον του Αρχιερέως και την  δεξιάν του. Εν συνεχεία, έκαστος αυτών πα-ρατάσσεται  εις τα δεξιά του Αρχιερέως, αναμένων τον επόμενον, διά  να ανταλλάξει μετ’ αυτού ασπασμόν, μέχρι και του τελευταίου  Ιε-ρέως. Το αυτό πράττουν εξερχόμενοι εις τον Σολέα και οι Διάκονοι  μεταξύ των. Κατά την ώραν του Ασπασμού, ο Δεξιός Χορός, ψάλλει το « Αγαπήσω  σε Κύριε, η ισχύς μου…». Εάν συλλειτουργούν πολ-λοί, το Μέλος τούτο, ψάλλεται  αργόν, ώστε να προφθάσει να γίνει ανέτως ο Ασπασμός, διαρκούντος του Μέλους.
   Ακολούθως  ο Διάκονος,  εκφωνεί « Τας θύρας,  τας θύρας…» και ο Αναγνώστης,  απαγγέλλει το « Πιστεύω…». Τελευταίως,  επικρατεί συ-νήθεια, να στρέφεται ο Διάκονος  προς τον λαόν, να κινεί τας χείρας ρυθμικώς και  ούτω να δίδει το σύνθημα, διά την από κοινού, υπό  παντός του πληρώματος απαγγελίαν, του Συμβόλου  της Πίστεως.  Τότε  ο Αρχιερεύς,  κύπτει την κεφαλήν  μεταξύ των Τιμίων Δώρων  και οι Ιερείς, έχοντες εν  τω μεταξύ ολοκληρώσει τον Ασπασμόν  και επανέλθει εις τας οικείας θέσεις,  κρατούν υπεράνω της κεφαλής του Αρχιερέως  τον Αέρα, κινούντες αυτόν ελαφρώς, καθ’ ήν  ώραν ο Αρ-χιερεύς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως το « Πιστεύω..» και  κρατών με τας δύο χείρας το Δισκάριον και το Ποτήριον, με  τα οποία ποιεί το σχήμα του Σταυρού, κινών αυτά ταυτοχρόνως επί  του Αντιμηνσίου. Όταν ο Αναγνώστης, ο απαγγέλλων το « Πιστεύω…», φθάσει  εις την φράσιν « Και ανελθόντα εις τους ουρανούς…», τότε ο μέν Αρχιερεύς,  κινείται ελαφρώς προς τα οπίσω, εξάγων την κεφαλήν αυτού εκ του « Αέρος », όν  ασπάζεται, οι δε κρατούντες τον Αέρα Ιερείς, αποσύ-ρουν αυτόν εκ της κεφαλής αυτού  εκ των όπισθεν. Είς των Ιερέων, λαμβάνει τον Αέρα, τον διπλώνει προσεκτικώς, τον παραδίδει  δε εις τον Αρχιερέα, όστις δι’ αυτού, ριπίζει τα Άγια, όταν ο Διάκονος εκφωνεί « Στώμεν καλώς,  στώμεν μετά φόβου…».    


Α Ν Α Φ Ο Ρ Α


  Περατωθέντος  του « Έλεον ειρήνης…» υπό  του Δεξιού Χορού, ο Αρ-χιερεύς,  στρεφόμενος προς τον λαόν, ευλογεί  αυτόν λέγων « Η χάρις του Κυρίου ημών…». Οι  Χοροί απαντούν διά του « Και μετά του πνεύματός  σου », ενώ ο Αρχιερεύς, κλίνει ελαφρώς τον αυχένα.  Είτα υψών αμφοτέρας τας χείρας, λέγει « Άνω σχώμεν τας  καρδίας », του  
Χορού   απαντώντος  « Έχομεν προς  τον Κύριον ». Ο  Αρχιερεύς, λέγει 
« Ευχαριστήσωμεν  τω Κυρίω », στρεφόμενος  ελαφρώς, προς την Ει-κόνα  του Κυρίου εις το Τέμπλον και  του Χορού απαντώντος « Άξιον και δίκαιον ». Της Ευχής  ολοκληρωθείσης, ο Αρχιερεύς εκφωνεί « Τον επινίκιον ύμνον…»,  ενώ ο Αρχιδιάκονος, αφαιρεί τον Αστερίσκον επάνωθεν του Δισκαρίου,  όν και επιμελώς, πλήν συντόμως και Ιερο-πρεπώς, καθαρίσας από των ψυχίων,  προσφέρει προς ασπασμόν εις τον Αρχιερέα και αποθέτει επί των καλυμμάτων.  Ψαλλομένου του « Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ…», ο Αρχιερεύς, αναγινώσκει χαμηλοφώνως  την Ευχήν « Μετά τούτων και ημείς…» και με το τέ-λος αυτής, εκφωνεί « Λάβετε, φάγετε…», του  Χορού απαντώντος « Α-μήν ». Ακολούθως, εκφωνεί « Πίετε εξ’ αυτού πάντες…», του Χορού ομοίως απαντώντος « Αμήν ».
   Μετά  το δεύτερον « Αμήν »,  ο Αρχιερεύς, επεύχεται « Μεμνημένοι  τοίνυν…» και εκφωνεί « Τα Σά εκ των  Σών…». Καθ’ ήν ώραν λέγει ταύτα, υψοί  σταυροειδώς διά των χειρών αυτού, Δισκάριον  και Πο-τήριον, ενώ πάντες κλίνουν μόνον τον αυχένα,  ουχί δε και τα γόνα-τα, καθώς και ο Αρχιερεύς, όστις,  ψαλλομένου χαμηλοφώνως του
 « Σε  υμνούμεν…»,  ώστε να ακούγονται  ευκρινώς αι Ευχαί, επεύχε-ται  με την κεφαλήν κεκλιμένην, το « Έτι  προσφέρομέν σοι…», μέχρι του «…και επί  τε προκείμενα Δώρα ταύτα ». Ακολούθως ο  Αρχιδιά-κονος, λέγει « Ευλόγησον Δέσποτα τον  Άγιον Άρτον » και ο Αρχιε-ρεύς, ευλογών τον Άρτον,  λέγει « Και ποίησον τον μέν Άρτον τού-τον…». Αρχιερεύς  και Αρχιδιάκονος, λέγουν αμφότεροι « Αμήν », ο είς μετά τον  άλλον. Ακολούθως ο β΄. Διάκονος, λέγει « Ευλόγησον Δέ-σποτα το  Άγιον Ποτήριον…» και ο Αρχιερεύς, ευλογών τούτο, λέγει « Το δε  εν τω Ποτηρίω τούτω…» επιλέγων « Αμήν », όπερ επανα-λαμβάνει και ο  Διάκονος αντιφωνικώς, ενώ ο Αρχιερεύς, συνεχίζει την Ευχήν « Ώστε γενέσθαι…».
  Ενταύθα,  θα πρέπει  να διασαφηνισθεί  το θέμα της γονυκλισίας  εις το « Σε υμνούμεν ». Εις  την πάλαι ποτέ Βασιλίδα των Πόλεων,  οι πιστοί γονατίζουν. Το Πηδάλιον όμως,  σαφέστατα αναφέρει ότι « εν ημέρα Κυριακή,  επέτειον της του Χριστού Αναστάσεως και ως εκ  τούτου ημέρα χαράς και αγαλλιάσεως, ου κλίνει γόνυ ».  Μάλιστα, αναφέρει μέχρι και αφορισμόν του παραβάτου. Άλλοι  πάλι, ως ο καθηγητής Β. Αναγνωστόπουλος, υποστηρίζουν άλλα. Τι  απ’ όλα αυ-τά, ισχύει ;;;  
  Πληρωθέντος του « Σε  υμνούμεν…», ο Αρχιερεύς,  εκφωνεί « Της Πα-
ναγίας  Αχράντου…» και  θυμιά τα Δώρα,  τους Ιερείς και τους  Δια-κόνους. Εις δε τον Αρχιδιάκονον,  παραδίδει το θυμιατόν. Ούτος, λαμ-βάνων  αυτό εκ της χειρός του Αρχιερέως, ασπάζεται  αυτήν, θυμιά τρίς τον Αρχιερέα, υποκλινόμενον ελαφρώς  και μεταβαίνει όπισθεν της Αγίας Τραπέζης, ένθα μνημονεύει  των κεκοιμημένων κτιτόρων του Ιερού Ναού, των ευεργετών, δωρητών  και ών βούλεται. Τούτο πράττουν και άπαντες οι κυκλούντες την Αγίαν  Τράπεζαν μυστικώς, ενώ ο Αρχιερεύς, συνεχίζει την ανάγνωσιν της οικείας  Α΄. Ευχής. Μετά το πέρας της αναγνώσεως, προσφέρονται προς ευλογίαν τω Αρχιερεί,  τα κάνιστρα με το Αντίδωρον. Ο Αρχιερεύς, λαμβάνει έκα-στον αυτών, το ευλογεί ενώπιον  των Τιμίων Δώρων και το επιστρέ-φει εις τον δόντα, ενώ ο Δεξιός Χορός, ψάλλει το « Άξιόν  εστιν…». Τούτου πληρωθέντος, ο Αρχιερεύς μόνος, εκφωνεί « Εν πρώτοις, μνή-σθητι Κύριε της Ιεράς  ημών Συνόδου, της ορθοτομούσης τον λόγον της αληθείας », των λοιπών πάντων σιωπώντων. Μετά ταύτα,  οι Ιε-ρείς, εκφωνούν από κοινού πάντες « Εν πρώτοις, μνήσθητι Κύριε του Αρχιεπισκόπου ημών…. όν χάρισαι…και  ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας », του Αρχιερέως με κλίσιν της κεφαλής, υποδεχομένου την υπέρ αυτού Δέησιν  του Πρεσβυτερίου.  
   Ενταύθα,  θα πρέπει  να σημειωθεί,  ότι πλείστοι όσοι  Αρχιερείς και Ιερείς  λέγουν : « …και ορθοτομούντα,  τον λόγον της Σής  αληθείας ».
Πράγμα  ακατανόητον,  εάν αναλογισθώμεν,  ότι η Αλήθεια είναι  μία και μόνη. Αυτή του  Ενός και Μοναδικού Θεού και  ότι δεν υπάρ-χουν αλήθειες διαφόρων,  οπότε θα έπρεπε να ξεχωρίζονται ( δική  μου, δική σου και δική του αλήθεια ).
  
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ  ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ


     Ο  Αρχιδιάκονος,  εξελθών εις την  Ωραίαν Πύλην, αναγινώσκει  επί Αρχιερατικής Συλλειτουργίας  ή επί επισήμων Λειτουργιών, τα Δί-πτυχα,  ως εξής : « Βαρθολομαίου του Παναγιωτάτου και  Οικουμενι-κού Πατριάρχου…κ. ο. κ.». Τελευταίον, αναφέρεται  το όνομα του λει-τουργούντος Ιεράρχου και συνεχίζεται «…του  και προσκομίζοντος τα Τίμια Δώρα ταύτα, Κυρίω τω Θεώ ημών, υπέρ  ειρήνης και κατά-στάσεως του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των Αγίων  του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως, σωτηρίας τε και βοηθείας  του περιεστώτος λαού. Και ών έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάν-των και πασών ».  Είτα δε ο γ΄, Ιερεύς, εκφωνεί το « Και δός ημίν εν ενί στόματι…».
      Ο  Αρχιερεύς,  παραλαβών το  Τρίκηρον, εξέρχεται  και ευλογεί τον λαόν,  λέγων « Η χάρις του Κυρίου  ημών…», παραδίδει δε τούτο εις  τον β΄. Διάκονον, όστις ευρίσκεται  έμπροσθεν των βαθμίδων του Ιε-ρού Βήματος,  ενώ οι Χοροί, λέγουν χύμα το « Εις πολλά έτη  Δέσπο-τα ». Ο Διάκονος, εκφωνεί τα Πληρωτικά και  μετά ταύτα ο Αρχιε-ρεύς, αναγινώσκει χαμηλοφώνως   την ευχήν « Σοί παρακατατιθέμε-
θα…»  και ο  δ΄. Ιερεύς,  το « Και καταξίωσον  ημάς Δέσποτα…». 
 Το « Πάτερ  ημών…», απαγγέλλεται  υπό του Αναγνώστου ή  υπό παν-
τός  του λαού. Το  δε « Ότι Σού εστιν…»,  εκφωνεί κατόπιν ευλογίας,  ο ε΄. Ιερεύς. Απαγγελλομένης της Κυριακής  Προσευχής, οι Διάκονοι πάντες, τοποθετούν  το Οράριόν των σταυροειδώς. Ο Αρχιερεύς, ευλογεί  τον λαόν με το « Ειρήνη πάσι », ενώ ο Διάκονος, λέγει « Τας  κεφαλάς ημών…». Το « Χάριτι και οικτιρμοίς…», λέγει ο στ΄. Ιερεύς  λαβών ευλογίαν, ενώ ο Αρχιερεύς, αναγινώσκει χαμηλοφώνως την Ευχήν « Πρόσχες  Κύριε…».
  Με  το πέρας  αυτής, ο Διάκονος  εκφωνεί « Πρόσχωμεν »  και ο Αρ-χιερεύς, λαβών  και υψών τον Άγιον Άρτον  και ποιών με αυτόν το σημείον  του Σταυρού, υπεράνω του Δισκαρίου,  λέγει « Τα Άγια τοις Αγίοις », του Χορού  ψάλλοντος το « Είς Άγιος, είς Κύριος…». 
  Τούτου  ψαλλομένου,  καθώς και του  Κοινωνικού εν συνεχεία,  γίνε-ται ο μελισμός του Άρτου  τετραμερώς, η τοποθέτησις του ενός  τε-ταρτημορίου, του φέροντος το μονόγραμμα  IC εντός του Αγίου Πο-τηρίου, η ευλογία του  ζέοντος και η έκχυσις αυτού. Μεθ’ ό, ο Αρ-χιδιάκονος,  άρχεται απαγγέλλειν ευκρινώς και εις επίκοον των Λει-τουργών,  τας Ευχάς της Θείας Μεταλήψεως, εναλλάξ μετά του β΄. Διακόνου. Το  τελευταίον « Του Δείπνου σου του μυστικού…». Λέγει ο Αρχιερεύς, καθώς  και άλλας περιστασιακάς Ευχάς, ως το « Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε…» κ.λ.π.,   προπαρασκευαστικάς της Θείας Μετα-
λήψεως,  ήτις γίνεται  ως εξής :  
  Πρώτος  ο Αρχιερεύς,  ποιεί τρείς μετανοίας,  λέγων εις εκάστην το 
« Ο  Θεός ιλάσθητί  μοι τω αμαρτωλώ ». Ζητεί  συγχώρησιν παρά των Συλλειτουργών  και του λαού και προσερχόμενος, κοινωνεί  του Αγίου Σώματος και είτα, του Αγίου Αίματος,  λέγων τα επί τη περιστάσει λόγια. Ακολούθως και αφού  αποθέσει και το Άγιον Ποτήριον, καλεί τους Ιερείς να προσέλθουν  προς μετάληψιν, λέγων « Ιερείς του Κυ-ρίου προσέλθετε ».  
   Έκαστος  των Ιερέων,  αφού ζητήσει   συγχώρησιν παρά   των Αδελ-
φών  αυτού  και του  λαού, προσέρχεται  εκ του αριστερού μέρους  της Αγίας Τραπέζης, έχων τας  δύο χείρας ανοικτάς, με την δεξιάν  πα-λάμην επί της αριστεράς, εις σχήμα  Σταυρού, λέγων « Ιδού αναξίως προσερχομένω  μετάδός μοι Δέσποτα… το αναξίω Πρεσβυτέρω, το  Τίμιον και Πανάγιον και Πανακήρατον Σώμα του Κυρίου  και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών  και εις ζω-ήν την αιώνιον » και λέγων ταύτα, υπερβαίνει εκ των  όπισθεν τον Αρχιερέα και έρχεται εκ της δεξιάς του πλευράς, έτοιμος  να λάβει τον Άγιον Άρτον, εκτείνων τας χείρας πλησίον του Αγίου Δισκαρίου  και πάντως, επάνωθεν του Αντιμηνσίου. Ο Αρχιερεύς, μεταδίδων τε-μάχιον Αγίου Άρτου,  λέγει « Ιδού προσερχομένω μεταδίδοταί σοι… τω ευλαβεστάτω Πρεσβυτέρω, το Τίμιον και Πανάγιον  και Πανακή-ρατον Σώμα του Κυρίου..». Ο Ιερεύς, λαμβάνων το Άγιον Σώμα προ-σεκτικώς επί της δεξιάς  παλάμης, κύπτων, ασπάζεται την δεξιάν χεί-ρα του Αρχιερέως και μετ’ ευλαβείας, αποσύρεται αργά και  εκ δε-ξιών, όπισθεν της Αγίας Τραπέζης, ένθα προσεκτικώς και μετά κα-τανύξεως, καταλύει τον Άγιον Άρτον,  όν έχει επί της παλάμης.
   Τούτο  πράττουν  με την σειράν  των, άπαντες οι  συλλειτουργοί Ιε-ρείς  και μετ’ αυτούς δε, οι  Διάκονοι. Εάν τις των μη  λειτουργούν-των Ιερέων, βούλεται  να κοινωνήσει, λαβών ευλογίαν παρά  του Αρ-χιερέως, περιβάλλεται Επιτραχήλιον  και λαμβάνει σειράν, μετά τους λειτουργούς  Ιερείς και πρό των Διακόνων. Ακολουθούν οι Διάκονοι  κατά την ιδίαν Τάξιν και μετά τούτους, οι μη λειτουργήσαντες Διά-κονοι. Εάν  παρευρίσκεται έτερος Αρχιερεύς, όστις δεν συλλειτούργη-σε μετά των άλλων και βούλεται  να κοινωνήσει, ούτος περιβάλλεται Επιτραχήλιον και Ωμοφόριον και προσέρχεται και μεταλαμβάνει  Σώ-μα και Αίμα, πρό των συλλειτουργούντων Ιερέων.
   Περατωθείσης   της μεταδόσεως   του Άρτου, επανέρχεται  ο α΄. Ιε-
ρεύς  και λαμβάνων  την μούσαν ( σπόγγον ),  καθαρίζει επί του Αντι-μηνσίου  την παλάμην αυτού, από τυχόν υπολείμματα  Μαργαριτών και ήδη του Αρχιερέως έχοντος λάβει  ανά χείρας το Ποτήριον και εστραμμένου όντος προς  τα αριστερά, οπόθεν έρχεται ο προς Θείαν Μετάληψιν Ιερεύς,  λέγει τοις Ιερεύσιν « Ιερείς του Κυρίου, έτι προ-σέλθετε ». Τότε  ο α΄. Ιερεύς, λέγει « Ιδού, έτι αναξίως προσερχομένω μετάδός μοι Δέσποτα,  το Τίμιον και Πανάσπιλον και Πανακήρατον και Ζωηρόν Αίμα του Κυρίου και Θεού  και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού…τω αναξίω πρεσβυτέρω, εις άφεσιν αμαρτιών και   ζωήν  
την  αιώνιον ».  Και ο Αρχιερεύς « Ιδού  έτι προσερχομένω μεταδίδοταί  σοι… τω ευλαβεστάτω Πρεσβυτέρω,  το Τίμιον και Πανάσπιλον…».
Και  του μέν  Ιερέως κρατούντος  το Ποτήριον από της  βάσεως αυ-τού, του δε  Αρχιερέως κατευθύνοντος τον  κήλικα εις τα χείλη του Ιερέως,  κοινωνεί ούτος, χωρίς να λέγει τι,  ει μη μόνον μετά την Κοινωνίαν απάντων,  τών τε Ιερέων και των Διακόνων « Τούτο ήψα-
το  των χειλέων  ημών…».
  Σημειωθείτω,  ότι εις περίπτωσιν  Ιερατικού Συλλειτούργου,  οι Ιερείς  
κατά   τα πρεσβεία  της Ιερωσύνης  αυτών, κοινωνούν  Σώμα και Αίμα  
συνεχώς,  άνευ διακοπής  ποιούντες κύκλω  τη Τραπέζη.
  Ακολούθως  ο Αρχιερεύς  και οι Ιερείς,  απέρχονται εις το  Διακονι-κόν, προς απόνιψιν  και μεταλαβήν Κατακλαστού, ενώ  οι Διάκονοι, συστέλλουν τα Άγια  μετά προσοχής, απαγγέλλοντες το « Ανάστασιν  Χριστού…» και τα λοιπά πάντα.
  Επακολουθεί  υπό του Αρχιερέως  ή τινός επί τούτου  εντεταλμένου, το Κήρυγμα  του Θείου λόγου, όπερ κακώς  και με την δικαιολογίαν της εξοικονομήσεως  χρόνου, έχει μεταφερθεί εις την θέσιν ταύτην,  ενώ έδει να γίνεται ευθύς, μετά την ανάγνωσιν του  Ιερού Ευαγγε-λίου. Είτα ακολουθεί η Κοινωνία  των πιστών,  του  Αρχιδιακόνου  προσκαλούντος αυτούς,  με το « Μετά φόβου Θεού…».
  Τους  πιστούς,  μεταλαμβάνει  ο Αρχιερεύς, βοηθούμενος  υπό δύο Διακόνων εκατέρωθεν  αυτού, κρατούντων το Μάκτρον,  υποκάτω του στόματος των κοινωνούντων.  Δυνατόν να βοηθήσουν εις την Κοινω-νίαν  και άλλοι Ιερείς, οσάκις παρατηρείται πληθώρα  κοινωνούντων. Πληρωθείσης της Θείας Μεταλήψεως, ήτις  οφείλει να γίνεται με την δέουσαν προσοχήν και κατάνυξιν,  ο Αρχιερεύς, υψώνει το Άγιον Ποτήριον, λέγων « Σώσον ο Θεός  τον λαόν σου…», ενώ ο Δεξιός Χορός, ψάλλει το « Είδομεν το φώς  το αληθινόν…».
  Τοποθετών  το Άγιον Ποτήριον  επί της Αγίας Τραπέζης,  ο Αρχιε-ρεύς, θυμιά τούτο  τρίς και παραδίδει αυτό εις  τον α΄. Ιερέα, λέγων χαμηλοφώνως « Ευλογητός  ο Θεός ημών ». Ούτος δε, εξερχόμενος εις την  Ωραίαν Πύλην, προβάλλει τούτο τοις πιστοίς, επιλέγων « Πάντο-τε  νύν και αεί…». Τότε ο Διάκονος, λέγοι « Ορθοί μεταλαβόντες…» και  ο Αρχιερεύς, αναγινώσκει την Ευχαριστήριον Ευχήν, εις επίκοον πάντων ( παρ’  όλον του ότι ο συγγραφεύς της Θείας Λειτουργίας, ορίζει την ανάγνωσιν αυτής,  ΜΥΣΤΙΚΩΣ ) και επιλέγει την Εκφώ-νησιν « Ότι Σύ εί ο αγιασμός ημών…».


Α Π Ο Λ Υ Σ Ι Σ


    Είτα,  ο Αρχιερεύς   εκφωνεί « Εν ειρήνη  προέλθωμεν » και ο Διά-
κονος « Του  Κυρίου δεηθώμεν »,  ενώ ο Χορός, λέγει  χύμα το « Κύρι-ε ελέησον »  τρίς. Πλείστοι των Ιεροψαλτών,  προσθέτουν ενταύθα, το « Πάτερ Άγιε  ευλόγησον » ή το « Δέσποτα Άγιε ευλόγησον »  και μά-λιστα, κατ’ απαίτησιν των Κληρικών. Μέγα  σφάλμα αμφοτέρων, διό-τι το Τυπικόν και η Αρχέγονος  Τάξις, απαιτούν το « Κύριε ελέησον » τρίς και ουδέν άλλον.  
 Ο  υπό  του Αρχιερέως  ορισθείς Ιερεύς,  απαγγέλλει την Οπισθάμβω-νον  Ευχήν, μεθ’ ήν ο Αρχιερεύς, αναγινώσκει  ενώπιον της Αγίας Προθέσεως, την Ευχήν « Το  πλήρωμα του νόμου…».
  Ακολούθως,  εξέρχονται οι  πάντες μετά Καλυμμαυχίων  εις τον Σο-λέα, του Αρχιερέως  ισταμένου εις το ύψος της Ωραίας  Πύλης, έχον-
τος  εκατέρωθεν   αυτού τους   δύο Διακόνους   μετά Δικηροτρικήρων  
και  του Σταυρού  ευλογίας.  
   Ο  Αρχιδιάκονος  λέγει « Του Κυρίου  δεηθώμεν » και ο Αρχιερεύς,  λαβών τον Σταυρόν, ευλογεί τον  λαόν λέγων « Ευλογία Κυρίου και έλεος…». 
  Ο  Αρχιδιάκονος  λέγει « Κύριε  ελέησον ( τρίς ), Δέσποτα  Άγιε ευλόγησον ».
   Τέλος,  γίνεται η  Απόλυσις, διά  του « Δόξα Σοί ο  Θεός ημών…».
  Και  ο Αρχιερεύς,  αφού έχει παραδώσει  τον Σταυρόν εις τον Διά-κονον,   παραλαμβάνει παρ’ αυτού το Τρικήριον  και απαγγέλλων το « Ο Αναστάς εκ νεκρών…»,  άρχεται ηρέμα και μεγαλοπρεπώς, να ευλογεί τον   λαόν, του Δεξιού Χορού, ψάλλοντος πανηγυρικώς, το « Τον  Δεσπότην και Αρχιερέα ημών, Κύριε φύλαττε, εις πολλά έτη Δέσποτα,  εις πολλά έτη Δέσποτα, εις πολλά έτη Δέσποτα ».
  Μεθ’  ό, ο Αρχιερεύς,  λέγει το « Δι’ ευχών  των Αγίων Πατέρων η-μών »  και ο α΄. Ιερεύς, επιλέγει « Δι’  ευχών του Αγίου Δεσπότου η-μών…», ενώ  ο Δεξιός Χορός επισφραγίζει μεγαλοπρεπώς,  με το « Α-
μήν ». 
  Σημειώσεις :
  1. Συμφώνως  τη Πατριαρχική  Τάξει ήτις επικρατεί  εις τον Πάν-
σεπτον  Πατριαρχικόν  Ναόν, η Απόλυσις,  γίνεται από του Θρόνου.
  Ακολουθεί  η διανομή του  Αντιδώρου  παρά  του Αρχιερέως,  του Χορού ψάλλοντος  Πολυέλεον ή Καλλοφωνικόν  Ειρμόν. Κατά την διανομήν  του Αντιδώρου, οι πιστοί προσέρχονται  και λαμβάνουν εκ της χειρός του Αρχιερέως  το Αντίδωρον, ασπαζόμενοι αυτήν, ενώ ούτος, εύχεται « Ευλογία  Κυρίου και έλεος, έλθοι επί σέ ».
2) Τα « Κύριε  ελέησον », « Παράσχου  Κύριε » κ.λ.π., ψάλλονται  υπό των Χορών, ως εξής :
   Εάν  μετά την  Εκφώνησιν, θα  πρέπει να αρχίσει  ψάλλων ο Δεξιός Χορός,  ταύτα ψάλλονται υπό του Αριστερού  Χορού. Αντιθέτως, εάν μετά την Εκφώνησιν,  θα πρέπει να αρχίσει ψάλλων ο Αριστερός Χορός,  τότε ψάλονται υπό του Δεξιού Χορού.
  Τα  Ειρηνικά,  μοιράζονται  εις την μέσην  και εις τα Πληρωτικά,  τα μέν « Κύριε ελέησον »  ψάλλονται υπό του Δεξιού Χορού,  τα δε « Πα-ράσχου Κύριε », υπό του   Αριστερού και τούτο, διά να μην γίνεται  χασμωδία, αρχίζοντας ή σιωπούντες αμφότεροι.
3)  Οι Εκφωνήσεις  των Κληρικών και  τα ψαλλόμενα υπό των  Χορών Μέλη, δέον όπως ακολουθούν,  μάλλον ηπίαν και μετριοπαθήν απαγγελίαν,  αποκλειομένων παντελώς των κραυγών, υψηλών  τόνων και των μιμήσεων εκτελέσεως Άριας εκ  Μελοδράματος. Άλλωστε το επιδιωκόμενον αποτέλεσμα,  εστιάζεται εις την Λατρείαν της Πίστεως και την προσευχήν  και ουχί εις εντυπωσιασμούς και φωνητικάς επιδόσεις.


4)   Π Ρ Ο Η Γ Ι Α Σ Μ Ε Ν Η


    Εις  την Προηγιασμένην  Θείαν Λειτουργίαν, ο  Αρχιερεύς, εισέρχε-ται εις  τον Ναόν άνευ Μανδύου, καθ’  όν χρόνον ο Αναγνώστης, λέ-γει  το Τρισάγιον το ακολουθούν τους Μακαρισμούς  και συγκεκρι-μένως, εις το « Ότι Σου Εστίν…»,  που λέγει ο Ιερουργών Ιερεύς. Φθάνει εις το κέντρον  του Σολέα, ευλογεί τον λαόν ως συνήθως, ψαλλομένου του « Εις  πολλά έτη » και παραμένει εκεί.
  Μετά  το τέλος  των 12 « Κύριε  ελέησον » από τον  Αναγνώστην, ο Αρχιερεύς,  ιστάμενος εισέτι εις το κέντρον  του Ναού, λέγει την Ευ-χήν της Θ΄.  Ώρας « Παναγία Τριάς, το ομοούσιον κράτος…»,  μεθ’ ό ο Ιερεύς, ποιεί την Απόλυσιν των Ωρών.  Ο δε Αρχιερεύς, ανέρχεται και χοροστατεί από το Παραθρόνιον,  άνευ Μανδύου, φέρων επί του στήθους αυτού Εγκόλπιον και εις την  δεξιάν αυτού Χαζράνιον.  
  Τελευταίως,  είθισται μετά  την Απόλυσιν, να  εξέρχεται ο Αρχιερεύς  εκ του Αγίου Βήματος και  να πραγματοποιείται η Είσοδος,  ως προ-ανεφέρθη.  
  Εν  τω Εσπερινώ,  απαγγέλλει τον « Προοιμιακόν », το « Φώς  ιλαρόν » και τα δύο Αναγνώσματα.
  Το « Κέλευσον »,  απαγγέλλει ο Πρωτοψάλτης  ή είς βοηθός ( εις τον Πατριαρχικόν  Ναόν, ο Α΄. Δομέστικος ). 
  Εις  το « Κατευθυνθήτω »,  κατέρχεται από το Παραθρόνιον  και ποι-εί μετανοίας.
  Εις  το « Ευαγγέλιον »,  αποκαλύπτει το Επανωκαλύμμαυχον. 
  Εις  την Μεγάλην  Είσοδον, κατέρχεται,  ευλογεί ταύτην και ασπά-ζεται  το προσφερόμενον υπό του Διακόνου  Ιερόν Ευαγγέλιον, όστις ασπάζεται την  δεξιάν αυτού και επανέρχεται εις το Παραθρόνιον.
  Απαγγέλλει  το « Πάτερ ημών ».
  Κατέρχεται   εις το « Χάριτι  και οικτιρμοίς… » και  ανέρχεται μετά το « Είς  Άγιος, είς Κύριος…».
  Κατέρχεται  ομοίως εις το  « Μετά φόβου…».
  Λέγει  το « Σώσον  ο Θεός….» και  ανέρχεται μετά το  « Ευλογήσω τον Κύριον…».
  Εις  την Οπισθάμβωνον  Ευχήν, φοράει και  πάλι το Επανωκαλύμ-μαυχον.
  Εις  την Απόλυσιν,  ευλογεί διά του  Σταυρού, ψαλλόντων  των Χο-ρών « Τον Δεσπότην  και Αρχιερέα ».
  Διανέμει  το Αντίδωρον,   ΑΝΕΥ ουδεμιάς ψαλμωδίας   υπό των Χο-
ρών. 
  Εάν  όμως πρόκειται  να Ιερουργήσει, εις  την Θ΄. Ώραν ασπάζεται  τας Ιεράς Εικόνας και ευλογήσας  τον λαόν, εισέρχεται εις το Άγιον  Βήμα, όπου ενδύεται την Αρχιερατικήν  του Στολήν.
  Εξέρχεται  εις το « Ότι  σού εστίν…», ίσταται  εις το μέσον του Σολέα  και ποιεί όσα προεγράφησαν  ανωτέρω.
  Εις  το « Φώς  ιλαρόν » όμως,  εισέρχεται εις το  Άγιον Βήμα και εφεξής,  τελεί τα της Θείας Λειτουργίας  των Προηγιασμένων, κατά την συνήθη  Τάξιν.


5)  Α Κ Α Θ Ι Σ Τ Ο Σ   Υ Μ Ν Ο Σ


       Η  Είσοδος  του Αρχιερέως,  γίνεται με Μανδύαν  και Αρχιερατι-κήν Ράβδον ( Πατερίτσαν ),  ως συνήθως.
  Ο  Αρχιερεύς,  λέγει το « Βασιλεύ  Ουράνιε ».
  Εις  το « Τη  Υπερμάχω »,  ενδύεται Ωμοφόριον  και Επιτραχήλιον, που  του φέρει ο Διάκονος εις  τον Θρόνον.
  Απαγγέλλει  τους Οίκους  των Χαιρετισμών,  έμπροσθεν της Εικόνος  της Παναγίας, εις το μέσον  του Ναού.
  Θυμιά  τρίς εις  κάθε Στάσιν,  μόνο την Εικόνα  και εις το τέλος,  θυμιά και τον λαόν.  Παραδίδει το θυμιατόν και  λαμβάνει το Τρ-ικέρι ( έχομεν  αναφερθεί εις την κανονικότητα  ή μή, της παρουσίας Δικηροτρικήρων  εκτός Θείας Λειτουργίας ), διά του οποίου  ευλογεί τον λαόν, ψαλλόντων των Χορών το « Εις  πολλά έτη ».
  Ασπάζεται  την Εκόνα και  ανέρχεται εις τον  Θρόνον, όπου απεκ-δύεται  το Ωμοφόριον και το Επιτραχήλιον.
  Εις  το τέλος,  λέγει το « Ο Θεός  οικτηρείσαι ημάς…».
  Εις  την Απόλυσιν  που ποιεί ο Ιερεύς,  ψάλλεται το « Τον Δεσπότην  και Αρχιερέα », ενώ ο Αρχιερεύς,  ευλογεί διά του Σταυρού.


Σημειώσεις :  
1)  Εις τον  Πατριαρχικόν  Ναόν, ο Πατριάρχης,  εις τους τέσσαρας πρώτους  Χαιρετισμούς, χοροστατεί εκ του  Παραθρονίου, άνευ Μαν-δύου, φέρων  Εγκόλπιον και Χαζράνιον.
 Δεν  απαγγέλλει  τους « Οίκους »,  παρά μόνον το « Βασιλεύ  Ουράνιε » και το « Ο Θεός  οικτηρείσαι ημάς…».
2)  Εις τον  Ακάθιστον με  Συνοδικήν Χοροστασίαν,  χοροστατεί από τον Θρόνον,  ως ανωτέρω.
   Εις  την περίπτωσιν  αυτήν, συνοδεία τεσσάρων  Διακόνων, εισέρ-χεται εις το  Β΄. « Το Προσταχθέν » εις το Άγιον  Βήμα, ασπάζεται το Ιερόν Ευαγγέλιον και  έρχεται έμπροσθεν της Εικόνος της Παναγίας,  εις το Τέμπλον, όπου αναγιγνώσκει τους « Οίκους ».
  Εις  κάθε Στάσιν,  θυμιά τρίς την  Εικόνα και εις το  τέλος ΔΕΝ θυμιά τον  λαόν.
  Ευλογεί  με το Τρικέριον  ψαλλόντων των Χορών  το « Εις πολλά έτη » και  εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα,  όπου απεκδύεται το Ωμο-φόριον και  το Επιτραχήλιον και επανέρχεται ανερχόμενος  εις τον Θρόνον.
  Οι  Β΄.,  Γ΄. και  Δ΄. Στάσεις,  συνεχίζονται υπό  των Συνοδικών, αφού  πρωτίστως ως προελέγχθη,  εισέλθουν εις το Άγιον Βήμα,  ασπασθούν το Ιερόν Ευαγγέλιον και  ενδυθούν Επιτραχήλιον και Ωμοφόριον,  άτι-να φέρουν εις αυτούς οι Διάκονοι,  κατά σειράν των πρεσβειών αυ-τών.
  Εν  συνεχεία,  μετά την Δ΄. Στάσιν,  οι λοιποί συγχοροστατούντες  Αρχιερείς, κάνουν σχήμα προς τον  Πατριάρχη ή τον Χοροστατούντα Αρχιερέα  μπροστά εις τον Θρόνον και εισέρχονται εκ  της Ωραίας Πύλης εις το Άγιον Βήμα και ή παραμένουν  αναμένοντες το πέρας της Ακολουθίας ή αποχωρούν εκ του  Ναού.

6)  Κ Υ Ρ Ι Α Κ Η   Β Α Ϊ Ω Ν


     Ο  Αρχιερεύς  ποιεί την είσοδόν  του εις το Κοντάκιον,  περιβεβλη-
μένος  τον Μανδύαν  αυτού και κρατών  Αρχιερατικήν Ράβδον ( Πατε-ρίτσαν ).  Ευλογεί τον λαόν των Χορών ψαλλόντων  το « Εις πολλά έτη » και ανέρχεται εις  τον Θρόνον.
  Ψάλλει  τας Καταβασίας ( αύτη  εστίν καινοτομία της Ελλαδικής  Εκ-κλησίας, διότι ως προεγράφη αλλαχού,  ουδέποτε επιτρέπεται να ψάλ-λει χοροστατών  Αρχιερεύς και δή τας Καταβασίας, αίτινες αποτε-λούν  αναντίρρητον δικαίωμα του Πρωτοψάλτου ) και την Θ΄. Ωδήν.
  Μετά  ταύτην,  περιβληθείς  Επιτραχήλιον και  Ωμοφόριον, αναγινώ-σκει  την Ευχήν των Βαϊων. Ακολούθως,  παραδίδει τα άμφια εις τους Διακόνους  και κατά την συνήθη Τάξιν, λαμβάνει « Καιρόν »  με-τά το « Αινείτε » των Αίνων, του Δεξιού Χορού  ψάλλοντος το « Τον Δεσπότην και Αρχιερέα », ευλογεί  τον λαόν ως έχει προαναφερθεί και εισέρχεται εις το  Άγιον Βήμα, ακολουθών την συνήθη Διάταξιν της Θείας Λειτουργίας.
    
7)  Ε Ι Σ   Τ Ο Υ Σ   Ν Υ Μ Φ Ι Ο Υ Σ


    Ο  Αρχιερεύς,  εισέρχεται εις  τον Ναόν, πρό της  ενάρξεως της Ακολουθίας,  έρχεται εις το μέσον του  Σολέα, ευλογεί τον λαόν ως συνήθως,  των Χορών ψαλλόντων το « Εις πολλά έτη » και  χοροστατεί από το Παραθρόνιον, άνευ Μανδύου, φέρων  Σταυρόν και Χαζράνιον.
  Ο  Ιερεύς,  λαβών « Καιρόν »,  ποιείται την έναρξιν  της Ακολουθίας.  
  Κατά  την διάρκειαν  αυτής, ο Αρχιερεύς,  λέγει τα του Προεστώτος,  ήτοι : το « Βασιλεύ Ουράνιε »,  τον « Εξάψαλμον », τον « Ν΄. Ψαλμόν »,  το « Σοί δόξα πρέπει… », το « Αγαθόν το  εξομολογείσθαι… » και το « Επουράνιε Βασιλεύ… » και  το « Στερεώσαι…».
 Ψάλλει  το « Εξαποστειλάριον ».
 Εις  το « Αινείτε » που  ψάλλεται αργόν και συγκεκριμένως  εις το δεύτερον « αινείτε », κατέρχεται  από του Παραθρόνιον και ασπάζεται την Εικόνα  του Νυμφίου.
  Εις  το τέλος,  ευλογεί δια  της δεξιάς αυτού  χειρός, των Χορών ψαλλόντων  το « Εις πολλά έτη », την κατάληξιν  του οποίου ( Δέσποτα ), λαμβάνει ο Αριστερός  Χορός, διά να συνεχίσει ο Δεξιός, με τα Ιδιόμελα  των Αίνων.
  Ευλογεί  τον λαόν  πρό του Ιερού  Ευαγγελίου.


8)  Μ Ε Γ Α Λ Η    Π Ε Μ Π Τ Η ( Π Ρ Ω Ϊ Α  )


    Ο  Αρχιερεύς,  προσέρχεται εις  τον Ναόν, πρό της  ενάρξεως του Εσπερινού  και χοροστατεί από τον  Θρόνον, με Μανδύαν, Σταυρόν  εις το στήθος και Αρχιερατικήν  Ράβδον ( Πατερίτσαν ), .
   Η  Είσοδος  εις τον Ναόν,  γίνεται ως συνήθως.
  Απαγγέλλει  τον « Προοιμιακόν »,  ψάλλει το « Φώς ιλαρόν », αναγι-νώσκει  τα Αναγνώσματα και απευθύνει προς τον  λαόν, πάσας τας ευλογίας.
  Εις  το Ευαγγέλιον,  αποκαλύπτει το Επανωκαλύμμαυχον.
  Εις  την Μεγάλην  Είσοδον, κατέρχεται  από τον Θρόνον.
  Απαγγέλλει  το « Πιστεύω… »,  το « Πάτερ ημών… » και  τα « Ειρήνη πάσι », ευλογών  διά της χειρός.
  Κατέρχεται  εις το « Σε  υμνούμεν », εις  το « Χάριτι και οικτιρμοίς »  και εις το « Μετά φόβου ».
  Λέγει  το « Σώσον  ο Θεός τον  λαόν σου » και  ανερχόμενος εις τον  Θρόνον, φορεί εκ νέου  το Επανωκαλύμμαυχον.
  Λέγει  το « Ευλογία  Κυρίου » και εις  την Απόλυσιν, την  οποίαν ποιεί ο Ιερεύς,  ευλογεί με τον Σταυρόν, των  Χορών ψαλλόντων « Τον Δε-σπότην  και Αρχιερέα ».
  Μοιράζει  το Αντίδωρον,  από τας βαθμίδας  του Θρόνου, ως συνή-θως.
  Οι  Χοροί,  ουδέν ψάλλουν  κατά την ώραν της  διανομής του Αντι-δώρου.
    Εάν  πρόκειται  να Ιερουργήσει,  λαμβάνει « Καιρόν » πρό  της ενάρ-ξεως του Εσπερινού  και εισελθών εις το Άγιον Βήμα,  ενδύεται την Αρχιερατικήν αυτού Στολήν  και εξέρχεται εις τον Θρόνον.
  Μετά  ταύτα ο  Ιερεύς, λαμβάνει « Καιρόν » υπό  του Αρχιερέως και άρχεται η Ακολουθία.
  Εις  το « Φώς  ιλαρόν », εισέρχεται  εις το Άγιον Βήμα και  εφεξής, τελεί τα της Θείας  Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου,  κατά την συνήθη Τάξιν.
  
10)  Μ Ε Γ Α Λ Η    Π Ε Μ Π Τ Η ( Ε Σ Π Ε Ρ Α Σ  )


      Ο  Αρχιερεύς,  εισέρχεται εις  τον Ναόν, πρό της  ενάρξεως της Ακολουθίας  και χοροστατεί με Μανδύαν,  Σταυρός επί του στήθους και  Αρχιερατικήν Ράβδον ( Πατερίτσαν ),  από τον Θρόνον.
  Η  Είσοδος,  γίνεται ως  συνήθως.
  Λέγει   το « Βασιλεύ  Ουράνιε », τον  « Εξάψαλμον », τον  « Ν΄. Ψαλ-
μόν »,  την « Δοξολογίαν »  και το « Αγαθόν το  εξομολογείσθαι ».
 Εις  το Β΄. « Ότε  οι ένδοξοι Μαθηταί », εξέρχονται  οι Διάκονοι μετά Δικηροτρικήρων και  ίστανται εκατέρωθεν του Θρόνου.
  Αρχομένου  του Γ΄. « Ότε  οι ένδοξοι Μαθηταί »,  ο Αρχιερεύς, συν-οδευόμενος υπό  των Διακόνων, εισέρχεται εις το Άγιον  Βήμα, ενδύ-εται Ωμοφόριον και Επιτραχήλιον  και έμπροσθεν της Ωραίας Πύλης, αναγιγνώσκει  το Α΄. Ευαγγέλιον της Διαθήκης, των δύο Διακόνων,  ισταμένων εκατέρωθεν αυτού. Εις το τέλος, ευλογεί με  το Τρικέριον, των Χορών ψαλλόντων το « Εις πολλά έτη »,  σύντομον.  
  Εν  συνεχεία,  απεκδύεται το  Ωμοφόριον και το  Επιτραχήλιον και με  την συνοδείαν των Διακόνων,  ανέρχεται εις τον Θρόνον, ενώ  οι Χοροί, ψάλλουσι τα « Αντίφωνα ».
  Τα  λοιπά  Ευαγγέλια,  αναγινώσκονται  υπό των Ιερέων,  κατά την σειράν Οφφικίων  και πρεσβειών.  
  Ψάλλει  το « Εξαποστειλάριον ».
  Εις  την περιφοράν  του Σταυρού, κατέρχεται  του Θρόνου και ίστα-ται έμπροσθεν  των βαθμίδων αυτού. Δεν ασπάζεται τον  Σταυρόν, αλλά μετά την στήριξίν του εις  τον Σολέα, ανέρχεται εις τον Θρό-νον.
  Εις   το « Αινείτε »  που ψάλλεται αργόν   και συγκεκριμένως εις  το  
δεύτερον  « αινείτε »,  κατέρχεται από  τον Θρόνον και ασπάζεται  τον Σταυρόν.
  Εις  το τέλος,  ευλογεί τον  λαόν διά της  χειρός αυτού, των  Χορών ψαλλόντων το « Εις  πολλά έτη » και ανέρχεται πάλιν  εις τον Θρόνον.
  Το  ΙΒ΄. Ευαγγέλιον,  το οποίον αναγινώσκεται  υπό του Διακόνου, όστις ψαλλομένου  του « Και νύν » των Αποστίχων, έρχεται  μετά του Ιερού Ευαγγελίου εις τον Θρόνον,  αιτήσας δε και λαβών ευλογίαν παρά του Αρχιερέως,  κατά την εν τη Θεία Λειτουργία Τάξιν, επαν-έρχεται εις  το Άγιον Βήμα και εκείθεν, μεταβαίνει εις τον Άμβωνα, οπόθεν  αναγινώσκει το Ευαγγέλιον.
  Μετά  το τέλος  του Ευαγγελίου,  ο Αρχιερεύς, ευλογεί  τον λαόν διά του Σταυρού  και ψάλλεται αργόν το « Εις  πολλά έτη » του Ευαγ-γελίου ». Ο  δε Διάκονος, κατελθών του Άμβωνος,  φέρει το Ιερόν Ευ-αγγέλιον εις τον Αρχιερέα  προς ασπασμόν, ασπασάμενος δε την χεί-ρα του Αρχιερέως,  εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα.
  Εις  την Απόλυσιν  που ποιεί ο Ιερεύς,  ευλογεί και πάλιν διά  του Σταυρού, των Χορών ψαλλόντων  το « Τον Δεσπότην και Αρχιερέα ».


9)  Μ Ε Γ Α Λ Η    Π Α Ρ Α Σ Κ Ε Υ Η  ( Π Ρ Ω Ϊ Α )


       Ο  Αρχιερεύς,  εισέρχεται εις  τον Ναόν, πρό της  ενάρξεως της Ακολουθίας. 
  Η  Είσοδος  πραγματοποιείται  ως συνήθως, των Χορών  ψαλλόντων το « Εις πολλά  έτη », χαμηλοφώνως. Εν συνεχεία,  ανέρχεται και χο-ροστατεί από τον  Θρόνο, με Μανδύαν, Σταυρόν και Αρχιερατικήν  Ράβδον ( Πατερίτσαν ).
  Άρχονται  αι Μεγάλαι  Ώραι και ο Αρχιερεύς,  απαγγέλλει το « Βα-σιλεύ Ουράνιε » και  τας διαφόρους Ευχάς, εις το τέλος κάθε  Ώρας.
  Εις  τον Εσπερινόν,  λέγει τον « Προοιμιακόν »,  ψάλλει το « Φώς ιλαρόν », αναγινώσκει  τα Αναγνώσματα, το « Καταξίωσον », λέγει  το « Ειρήνη πάσι ».
  Το  Ευαγγέλιον,  αναγινώσκεται  υπό του Διακόνου,  όστις ποιεί ως προεγράφη  ανωτέρω, διά το ΙΒ΄. Ευαγγέλιον  της Ακολουθίας των Αγίων Παθών.
  Εις  την Περιφοράν  του Σώματος του  Χριστού, κατέρχεται  από τον Θρόνον και ίσταται  έμπροσθεν των βαθμίδων αυτού.
  Εις  το « Σε  τον αναβαλλόμενον »,  προσκυνεί τον Επιτάφιον  και το Ιερόν Ευαγγέλιον,  ευλογεί τον λαόν διά της χειρός  αυτού, των Χο-ρών ποιούντων σχήμα  προς αυτόν ( ήτοι, άνευ του « Εις πολλά  έτη » διά την θανήν του Κυρίου ) και ανέρχεται  εις τον Θρόνον.
  Λέγει  το « Νύν  απολύεις ».
  Εις  την Απόλυσιν  που ποιεί ο Ιερεύς,  ευλογεί από τον Θρόνον  διά του Σταυρού, των Χορών  επισφραγιζόντων την Απόλυσιν διά  του « Αμήν », αποκλειομένου του « Τον  Δεσπότην και Αρχιερέα » .      


10)  Μ Ε Γ Α Λ Η    Π Α Ρ Α Σ Κ Ε Υ Η  ( Ε Σ Π Ε Ρ Α Σ )


     Ο  Αρχιερεύς, εισέρχεται  εις τον Ναόν, πρό της  ενάρξεως της Ακολουθίας. 
  Η  Είσοδος  πραγματοποιείται  ως συνήθως, των Χορών  ποιούντων σχήμα ( άνευ του « Εις  πολλά έτη » διά τους προαναφερομένους  λό-γους ) και χοροστατεί από τον Θρόνον,  με Μανδύαν, Σταυρόν και Αρχιερατικήν Ράβδον ( Πατερίτσαν ).
  Λέγει  το « Βασιλεύ  Ουράνιε », τον « Προοιμιακόν »  και τον « Ν΄. Ψαλμόν ».
  Εις  τα « Καθίσματα »,  λαμβάνουσι « Καιρόν » παρά  του Αρχιερέως οι Διάκονοι  και εισελθόντες εις το Άγιον  Βήμα, ενδύονται τας στο-λάς αυτών  και εξελθόντες, ίστανται εκατέρωθεν του  Θρόνου, φέρον-τες Δικηριτρίκηρα.
  Εις  την Δ΄.  Ωδήν, εισέρχεται  εις το Άγιον Βήμα  συνοδεία των Διακόνων   και ενδύεται την Αρχιερατικήν  του Στολήν. Ομοίως και οι Ιερείς,  λαβόντες « Καιρόν » υπό του Αρχιερέως,  ενδύονται τας Ιερατικάς στολάς αυτών.
  Μετά  την Θ΄.  Ωδήν ( εις  τα « Εγκώμια » ),  ο Αρχιερεύς, εξέρχεται  εκ της Ωραίας Πύλης και  θυμιά τον Επιτάφιον, ψάλλων  το « Η ζωή εν τάφω », τας Εικόνας  του Τέμπλου και τον λαόν περιερχόμενος  τον Ναόν συνοδεία των Διακόνων πάντοτε. Τελειώνοντας,  παραδίδει το θυμιατόν και ανέρχεται εις τον Θρόνον.
  Λέγει  τας Εκφωνήσεις  των Μικρών Συναπτών  και εις τας τρείς Στάσεις  των Εγκωμίων. Κατέρχεται εις  το « Έρραναν τον τάφον », που το  ψάλλει ο ίδιος, ραίνει τον Επιτάφιον  με ροδόσταγμα και άνθη και ανέρχεται εκ  νέου εις τον Θρόνον.
  Εάν  το επιθυμεί,  ψάλλει το « Άγιος  Κύριος ο Θεός ημών ».
  Εις  το « Αινείτε » που  ψάλλεται αργόν και  συγκεκριμένως εις το  δεύτερον « αινείτε », κατέρχεται  από τον Θρόνον και ασπάζεται τον  Επιτάφιον. Εις το τέλος, ΔΕΝ ευλογεί  τον λαόν και ανέρχεται εκ νέ-ου εις τον  Θρόνον.
  Εις  το τέλος  της Δοξολογίας  εις το Ασματικόν,  πραγματοποιείται η Έξοδος  του Επιταφίου, δια την κεκανονισμένην  περιφοράν και ο Αρχιερεύς, προηγείται αυτού.
  Εις  την επάνοδον  εις τον Ναόν,  έμπροσθεν της Ωραίας  Πύλης, εκφωνεί : « Πρόσχωμεν.  Σοφία. Ειρήνη πάσι » και εισέρχεται  εις το Άγιον Βήμα, ψάλλοντας τα Απολυτίκια,  πραγματοποιών τρείς γύρους κύκλωθεν της Αγίας Τραπέζης  θυμιών τον Επιτάφιον και βοηθού-μενος υπό των Ιερέων, τοποθετεί  εις το « κηδεύσας απέθετο », το Σώμα επί της Αγίας Τραπέζης.
  Ο  Αρχιερεύς,  αναγιγνώσκει  το Ευαγγέλιον  έμπροσθεν της Ωραίας  Πύλης. Περαίρων, ευλογεί  με το Τρικέριον τον λαόν,  των Χορών ψαλλόντων το « Εις  πολλά έτη ».
  Την  Απόλυσιν,  πραγματοποιεί  ο ίδιος ο Αρχιερεύς,   έμπροσθεν της  
Ωραίας  Πύλης, των  Χορών απαντόντων  εις το « Δι’ ευχών » διά  του « Αμήν », αποκλειομένου  παντελώς, του « Τον Δεσπότην και  Αρχιε-ρέα ».


11)  Μ Ε Γ Α    Σ Α Β Β Α Τ Ο Ν  ( Π Ρ Ω Ι Α )


     Ο  Αρχιερεύς,  χοροστατεί από  του Θρόνου, με Μανδύαν,  Εγκόλ-πιον και Αρχιερατικήν  Ράβδον ( Πατερίτσαν ).
  Απαγγέλλει  τον « Προοιμιακόν »,  ψάλλει το « Φώς ιλαρόν »,  αναγι-γνώσκει τα Αναγνώσματα  και απαγγέλλει τους Στίχους εις  τα « Τον Κύριον υμνείτε ».  
  Επίσης,   απαγγέλλει   το « Πιστεύω »,   λέγει τα « Ειρήνη  πάσι », το 
« Πάτερ  ημών », το « Σώσον  ο Θεός τον λαόν σου »  και το « Ευλο-γία Κυρίου ».
  Ευθύς  μετά το  Ανάγνωσμα του  Αποστόλου, αντί  Αλληλουϊαρίου, ο Αρχιερεύς,  άρχεται του « Ανάστα ο Θεός »,  ραίνων διά φύλλων δάφ-νης, όλον τον  Ναόν, συνοδευόμενος υπό των Διακόνων, και  επαν-έρχεται εις τον Θρόνον.
  Εις  το Ευαγγέλιον,  αποκαλύπτει το Επανωκαλύμμαυχον  και το φο-ρεί εκ νέου, μετά την  Οπισθάμβωνον Ευχήν.
  Κατέρχεται  του Θρόνου εις  την Μεγάλην Είσοδον,  εις το « Σε υμ-νούμεν »,  εις το « Χάριτι και οικτιρμοίς »  και εις το « Μετά φόβου ».
  Ο  Ιερεύς   ποιεί την  Απόλυσιν και   ο Αρχιερεύς, ευλογεί  τον λαόν  
από  του Θρόνου  διά του Σταυρού,  των Χορών ψαλλόντων  το « Τον Δεσπότην και  Αρχιερέα ».
  Διανέμει   το Αντίδωρον   από τας βαθμίδας   του Θρόνου, ενώ οι  
Χοροί  σιωπούν.


12)  Π Α Ν Ν Υ Χ Ι Σ  - Α Κ Ο Λ Ο Υ Θ Ι Α   Τ Ο Υ Π Α Σ Χ Α


           Ο  Αρχιερεύς, εισέρχεται  εις τον Ναόν, πρό της  ενάρξεως της  
Ακολουθίας. 
  Η   Είσοδος  πραγματοποιείται  ως συνήθως, ανέρχεται  εις τον Θρό-νον και χοροστατεί  με Μανδύαν, Σταυρόν και Αρχιερατικήν  Ράβδον ( Πατερίτσαν ).
  Ευλογήσαντος  του Ιερέως, λέγει  το « Βασιλεύ Ουράνιε ».
  Ο  Αναγνώστης  το Τρισάγιον   κ. λ. π. και ο  Αρχιερεύς, τον Ν΄. Ψαλ-
μόν.
  Με  το πέρας  αυτού, άρχεται  ο Κανών « Κύματι  θαλάσσης ».
  Εις  την Δ΄. Ωδήν,  εξέρχονται οι Διάκονοι  ενδεδυμένοι, μετά Δικη-ροτρικήρων  και ο Αρχιερεύς, λαμβάνει « Καιρόν » διά  την Θείαν Λειτουργίαν.
  Εισέρχεται  εις το Άγιον  Βήμα και ενδύεται  την Αρχιερατικήν του  Στολήν.
  Μετά  την Απόλυσιν  της Παννυχίδος,  η οποία τελείται  υπό του Ιε-ρέως, ψάλλει  το « Δεύτε λάβετε φώς ».
  Αναγινώσκει  το Ευαγγέλιον  της Αναστάσεως,  εκφωνεί το « Δόξα  τη Αγία και Ομοουσίω…»  και ψάλλει το « Χριστός ανέστη » και  απαγ-γέλλει τους στίχους αυτού.
  Μετά  τα « Ειρηνικά »,  τα οποία εκφωνεί  ο Διάκονος, λέγει την  Εκ-φώνησιν « Ότι πρέπει Σοί  πάσα δόξα…» και άρχεται του Αναστασί-μου  Κανόνος.       
  Μετά  την ΣΤ΄. Ωδήν   και το Συναξάριον,   λέγει πρώτος αυτός, το « Ανάστασιν  Χριστού θεασάμενοι » και ακολουθούν οι  Χοροί ανά μίαν φοράν.
  Ούτος  επίσης,  αναγινώσκει  πρό του « Μετά  φόβου…» τον Κατηχη-τικόν  Λόγον του Αγίου Ιωάννου του  Χρυσοστόμου.


13)  Ε Σ Π Ε Ρ Ι Ν Ο Σ   Τ Η Σ Α Γ Α Π Η Σ


     Εάν  το Επισκοπείον,  ευρίσκεται πλησίον  του Ναού, πρό της ενάρ-
ξεως  του Εσπερινού,  προσέρχονται οι Ιερείς,  οι Διάκονοι και οι Χοροί  των Ψαλτών εις αυτό, ένθα λαβόντες  « Καιρόν » παρά του Αρχιερέως, ενδύονται  τας στολάς αυτών.
  Ακολούθως,  ενδύεται και  ο Αρχιερεύς, των  Χορών ψαλλόντων το  Δοξαστικόν « Αναστάσεως  ημέρα », εις αργόν Μέλος.
  Μετά  τούτο,  κατέρχονται  εν πομπή εις  τον Ναόν, των Χορών  ψαλ-λόντων το « Χριστός  ανέστη » αργόν και του Αρχιερέως,  κρατούντος Αρχιερατικήν Ράβδον ( Πατερίτσαν )  και το Ιερόν Ευαγγέλιον.
  Εάν  το Επισκοπείον  ευρίσκεται μακράν  του Ναού και η ανωτέρω  τελετή, καθίσταται αδύνατος,  ο Αρχιερεύς, προσέρχεται εις τον  Ναόν ενωρίς, με την συνήθη διαδικασίαν  της εισόδου.
  Ακολούθως,  εισέρχεται εις  το Άγιον Βήμα, όπου  ευθύς αμέσως, εν-δύεται  την Αρχιερατικήν αυτού Στολήν,  λαμβάνει το θυμιατόν και εκφωνεί « Δόξα  τη Αγία και Ομοουσίω…».
  Εν  συνεχεία,  ψάλλει το « Χριστός  ανέστη » μετά των στίχων  αυτού,  
θυμιών  κύκλω την  Αγίαν Τράπεζαν.
  Μετά  τα « Ειρηνικά »,  ο Αρχιερεύς, λέγει  την Εκφώνησιν « Ότι πρέπει  Σοί πάσα δόξα…» και άρχονται  οι Χοροί ψάλλοντες τα Κε-κραγάρια  και τα Εσπέρια.
  Εις  το « Κατευθυνθήτω »,  ο ίδιος ο Αρχιερεύς,  θυμιά τας Εικόνας του Τέμπλου  και τον λαόν, προπορευομένων των  Διακόνων μετά Δι-κηροτρικήρων.
  Μετά  το πέρας  της θυμιάσεως,  παραδίδει το θυμιατόν  εις τους Διακόνους και  ανέρχεται εις τον Θρόνον.
  Ψαλλομένου  του Προκειμένου « Τις  Θεός Μέγας…», εισέρχεται  εις το Άγιον Βήμα και αναγινώσκει  από της Ωραίας Πύλης, το Ευαγ-γέλιον « Ούσης  οψίας…» κατά περιόδους.
  Τούτον,  επαναλαμβάνεται  υπό των Ιερέων και  Διακόνων, εις δια-φόρους  γλώσσας.
  Μετά  το Ευαγγέλιον,  παραμένει εις το  Άγιον Βήμα, έμπροσθεν  της Αγίας Τραπέζης και απαγγέλλει  τας Εκφωνήσεις, απαγγέλλει το « Κα-ταξίωσον  Κύριε », μέχρι και το « Είη το κράτος…» ( εννοείται  και την Ευχήν της Κεφαλοκλισίας, ως ο τελών την Ακολουθίαν.
  Κατόπιν  εξέρχεται  πάλιν, προηγουμένων  πάντοτε των Διακόνων   και των Ιερέων εις τα  Απόστιχα και ανέρχεται εις  τον Θρόνον, απ’ ό-που ευλογεί   τον λαόν και τελεί την Απόλυσιν,   με τα διαλογικά 
 « Χριστός  Ανέστη », « Αληθώς  Ανέστη » κ. λ. π.    
  Εάν  η όλη  Ακολουθία  ήρχισεν από  του Επισκοπείου,  τότε εν πομπή πάλιν,  επανέρχονται άπαντες εις  αυτό, ένθα ποιεί εκεί την  Απόλυσιν και ακολούθως, δέχεται  τας Πασχαλίους Ευχάς, του Κλήρου  και του λαού.




Γ Ε Ν Ι Κ Α Ι   Δ Ι Α Τ Α Ξ Ε Ι Σ
Ε Κ   Τ Ο Υ   Α Γ Ρ Α Φ Ο Υ   Τ Υ Π Ι Κ Ο Υ


ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ  ΟΦΦΙΚΙΑΛΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ
ΕΝ  ΣΧΕΣΕΙ  ΜΕ ΤΑ ΔΙΑΚΡΗΤΙΚΑ  
ΤΩΝ  ΟΦΦΙΚΙΩΝ  ΤΩΝ


1)  Α Ρ Χ Ι Μ Α Ν Δ Ρ Ι Τ Η Σ


      α)  Φέρει  πάντοτε  Σταυρόν, είτε  φέρει άμφια, είτε  όχι.
      β)  Φορεί  Επανωκαλύμμαυχον,  εις επισήμους τελετάς ( Επιμνημο-σύνους  Δεήσεις, Δοξολογίας, Αγιασμούς, Γάμους και  Βαπτίσεις ), ως και ο Επίσκοπος. Εις την Θείαν  Λειτουργίαν, δεν φορεί. 
      γ) Φορεί  πάντοτε εις  το θυμίαμα της  Θ΄. Ωδής, εις τον  Χερου-βικόν Ύμνον και  όταν κηρύσσει.  
      δ) Φορεί  τούτον εις  την Απόλυσιν  και την διανομήν  του Αν-τιδώρου.


2)  Ι Ε Ρ Ο Μ Ο Ν Α Χ Ο Σ


       α)  Φορεί  Επανωκαλύμμαυχον,  εις τας περιπτώσεις  που φορεί και ο Αρχιμανδρίτης.
       β)  Δεν φέρει  ουδέποτε Σταυρόν.
  
3)  Π Ρ Ω Τ Ο Π Ρ Ε Σ Β Υ Τ Ε Ρ Ο Σ


       Φέρει  πάντοτε  Σταυρόν, είτε  φέρει άμφια, είτε  όχι.


4)  Α Γ Α Μ Ο Σ   Δ Ι Α Κ Ο Ν Ο Σ   


       α)  Φορεί  Επανωκαλύμμαυχον,  εις επισήμους τελετάς,  ΜΟΝΟΝ όταν εκπροσωπεί τον  Επίσκοπο.
       β)  Δεν φέρει  ουδέποτε Σταυρόν.   


5)  Η Γ Ο Υ Μ Ε Ν Ο Σ   Μ Ο Ν Η Σ


   Ο  Ηγούμενος  Μονής, φέρει  τα διακρητικά του  Αρχιμανδρίτου και  
επί  πλέον  εις τον  Εσπερινόν   και Όρθρον,  φέρει Μανδύαν   και Ράβ-
δον.


Σημειώσεις :
α)  Άπαντες   οι ανωτέρω,   συμπεριλαμβανομένου   και του Οικονόμου,  
πλήν   του Διακόνου   και του Ιερομονάχου  ( εκτός και του το χορη-
γήσει  Επίσκοπος ),  φέρουν Επιγονάτιον.      
β)  Τα διακριτικά   των Οφφικιάλων   Κληρικών, ισχύουν   και φέρον-
ται  ΜΟΝΟΝ  εις τα  όρια της  Επισκοπής που  τα έλαβον, εκτός,  εάν λαμβάνοντες « Καιρόν »  Οφφικιάλοι Κληρικοί, εις Ιερόν  Ναόν έξω της Επισκοπής των, προσφέρουν  και ταύτα ( τα διακριτικά, δηλαδή Σταυρόν,  Επανωκαλύμμαυχον κ.λ.π. ) τω χοροστατούντι Αρχιερεί  και λάβουν ευλογίαν, ήτις θεωρείται αποδοχή.

                                
                                              ΕΚ  ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ
                                             ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ  ΙΩΑΝΝΙΔΗ
                                             ΑΡΧΟΝΤΟΣ  ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΟΥ
                                                                    ΕΛΛΗΣ   16 182 33
                                                               ΑΓ.  ΙΩΑΝΝΗΣ  ΡΕΝΤΗΣ
                                                                ΤΗΛ.  210 – 48 – 24 – 725 
















Α Π Α Ν Τ Η Σ Ε Ι Σ
Ε Π Ι   Λ Ε Ι Τ Ο Υ Ρ Γ Ι Κ Ω Ν   Θ Ε Μ Α Τ Ω Ν


1)  Π Ε Ρ Ι   Α Μ Φ Ι Ω Ν


α)  Τίνος  χρώματος,  επιβάλλεται  να είναι τα  Άμφια των Ιερέων  και τα καλύμματα,  κατά τας διαφόρους Ακολουθίας  του Ενιαυτού και κατά την τέλεσιν  των διαφόρων Μυστηρίων ;


Το  χρώμα  κατ’ αρχήν,  έχει θετικήν επίδρασιν  επί των παρισταμένων εις  τας διαφόρους Ακολουθίας και  κρύβει διαφόρους ψυχολογικούς συμβολισμούς,  επ’ αυτών.
Το  μαύρο,  σημαίνει  πένθος και  συντριβή.
Το  λευκό,  χαρά και  αγνότητα.
Το  κόκκινο,  θυσία και  αίμα.
Έχει  λοιπόν  επικρατήσει,  κατά την τέλεσιν  του Αγίου Βαπτίσματος,  Επίσκοπος και Ιερείς, να  φέρουν λευκά Άμφια
Λευκά  Άμφια, επικρατούν  και κατά την περίοδον  του Πάσχα, ενώ εις τας   καθημερινάς Ακολουθίας της  Μ. Τεσσαρακοστής, σκούρα ή
μαύρα.


β)  Η  Είσοδος  του Εσπερινού,  υποχρεώνει τον Ιερέα,  να φέρει Φελώ-νιον ;


Εάν  ο Εσπερινός  έχει Είσοδον,  ο Ιερεύς φέρει  απαραιτήτως το Φε-λώνιον,  από την στιγμήν του θυμιάματος,  εις το « Κατευθυνθήτω », εις την περίπτωσιν  απουσίας Διακόνου και οπωσδήποτε κατά την Είσοδον.  Οι γνωρίζοντες καλώς την Τάξιν, αντιλαμβάνονται εκ του  Φελωνίου του Ιερέως ή του Στιχαρίου του Διακόνου, το εάν  θα πραγματοποιηθεί Είσοδος, κατά την Ακολουθίαν του Εσπερινού.  Εάν δεν φέρουν αυτά, Ιερεύς και Διάκονος αντιστοίχως, δεν προβλέπει  η Ακολουθία Είσοδον.    


γ)  Η  Ακολουθία  της Προθέσεως,  προβλέπει να φέρουν  Φελώνιον οι Ιερείς ;


Η  Ακολουθία  της Προθέσεως,  τελείται υπό του  Ιερέως, αφού πρωτί-στως  έχει ενδυθεί απαραιτήτως, άπασαν  την Ιερατικήν αυτού Στολήν.
δ)  Δύναται  Αρχιμανδρίτης,  θεολόγος ή μη,  να λάβει μέρος εις  Ιερόν Μυστήριον, μόνο  με το Επιτραχήλιον και  άνευ Φελωνίου ;


Ουχί.  Μόνον κατά  την Εξομολόγησιν,  φέρουν μόνον Επιτραχήλιον.  Εις τας τελέσεις των Μυστηρίων,  φέρουν άπασαν την Ιερατικήν αυ-τών  Στολήν.


ε)  Εις  τον Όρθρον  του Μ. Σαββάτου,  όταν είναι μόνος ο  Ιερεύς, τι πρέπει να  κρατεί ; Τον Επιτάφιον ή  το Ευαγγέλιον ;


Η  λιτανεία  του Επιταφίου,  γίνεται κατά μίμησιν  της εκφοράς και της ταφής  του Κυρίου και ανάγεται εις  τους νεωτέρους χρόνους.
Τα  Αρχαία  Τυπικά, ανέφερον  ότι κατά την ώραν  της Δοξολογίας ή του  Ασματικού αυτής, εγένετο  απλώς Είσοδος μετά Ευαγγελίου,  προ-κειμένου να αναγνωσθεί μετά το  τέλος της Δοξολογίας, το Εωθινόν Ευαγγέλιον.  
Αργότερον,  η Είσοδος ταύτη,  άρχισε να συσχετίζεται,  με την μετα-φοράν του Σώματος  του Κυρίου, προς ταφήν. Κατόπιν  εισήλθεν η μεταφορά του Ευαγγελίου  πλαγίως ή επί του ώμου του Ιερέως και  τέλος το τύλιγαν διά του Αέρος, όστις συμβόλιζε  τα νεκρικά οθόνια του Χριστού. Η τελευταία φάσις του  γεγονότος, προσέθεσε και τον Επιτάφιον, όστις τείνει να  εκτοπίσει το Ευαγγέλιον. Η Είσοδος εξε-λίσσεται εις λιτανείαν  και κατά την είσοδον εν τω Ναώ, ο Διάκο-νος ποιήσας Σταυρόν μετά  του θυμιατού, λέγει : « Σοφία, ορθοί » και οι Ιερείς « Ο Ευσχήμων Ιωσήφ »,  έως του « κηδεύσας απέθετο ». Κα-τόπιν εισέρχονται άπαντες εις το Άγιον Βήμα.
Ταύτα,  ως ιστορική  εξέλιξις της λιτανείας  του Επιταφίου και της θέσεως  του Ευαγγελίου, εν αυτή. Το Ευαγγέλιον,  λιτανεύεται ομού μετά του Επιταφίου, εις τα  Απόστιχα του Εσπερινού της Μ. Παρα-σκευής, καθώς  επίσης και κατά την εκφοράν του Επιταφίου, εις τον  Όρθρον του Μ. Σαββάτου και αποτίθενται αμφότερα, επί της  Αγίας Τραπέζης, μετά την επιστροφήν της λιτανείας.  
Το  Ευαγγέλιον,  εικονίζει το  Σώμα του Κυρίου.  Εις τον Επιτάφιον εικονίζεται  η σινδών, προσομοιάζουσα με το  Σάβανον, το περιτυλί-γον το Σώμα  του Κυρίου. Η διαφορά ταύτη, έπεξεν  αρκετά σοβαράν αιτίαν, εις την ψυχολογίαν  των πιστών, εις τρόπον ώστε, κατά την ημέραν  ταύτην, να παραθεωρείται η θέσις του Ευαγγελίου.  Εις αυ-τόν τον λόγον οφείλεται ίσως το γεγονός, ότι  τινές των Ιερέων, ιδί-ως όταν Ιερουργούν μόνοι εις τον  Ναόν, κατά τας δύο αυτάς λιτα-νείας, προτιμούν – κακώς βέβαια – να  κρατούν τον Επιτάφιον και ου-χί το Ευαγγέλιον.
Το  ορθόν  είναι, εάν  ο Ιερεύς Ιερουργεί  μόνος, να κρατεί επί  του στήθους το Ευαγγέλιον  και να φέρει επί της κεφαλής  και των ώμων του τον Επιτάφιον,  ερριμένον προς τα νώτα.
   
2)  Π Ε Ρ Ι 
Θ Ε Ι Α Σ   Λ Ε Ι Τ Ο Υ Ρ Γ Ι Α Σ  


α)  Δύναται  ο Ιερεύς,  να τελέσει μόνον  Θ. Λειτουργίαν, παραλείπον-τας  τον Όρθρον ;  


Η  Θ. Λειτουργία,  είναι εντελώς ανεξάρτητη,  από την Ακολουθία του Όρθρου,  διά τούτο, πρό της ενάρξεως της  Θ. Λειτουργίας, πραγμα-τοποιείται Απόλυσις  του Όρθρου, κατά την διάρκειαν της Δοξολο-γίας.  
Ο  Ιερεύς,  δύναται να  τελέσει Θ. Λειτουργίαν  άνευ Όρθρου, πλήν όμως,  υποχρεούται ή να τελέσει κατά  μόνας Όρθρον, ή να παρακο-λουθήσει  τελουμένην Ακολουθίαν Όρθρου οπουδήποτε,  ή να αναγνώ-σει κατ’ ιδίαν αυτήν. Εάν έχει  πραγματοποιηθεί τί εξ’ αυτών, δύνα-ται.


β)  Δύναται  να τελεσθεί  Θ. Λειτουργία,  απόντων λαού και  Ιεροψάλ-του ;


Εις  ουδεμίαν  περίπτωσιν,  δύναται να πραγματοποιηθεί  τούτο. Ο λα-ός διά του αντιπροσώπου  του εις το Ιερόν Αναλόγιον, θα απαντήσει  εις τας διαφόρους Ευχάς και αυτός ο ίδιος  λαός, θα λάβει τας ευ-λογίας του Ιερέως. Ο Ιεροψάλτης,  δύναται να αντικατασταθεί υπό ευσεβών απλών ανθρώπων του λαού,  καταλλήλως πεπαιδευμένους υπό του ιδίου του Ιερέως, όστις δύναται  να ψάλλει ένα δύσκολο μάθημα, ή και υπό ετέρου Κληρικού. Ο λαός όμως  είναι απαραίτη-τος, διότι δι’ αυτόν τελείται η Ακολουθία. Επ’ αυτού, μου  εξιστορή-
θει  υπό λίαν  σεβαστού γέροντος  Ιερέως, το εξής περιστατικόν,  το οποίον και θα μεταφέρω, όπως  ακριβώς το άκουσα :
Την  γιορτή  του Αη Γεώργη, έπρεπε  παιδί μου, να πάω σ’ ένα  ξωκκλήσι, 3 ώρες μακρυά, με  το γαϊδουράκι μου. Σηκώθηκα λοιπόν  λίγο μετά τα μεσάνυχτα, πήρα τα απαραίτητα  και έφυγα για το ξωκκλήσι. Όταν έφτασα, καθάρισα  το εκκλησάκι μέσα κι έξω, έβγα-λα νερό κι απ’ ένα  πηγάδι, που βρισκόταν εκεί, κατάβρεξα το χώρο γύρω – γύρω  και ξεκουράστικα 5 – 10΄ λεπτά. Μετά, έκανα την Πρό-θεση και  βγήκα στο διάσελο, να αγναντέψω τον κάμπο, αν ερχόταν κανείς.  Η ώρα περνούσε. Πήγε 8, πήγε 9, πήγε 9.30, αλλά οι συγ-χωριανοί  μου, μετά το χτεσινό Πασχαλινό ξεφάντωμα, ξέχασαν τον Άη – Γιώργη. Βλέποντας  ότι δεν έρχεται κανείς, μπήκα στο εκκλη-σάκι, έβαλα το Πετραχήλι και βγήκα στην  Ωραία Πύλη. Εκεί, στρά-φηκα προς την Εικόνα του Κυρίου, έκανα το Σταυρόν μου και  γυρίζοντας προς την Εικόνα τ’ Άη - Γιώργη, του είπα : « Άγιε μου Γιώργη, εγώ τα ξέρω,  εσύ τα ξέρεις, Δι ευχών των Αγίων Πατέρων ημών….» τα μάζεψα και γύρισα στο κονάκι μου.


γ)  Ο  Απόστολος,  πρέπει να δίδεται  εκ του Ιερέως προς  τον Ανα-γνώστην, να ανγινώσκεται  από τον Σολέα και να παραλαμβάνεται  εκ νέου υπό του Ιερέως, προκειμένου να  τοποθετηθεί επί της Αγίας Τραπέζης ;


Τούτον,  είναι αδικαιολόγητος  νεωτερισμός, διότι το  βιβλίον του Από-στόλου,  αποτελεί μέρος του « εξωπλισμού » του  Αναλογίου. Η θέσις του λοιπόν, είναι μαζί  με τα υπόλοιπα βιβλία ( Παρακλητική, Μη-ναία,  Ωρολόγιον, Ψαλτήριον κ. λ. π. ), εις την άμεσον διάθεσιν  των Ψαλτών. Από τα λειτουργικά βιβλία γενικά, μόνο το Ευαγγέλιον  αξι-ούται ιδιαιτέρας τιμής και δι’ αυτόν τον λόγον, τοποθετήται επί  της Αγίας Τραπέζης.
  Η  ανάγνωσις  του Αποστόλου  εκ του Σολέως,  είναι εφικτή, μόνον  όταν ο Ναός διαθέτει  Αναγνώστην, οπότε αναγινώσκεται  η περικοπή του Αποστόλου, εκ του  πρώτου βάθρου του Δεσποτικού Θρόνου.  Ό-ταν όμως η ανάγνωσις, πραγματοποιηθεί  εξ ενός των κυρίων Ψαλ-τών, αύτη γίνεται  εκ της θέσεως αυτών, εις τα Ιερά Αναλόγια,  δε-δομένου, ότι η Τάξις, απαγορεύει εις αυτούς,  την κάθοδόν τους εκ των Αναλογίων, δι  οιανδήποτε  αιτίαν,  πρό  του « Αμήν »  του « Δι’ ευχών »  της Απολύσεως.


δ)  Τελευταίως,  κατόπιν Εγκυκλίου  της Αρχιεπισκοπής Αθηνών,  προ-σετέθησαν μετά την Ανάγνωσιν  του Αποστόλου, « Αλληλουϊάρια » μετά   στίχων, προκειμένου να θυμιάσει ο   Ιερεύς, τας Εικόνας του  
Τέμπλου  και τον λαόν.  Είναι σωστό κάτι  τέτοιο ; 


Είναι  γνωστόν,  ότι άπασαι  αι Ιεραί Ακολουθίαι,  έχουσι κυριολεκτι-κώς « καρατομηθεί »,  εκ της γνωστής βιασύνης των Κληρικών,  παν-τός βαθμού. Διά την ακρίβειαν, έχουν  καταργηθεί εις την Ακολου-θίαν του Εσπερινού,  τα εξής :
Η  Θ΄, Ώρα,  το Ψαλτήριον,  οι Στίχοι « Θού  Κύριε » και η Λιτή.
Εις  την Ακολουθίασν  του Όρθρου, τα εξής :
Το  Μεσονυκτικόν,  αι Στιχολογίαι  των Καθισμάτων, ο  Πολυέλεος ή Άμωμος ( αναλόγως  την περίπτωσιν ), οι Κανόνες και  η Στιχολογία των Αίνων.
Εις  την Ακολουθίαν  της Θ. Λειτουργίας,  τα εξής :
Τα  Τυπικά  και οι Μακαρισμοί,  η Εκτενής μετά την  ανάγνωσιν του Ευαγγελίου  και το Κοινωνικόν, το οποίον  αντικαθίσταται συνήθως, εκ του κηρύγματος.
Βεβαίως  εις τα Αρχαία  Τυπικά, υπήρχαν τα  « Αλληλουϊάρια », αλλά  σιγά – σιγά, καταργήθηκαν  και αυτά, προς εκοικονόμησιν « χρόνου ».
Εάν  τώρα,  αυτά και  μόνον αυτά,  περισώσουν τας  Ιεράς Ακολουθίας  εκ της χρονικής πιέσεως  των Κληρικών, τι να είπωμεν  επί πλέον ;  


ε)  Οι  Ψάλται,  ψάλλουν αργά  μαθήματα, εις τρόπον  ώστε να επιμη-κύνονται  αι Ακολουθίαι και να καθυστερεί  η Απόλυσις.


Οι  Ψάλται,  όντως ψάλλουν  αργά Μαθήματα, αλλά  τα ψάλλουν όταν δικαιολογούνται  εκ της εξελήξεως της Ακολουθίας και  είναι τα ίδια ακριβώς, που ψάλλονται τοιουτοτρόπως  εξ αρχαιοτάτων χρόνων. Πα-λαιότερον, εψάλλοντο ακόμα αργότερα.  Τι άλλαξε ; Κατ’ αρχήν, αυ-τό που παρατηρείται τελευταίως, είναι  ότι, ενώ αι διάφοροι Ευχαί, αναγινώσκονται μυστικώς,  ως  γράφουν  και οι Άγιοι  συγγραφείς, των  διαφόρων Ακολουθιών,  τινές των Κληρικών παντός  βαθμού, εκτός του ότι αναγινώσκουν  αυτάς, εις επίκοον πάντων, αναμένουν  πρώτα το πέρας της ψαλμωδίας και κατόπιν  αρχίζουν την κάθε Ευχήν. Πολλάκις δε, αναγινώσκουν  αυτάς τοιουτοτρόπως, ώστε να καλύπτε-τε και αυτήν την  ψαλμωδίαν. Άλλη αιτία καθυστερήσεως, είναι ότι πλείστοι εξ’  αυτών, όταν εκφωνούν, νομίζει κανείς, ότι ευρίσκεσαι εις την  όπεραν και ακούει άριαν. Επίσης, έτεροι, όταν αρχίσουν να κηρύττουν,  λησμονούν την ώραν Απολύσεως και επιμηκύνουν ταύ-την, επ’ αόριστον. Μήπως  λοιπόν, θα πρέπει να ερευνήθεί αλλού η αιτία των καθυστερήσεων ; Εκτός όμως  όλων αυτών, προς τι η βία διά συντόμευσιν των Ακολουθιών ;


στ)  Το  κήρυγμα,  πρέπι να γίνεται  μετά το Ευαγγέλιον  ή την ώραν του Κοινωνικού ;


Η  θέσις  του κηρύγματος,  είναι αμέσως μετά  την ανάγνωσιν του Ευαγγελίου  και δεν θα πρέπει να διαρκεί  περισσότερον από 7 – 8΄ λεπτά. Καθίσταται  προτιμότερον να αναρωτούνται οι πιστοί « Γιατί  σταμάτησε », παρά να λένε « Αμάν, ακόμα λέει ; Πότε  Θεέ μου θα σταματήσει ; ». Η γνώμη μας είναι, ότι εάν  κάποιος ομιλητής, δεν δύναται εντός 7 – 8΄ λεπτών, να δώσει  τα μηνύματα που επιθυμεί, καλύτερον να μην ομιλεί.


ζ)  Πότε  ο Ιερεύς,  δικαιούται να  ευλογήσει διά του  Σταυρού ;


Ο  Ιερεύς,  ουδέποτε δικαιούται  να ευλογεί διά του Σταυρού.  Το δι-καίωμα τούτο, το έχουν μόνον  οι Αρχιερείς. Τινές των Ιερέων, συ-νηθίζουν  να ευλογούν διά του Σταυρού, κατά το « Και έσται  τα ελέ-ει του Μεγάλου Θεού…», επηρεαζόμενοι κακώς, εκ  των Αρχιερατι-κών Λειτουργιών. Επίσης και κατά την Απόλυσιν.  Και πάλιν κακώς, διότι ως προελέγχθη, δεν κατέχουν αυτό το δικαίωμα.


η)  Πώς  πραγματοποιείται  το Συλλείτουργον Ιερέων ;


Κατ’  αρχήν,  τινές των  Κληρικών, αγνοούν  τα « Περί Συλλειτούργου  Ιερέων ». Βεβαίως τούτο, αποτελεί  μικρογραφίαν του Αρχιερατικού Συλλειτούργου,  πλήν όμως, διαφέρει κατά πολύ, εις τα λεγόμενα  εν αυτό. Αρχικώς, διά να είναι « κανονικόν » έν Ιερατικόν  Συλλείτουρ-γον, θα πρέπει απαραιτήτως αφ’ εσπέρας, να λάβουν  μέρος εις την Ακολουθίαν του Εσπερινού, τουλάχιστον τρείς, εκ  των μελόντων να συλλειτουργήσουν την επομένην. Ούτοι, δεν δικαιούνται  να ψάλλουν τι έτερον, εκτός του « Φως ιλαρόν », μέχρι του « και Άγιον  Πνεύμα Θεόν », να εισέλθουν εντός του Αγίου Βήματος διά να συμπληρώ-σουν  το επίλοιπον, το Προκείμενον της ημέρας άπαξ ( οι Χοροί των Ψαλτών, ψάλλουν  κατόπιν το αυτό δίς ).
Εις  την Λιτήν,  ο πρώτος τη  Τάξει, λέγει το « Επάκουσον  ημών ο Θεός » και το « Ειρήνη  πάσι », ο δεύτερος, το « Δέσποτα  Πολυέλεε » και ο τρίτος, το « Κύριε  Ιησού Χριστέ ο Θεός ». Κατόπιν ο πρώτος,  κατάρχει το « Θεοτόκε Παρθένε » βοηθούντων και  των λοιπών, αλλ’ αυτός μόνος θυμιά και στρέφει  περί τους άρτους, μετά του Διακό-νου.
Εις  την Θ.  Λειτουργίαν,  το « Δεύτε προσκυνήσωμεν » μέχρι  το χαρα-κτηριστικόν της ημέρας ( π. χ. « ο  Αναστάς εκ νεκρών » ) και εισέρ-χονται εις το  Άγιον Βήμα, οπότε την κατάληξιν λαμβάνει ο Αριστε-ρός  Χορός. Πολλάκις συνηθίζεται υπό πολλών Κληρικών, να ψάλλε-ται  εξ αγνοίας, ολόκληρον το Εισοδικόν εις τον Σολέα και ο Αρι-στερός  Χορός, αναγκαστικά, να ψάλλει εκ νέου το « Σώσον ημάς Υιέ Θεού…». Κατόπιν  ψάλλουν το Απολυτίκιον, κατά την διάρκειαν του οποίου, ο πρώτος τη Τάξει,  θυμιά την Αγίαν Τράπεζαν και τας Εικόνας του Τέμπλου, το « Μνήσθητι Κύριε…»  εφ’ όσον υπάρχει μνημόσυνον, το Κοντάκιον και το « Άγιος ο Θεός », μετά τον Αρι-στερόν  Χορόν, διά τρίτην φοράν. Τινές των Κληρικών, αγνοούντες την Τάξιν, απαιτούν να ψάλλεται το  « Άγιος ο Θεός » πεντάκις. Τού-τον αποτελεί μέγα σφάλμα και απαιτείται μόνον εις Αρχιερατικήν  Λειτουργίαν, επισημαίνων μιάς εκ των ιδιαιτεροτήτων της Αρχιερα-
τικής  παρουσίας.    


θ)  Πότε  πρέπει  να γίνεται  η προσκύνησις  του Τιμίου Σταυρού,  εις τας Εορτάς της Υψώσεως  και Σταυροπροσκυνήσεως και η διανομή  των Βαϊων, κατά την ομώνυμον Κυριακήν ;


Κανονικώς,  η προσκύνησις  του Τιμίου Σταυρού,  θα πρέπει να πραγματοποιείται,  κατά την ώραν της τελετής, οπότε  ψάλλονται τα κατάλληλα τροπάρια, πλήν  όμως, λόγω της μεγάλης αναστατώσεως, που  επικρατεί κατά την ώραν ταύτην, καλόν είναι  να προσκυνούν, μόνον οι Χοροί των Ψαλτών, που  ήδη ευρίσκονται εις τον Σολέα και να πείθονται οι  πιστοί, να προσκυνούν εις το τέλος της Θ. Λει-τουργίας,  λαμβάνοντες κατόπιν και το Αντίδωρον.  
Το  αυτό,  δύναται  να εφαρμόζεται  και κατά την Κυριακήν  των Βαϊων. Να λαμβάνουν  δηλαδή, ταυτοχρόνως Αντίδωρον  και Βαϊα, από τον Ιερέα.


ι)  Κατά  την περίοδον  του Πεντηκοσταρίου, με τι επισφραγίζουμε  τας Ακολουθίας ; Με « Δι’ ευχών » ή με « Χριστός  Ανέστη » ; 


Το  Τυπικόν  της του Χριστού  Μεγάλης Εκκλησίας,  ορίζει σαφέστατα  
εις  την σελίδα  41, παράγραφον  50, ότι το « Δι΄ ευχών  των Αγίων Πατέρων ημών »,  «….το επισφράγισμα εστί πάσης  προσευχής και Ιεροπραξίας και δή  της Θ. Λειτουργίας. Εν τη Διακαινησίμω  όμως Εβδομάδι, αντί τούτου καταλιμπανομένου,  ο Ιερεύς μετά την Απόλυσιν και του Εσπερινού  και της Θ. Λειτουργίας, εκφωνεί τρίς το « Χριστός  Ανέστη » και ο λαός ανταπαντά εκάστοτε, λέγων το « Α-ληθώς  Ανέστη », είτα ο Ιερεύς « Δόξα τη αυτού τριημέρω εγέρσει » και  ο λαός « Προσκυνούμεν αυτού την τριήμερον έγερσιν » και αύθις το « Χριστός  Ανέστη » ολόκληρον »..
Άρα  το « Χριστός  Ανέστη », παύει  να ισχύει από την  Θ΄. Ώραν πρό του Εσπερινού  της Κυριακής του Θωμά ( Σάββατον  Εσπέρας ), και λέγεται εκ νέου, μόνον  εις την Απόδοσιν του Πάσχα, δηλαδή την  Τετάρτη της Εβδομάδος, μετά την Κυριακήν του  Τυφλού. Πολλοί εκ των Ιερέων συνηθίζουν – κακώς  βέβαια και παρατύπως – να επισφραγίζουν τας Ιεράς  Ακολουθίας, καθ’ όλον το Πεντηκοστάριον ( μέχρι της Αποδόσεως  του Πάσχα ) διά του « Χριστός Ανέστη ». Δεν μας εξηγούν όμως,  το διατί εφ’ όσον επισφραγίζουν με αυτό, εάν χοροστατεί Αρχιερεύς,  λένε και το « Δι’ ευχών του Αγίου Δεσπότου ημών…»!!! 


ια)  Το « Στερεώσαι  Κύριος ο Θεός »,  θα πρέπει να λέγεται  υπό του Αναγνώστου ή των  Ψαλτών ;


Και  πάλιν  το Τυπικόν  της Μεγάλης του  Χριστού Εκκλησίας αλλά  και όλα τα Λειτουργικά βιβλία,  αναφέρουν ρητώς, ότι ο Διάκονος εκφωνεί « Σοφία »,  ο Ιερεύς « Ο ών ευλογητός Θεός ημών…», ο Χο-ρός « Αμήν »  και ο  Προεστός,  ή ο αυτός,  ή έτερος Ιερεύς  το « Στε-ρεώσαι  Κύριος ο Θεός…».  Δύναται να το απαγγείλλει  ο Αναγνώστης ή και είς εκ  των Ψαλτών, εφ’ όσον δεχθούν  οι Ιερείς, ότι εις το εξής, αυτός  θα είναι ο Προεστός εν τω Ναώ. Κακώς  λοιπόν τινές εξ’ αυτών, απαιτούν και μάλιστα  φορτικώς το τοιούτον.


ιβ)  Σαν  επισφραγιστικόν  Τροπάριον του Όρθρου,  τι είναι το ορθόν να λέγεται ;  Το « Σήμερον σωτηρία » ή το « Αναστάς  εκ νεκρών » ή μήπως και τα δύο ;


Συμφώνως  προς τα Αρχαία  Τυπικά και τα Λειτουργικά  βιβλία της Εκκλησίας μας ( Οκτώηχος  κ.λ.π. ), εις το τέλος του Όρθρου, μετά  την Δοξολογίαν και το Ασματικόν αυτής, καθοριζόταν  να ψάλλονται εναλλάξ, πότε το πρώτον και πότε το δεύτερον.  Υπάρχουν αι κάτωθι μαρτυρικαί παραδόσεις επ’ αυτού :    
1) Εις  τους Κυρίους  Ήχους ( δηλαδή Α΄.,  Β΄., Γ΄. και Δ΄. ), να  ψάλ-λεται το « Σ’ημερον σωτηρία » και  εις τους Πλαγίους ( δηλαδή Πλ. του Α΄., Πλ. του Β΄., Βαρύν  και Πλ. του Δ΄. ), να ψάλλεται το « Α-ναστάς εκ νεκρών ». 
2) Να   ψάλλονται   αμφότερα εκ  περιτροπής, κάθ’  εκάστην Κυριακήν ( δηλαδή  εις τον Α΄., Γ΄., Πλ. του Α΄.  και Βαρύν, το « Σήμερον σωτηρία » και  εις τον Β΄., Δ΄., Πλ. του Β΄. και Πλ. του  Δ΄., το « Α-ναστάς εκ νεκρών» ).  
Υπήρχεν  όμως μία  παρεξήγησις  επ’ αυτού και  δυστυχώς, είναι κα-ταγεγραμμένη  και εις τα βιβλία της Εκκλησίας  μας, ίσως από άγνοιαν. Το « Αναστάς  εκ νεκρών », αναγράφεται ως τροπάριον  Ήχος Πλ. του Δ΄.. Τούτον αποτελεί μέγα  σφάλμα, διότι το συγκεκριμένον τροπάριον,  συναντάται εις τον Όρθρον της Τετάρτης των   Μυροφό-
ρων  εις Ήχον  φυσικά Β΄.
Από  τας πρώτας  δεκαετίας του 20  αιώνος, το « Αναστάς  εκ νεκρών »,
έχει  καταργηθεί  και το Τυπικόν  της Μεγάλης του Χριστού  Εκκλη-σίας, δεν αναφέρει οτιδήποτε  επ’ αυτού.


ιγ)  Διατί  η ανάγνωσις  του Εωθινού Ευαγγελίου  πραγματοποιείται, με τον  Ιερέα εστραμμένον προς Βορράν ;


Εδώ  υπάρχει  αναταραχή  και συσκότισις  του συμβολισμού της  Α-κολουθίας. Τούτο συνέβη  με την μετάθεσιν του Ευαγγελίου,  από την αρχικήν του θέσιν πρό των  Κανόνων, μετά απ’ αυτούς. Βέβαια τού-τον  εγένετο διά να υπάρξει δυνατότης εις περισσοτέρους  πιστούς, να το ακούσουν. Με την κίνησιν όμως ταύτην,  εχάθη και ο συμβολι-σμός.
Προς  διασαφήνισιν  των ανωτέρω, ανφέρεται  ότι αρχαιότερον, το Ευαγγέλιον  εδιαβάζετο υπό του Άμβωνος, όστις  ευρίσκετο τότε, εις το κέντρον του  Ναού, έμπροσθεν της Ωραίας Πύλης συμβολίζων  τον « Εκκυλισθέντα λίθον » υπό λευκοενδεδυμένου  Ιερέως, παριστάνοντος τον Άγγελον, ενδεδυμένον « δι’  ενδύματος λευκού ωσεί χιών », και κηρύσσοντα εις τας  Μυροφόρους την Ανάστασιν.    
Ετέρα  ερμηνεία,  αναφέρεται εις  την σχετικήν διήγησιν  του Ευαγγε-λιστού Μάρκου,  ότι « αι γυναίκες εισήλθον  εις το μνημείον και εί-δον νεανίσκον,  καθήμενον εν τοις δεξιοίς ». Την ιδίαν θέσιν,  κατά-λαμβάνει και ο Ιερεύς, παρά την Αγίαν Τράπεζαν ( τον  τάφον του Κυρίου ). Δεξιά δηλαδή του Θυσιαστηρίου.
Γενικώς,  λόγω του ότι  τα Εωθινά Ευαγγέλια  των Κυριακών, ανα-φέρονται  άπαντα εις το γεγονός της Αναστάσεως,  ο Ιερεύς παρι-στάνων τον Άγγελον, ευαγγελίζεται  εις τους πιστούς αυτό τούτο το γεγονός. Την Ανάστασιν.


ιδ)  Ο  Ιερεύς  ή ο Αρχιερεύς,  μνημονεύουν κατά την  Μεγάλην Είσο-δον, εκ της  Ωραίας Πύλης ;


Η  Τάξις  αναφέρει,  ότι η Εκφώνησις  που γίνεται κατά την  διάρκειαν της Μ. Εισόδου « Πάντων  ημών, μνησθείη Κύριος ο Θεός, εν τη  βα-σιλεία αυτού πάντοτε, νύν και αεί και  εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν », καθίσταται  υπέραρκετόν διά την περίστασιν. Όλα τα υπό-λοιπα,  τυγχάνουν ανεπίτρεπτοι νεωτερισμοί και συμπτώματα επιδεί-ξεως  πολυμαθείας και ανθρωπαρεσκείας.
Ο  Ιερεύς,  εισέρχεται  απ’ ευθείας  εις το Άγιον  Βήμα, χωρίς τι  το επί πλέον. Εξαίρεσις  δύναται να γίνει, εις Εγκαίνια  Ιερών Ναών, εις την Πανήγυριν και  εις μνημόσυνον των κτιτόρων του Ναού.  Η συνεχής όμως επανάληψις, πολλάκις ολοκλήρου  λίστας ονομάτων, καθίσταται ενοχλητική διά τους  πιστούς, αλλά και εις αυτόν τον Θεόν, δεν θα πρέπει  να είναι αρεστή.
Περί  της μνημονεύσεως  υπό του Αρχιερέως,  η Τάξις, αναφέρει μό-νον,  ότι ο Διάκονος ή ο Ιερεύς,  λέγουν προς τον Αρχιερέα Της Αρ-χιερωσύνης  σου, μνησθείη Κύριος ο Θεός εν τη βασιλεία  αυτού ». Εκείνος ανταπαντά « Της Διακονίας ή της  Ιεροσύνης υμών…» και ει-σέρχονται άπαντες εις το Άγιον  Βήμα. Από του σημείου τούτου, με-χρι του να λάβει τα Άγια  ο Αρχιερεύς και να μνημονεύει, υπάρχει μεγάλη και αδικαιολόγητος  απόστασις.


ιε)  Όταν  γίνεται  Εκφώνησις «Της  Παναγίας Αχράντου  κ.λ.π.», είναι ορθόν  να λέγεται το « Υπεραγία  Θεοτόκε, σώσον ημάς» ;


Η  παρεμβολή  του « Υπεραγία  Θεοτόκε, σώσον ημάς » όταν  λέγεται το όνομά της, δεν επιτρέπεται  και δεν αναφέρεται ουδαμού, εις την ορθήν  Λειτουργικήν Τάξιν. Η μόνη δικαιολογία αυτού  του νεωτερι-σμού, δύναται να χρεωθεί, εις την  ευλάβειαν των πιστών, προς το όνομα και πρόσωπον  της Θεομήτορος. Τυπικώς, δεν στέκει, διότι η Εκφώνησις,  απευθύνεται προς τον Χριστόν και δι’ αυτόν τον λόγον εις  το τέλος της, οι Χοροί ψάλλουν « Σοί Κύριε ». 
Εκτός  όμως αυτού, διακόπτει  με μίαν άσκοπον παρεμβολήν,  την φρά-σιν της διακονοκής προς  τον λαόν προτροπής, επισκιάζοντας τοιου-τοτρόπως,  το όλον νόημά της και μεταθέτοντας το βάρος της,  από τον Χριστόν και εις την παράθεσιν εις αυτόν της  ζωής μας, εις τας πρεσβείας της Θεοτόκου.


ιστ)  Εις  το « …τη  σή χάριτι»,  τι είναι ορθόν ; Το « Κύριε  ελέησον » ή το « Αμήν »;.


Ουδένα  εκ των παλαιών  εντύπων Λειτουργικών  βιβλίων, δεν προσδι-
ορίζει  επακριβώς  την απάντησιν,  εις την διακονικήν  αυτήν αίτησιν. Βάσει  όμως ωρισμένων ενδείξεων,  δυνάμεθα να καταλήξωμεν εις  το συμπέρασμα, ότι η ορθή απάντησις,  είναι το « Κύριε ελέησον ».
Η  αναφορά  όλων, είναι  ότι μετά το « Εν  ειρήνη, του Κυρίου  δεη-θώμεν », ο λαός απαντά  εις εκάστην δέησιν, διά του  « Κύριε ελέη-σον ». Το « Αμήν »,  επιφυλάσσεται μόνον διά το τέλος της  Ιερατικής Ευχής.


ιζ)  Πότε  ψάλλεται  και πότε όχι  το Απολυτίκιον του  Ναού και εφ’ όσον υπάρχουν  παρεκκλήσια, τα Απολυτίκια των  τιμωμένων με αυτά Αγίων ;


Εκ  Παραδόσεως,  τηρείται η εξής  Τάξις :
Το  Απολυτίκιον  του Ναού, ψάλλεται  πάντοτε πρό του Κοντακίου  και κατόπιν του « Μνήσθητι Κύριε  ως αγαθός…» ( εάν φυσικά υπάρ-χει μνημόσυνον.  Εάν υπάρχουν παρεκκλήσια και πρέπει να λεγχθούν  τα Απολυτίκιά των τιμωμένων με αυτά Αγίων, αυτά ψάλλονται  όπωσδήποτε πρό του Απολυτικίου του Ναού και πρό του « Μνήσθητι  Κύριε ».
Αι  περιπτώσεις  που δεν ψάλλεται  Απολυτίκιον του Ναού  και φυσι-κά, ούτε των  παρεκκλησίων αυτού, είναι  εις τας Εορτάς :
Χριστουγέννων,  Θεοφανείων, Υπαπαντής,  Ευαγγελισμού, Σαββάτου του  Λαζάρου, Βαϊων, Πάσχα, Θωμά  Μεσοπεντηκοστής, Αναλήψεως, Πεντηκοστής,  Μεταμορφώσεως και εκείνας του Σταυρού.
Εάν  ο Ναός  τιμάται επ’  ονόματι του Κυρίου ( Γεννήσεως,  Μεταμορ-
φώσεως,  Αναστάσεως  Αναλήψεως κ.λ.π. ),  το Απολυτίκιον δεν ψάλ-λεται  εις τας υπολοίπους Δεσποτικάς Εορτάς.
Το  αυτό  γίνεται  και αν ο  Ναός, τιμάται  επ’ ονόματι της  Θεοτόκου. Το Απολυτίκιον,  δεν ψάλλεται εις ετέρας Θεομητορικάς  Εορτάς.      
Επίσης  το αυτό  γίνεται και  με Ναούς επ’  ονόματι του Τιμίου  Προ-δρόμου. Δηλαδή εάν  ο Ναός τιμά την αποτομήν  της Κεφαλής, το Απολυτίκιον  δεν θα ψαλλεί εις το Γενέσιον  αυτού κ.λ.π.


ιη)  Δύναται  ο Ιερεύς  να « λάβει  Καιρόν », μηδενός  Χριστιανού παρόντος ;


Οπωσδήποτε,  είναι το πλέον  ανάρμοστον που δύναται  να επιτευχθεί, κατά την  διάρκειαν μιάς Ακολουθίας.  Η λήψις « Καιρού », προϋπο-θέτει  την παρουσίαν του λαού, εκ του οποίου  αιτεί συγχώρησιν υπο-κλινόμενος ο Ιερεύς.  Είναι αδικαιολόγητος η σπουδή τινών Κληρι-κών,  να λαμβάνουν « Καιρόν », πρό της ενάρξεως της Ακολουθίας  και ιδίως εντός του Αγίου Βήματος.
Η  Εκκλησιαστική  Τάξις, σαφεστάτη  και μελετημένη πλήρως,  παρέ-χει εις τον Ιερέα τον  απαιτούμενον χρόνον, διά την ένδυσίν  του και την Προσκομιδήν, δίδοντας με την  πρό της Θείας Λειτουργίας προ-σευχήν του Ιερέως,  πρό των Θυρών του Αγίου Βήματος, τον ασπα-σμόν των  Εικόνων, την αίτησιν συγχωρήσεως, καθώς και την είσο-δόν  του εις το Άγιον Βήμα, την ιδανικοτέραν ατμόσφαιραν προς τους  πιστούς, παροτρύνοντας αυτούς, να συμμετάσχουν νοερώς, εις την προσευχήν  του Λειτουργού.
Η  μή λήψις  κανο0νικώς « Καιρού »,  ίσως να προσφέρει τινά  δικαιο-λογίαν, εις απομεμακρυσμένα  χωρία, όπου οι Ιερείς, εξαναγκάζονται  να εκτελούν ταυτοχρόνως, χρέη Ιερέως, Αναγνώστου και  Ψάλτου, κα-τά τον Όρθρον.


ιθ)  Επιτρέπεται  να ψάλλεται αντί  Κοινωνικού, πολυέλεος,  το νεωτέ-ρας μόδας « Αγνή  Παρθένε » ή να περικόπτεται  διά να γίνει το κή-ρυγμα ;


Η  απάντησις  είναι εντελώς  αρνητική. Η Εκκλησιαστική  Τάξις, έχει καθορισθεί από  την Λειτουργικήν Παράδοσιν της  Εκκλησίας και έ-χει διασαφηνισθεί  εντελώς από τα Τυπικά ( Νεώτερα ή Αρχαιότερα ).
Ο  σεβασμός  προς αυτά,  δεν επιβάλλεται  ως τυφλή τυπολατρεία,  αλ-
λά  ως ζωντανή  συμμόρφωσις, προς  την παραδεδομένην Τάξιν,  που  
είναι  συνναφής  με τους θεσμούς  της Εκκλησίας.
Οι συντελεσταί  μιάς Ακολουθίας ( Ιερεύς,  Διάκονος, Αναγνώστης Ψάλ-της  και ο λαός ), ενεργούν ωσάν εντολοδόχοι  αυτής της ιδίας της Εκκλησίας, αποκλειομένης  παντελώς, της διαχειρήσεως προσωπικών επιθυμιών  και βιτσίων. Το έργον που ασκούν, είναι δημόσιο  και ου-χί προσωπικόν ή ατομικόν.
Το  Κοινωνικόν  μάθημα έντεχνον  και Θεολογικόν, έχει  σκοπόν να κα-λύψει τον  απαιτούμενον χρόνον, διά να  μεταλάβουν άπαντες οι πι-στοί.  Το περιεχόμενον του κειμένου του,  προσκαλούσε παλαιότερον, εις την Θείαν  κοινωνίαν τους πιστούς. Μετέπειτα και βαθμηδόν,  ει-σήλθον στοιχεία των διαφόρων Εορτών του Ενιαυτού  και σήμερον, αποτελεί και μίαν μαρτυρίαν, διά το εορταζόμενον  γεγονός και υ-πάρχει τεραστία ποικιλία Κοινωνικών, ώστε να μην υπάρξει  ουδέ-ποτε, κίνδυνος κορεσμού.
Πλείστοι  των Ψαλτών,  μάλλον απαίδευτοι  περί την Βυζαντινήν  Μου-σικήν, αντικαθιστούν  τα Κοινωνικά, με Μαθήματα  της αρεσκείας των και τινές  εξ’ αυτών, διά του Ύμνου « Αγνή  Παρθένε ».
Η  ευθύνη,  δεν καταχωρείται  εις αυτούς, αλλ’ εις  τους Ιερείς, οίτινες δεν  αντιδρούν, διότι ο Ύμνος αυτός,  είναι μέν Θεολογικός, είναι ποί-ημα  του Αγίου Νεκταρίου, είναι μελωδικότατος,  αλλά δεν είναι εις ουδεμιάν περίπτωσιν Κοινωνικόν.
Τα  αυτά  ισχύουν  και διά τους  κατ’ επιλογήν Πολυελέους,  που ψάλ-λονται πολλάκις υπό  των διαφόρων Ψαλτών, προκειμένου  να απο-φευχθεί, το δύσκολον Μάθημα  του κεκανονισμένου Κοινωνικού.


κ)  Δύναται  Ιερεύς ευρισκόμενος  εκτός Ναού, να τελέσει  Θ. Λειτουρ-γίαν, με μόνον  Άμφιον το Επιτραχήλιον ;


Η  απάντησις  δίδεται υπό  του Αγίου Συμεών  Θεσσαλονίκης, ήτις « ε-θεωρήθη »  υπό του Πατριάρχου Κων/πόλεως Καλλινίκου,  και λέγει :
« Χωρίς  δε τούτων  των Ιερών Αμφίων ( πέντε  διά τον Ιερέα και τρία διά  τον Διάκονον ), δεν δύναται ποτέ  Ιερεύς και ο Διάκονος, να Ιερουργήσωσιν.  Ει δε ο Ιερεύς τολμήσει, το μέν μυστήριον  τελειώ-νει, όμως θανασίμως αμαρτάνει και της Ιερωσύνης  καθαιρείται » ( έκ-δοσις Τρίτη, εν Αθήναις 1868, σελίς 460 ).


κα)  Τελευταίως,  συνηθίζεται υπό  Ιερέων και Διακόνων,  όταν μνημο-
νεύεται  το όνομα  του Αρχιερέως « …του  Αρχιεπισκόπου...», να προ-σθέτουν   την λέξιν « και πατρός », Είναι ορθόν  το τοιούτον ;


Άπαντα  τα Λειτουργικά  βιβλία της Εκκλησίας  μας, αναφέρουν μόνον «…του  Αρχιεπισκόπου ημών…». Δι’ αυτού  του τρόπου, εμνημονεύ-θησαν ανά τους  αιώνας υπό της Εκκλησίας, χιλιάδες Αγίων  Αρχιε-ρέων και Μεγάλων Πατέρων, από χιλιάδες  Ιερατικά και Διακονικά στόματα.  
« Πατήρ »,  μνημονεύεται  ο Ηγούμενος Μονής  και ίσως, να ταιριάζει  εις τον Αρχιεπίσκοπον, κατά  την στιγμήν που ούτος θεωρείται, ο  με-τά Θεόν πατήρ της τοπικής Εκκλησίας.  Τούτον όμως, δεν δικαιώνει την νεωτερίζουσαν  αυτήν προσθήκην, ήτις γίνεται πολλάκις, « κολά-κων  ανθρώπων ενέργεια », ως λέγει και ο Άγιος Συμεών Θεσσαλο-νίκης ( Διάλογος…, κεφ,  220 ). Οι συντάκται των Ιερών Λειτουργικών Κειμένων, οι Πατέρες και λοιποί ευλαβέστατοι  Ιερείς, διά μέσου των αιώνων, τα απήγγειλαν ακριβώς ως ήταν διατυπωμένα. Δυνά-μεθα να ισχυρισθώμεν,  ότι ούτοι είχον λιγότερον σεβασμόν του ιδι-κού μας, προς το υψηλόν αξίωμα του Αρχιερέως ;  
Αι  Εκφωνήσεις,  δεν αφορούν τον  Ιερέα ή τον Διάκονον  που ποιεί αυτάς, αλλά ολόκληρον  το παριστάμονον πλήρωμα της Εκκλησίας.
Διατί  κατά την  ιδίαν λογικήν,  δεν προστίθεται και  το « Σεβασμιω-τάτου » ή  « Θεοφιλεστάτου », ή μήπως  ο Αρχιερεύς, δεν είναι Σεβα-σμιώτατος  ή Θεοφιλέστατος ;
Γεγονός,  είναι ένα :  Τα Ιερά Λειτουργικά  μας Κείμενα, δεν κινδυ-νεύουν  τόσον εκ των ασεβών. Κινδυνεύουν  τα μάλλα, ΜΟΝΟΝ εκ της αυθαιρεσίας  των διαφόρων Κληρικών, οίτινες αυθαιρετούν  επί παντός επιστητού.


κβ))  Πότε  και πώς  κοινωνούν,  οι παντός βαθμού  λειτουργήσαντες και   μη λειτουργήσαντες Κληρικοί ;


Εάν  λειτουργεί  Αρχιερεύς, τούτος  μεταλαμβάνει πρώτον  διά του Τιμίου Σώματος  άπαντας τους λειτουργήσαντες  Κληρικούς, καθώς και τους μη  λειτουργήσαντες, εφ’ όσον ούτοι,  περιβάλλονται τα δια-κρητικά του βαθμού  των. Δηλαδή, Επιτραχήλιον οι Πρεσβύτεροι και  Οράριον οι Διάκονοι. Κατόπιν, μεταλαμβάνει αυτούς,  απ’ ευθείας εκ του Αγίου Ποτηρίου.
Εάν  δεν λειτουργεί  Αρχιερεύς, οι λειτουργήσαντες Ιερείς  μεταλαμβά-
νουν  του Τιμίου  Σώματος και απ’  ευθείας εκ του Αγίου  Ποτηρίου και παραχωρούν  την θέσιν των, εις τους  υπολοίπους διαδοχικώς. Ο τελευταίος,  μεταλαμβάνει τον ή τους Διακόνους. Πολλοί  εκ λάθους, συνηθίζουν να μεταλαμβάνουν πρώτον  του Τιμίου Σώματος, να έρ-χονται κύκλω της Αγίας  Τραπέζης και να μεταλαμβάνουν εκ του Α-γίου Ποτηρίου. Τούτο  ως προελέγχθη, αποτελεί σφάλμα και πραγμα-τοποιείται μόνον όταν  λειτουργεί Αρχιερεύς. Οι μη λειτουργήσαντες Ιερείς, κοινωνούν μόνοι  των και ο τελευταίος, κοινωνεί τον ή τους μη λειτουργήσαντες Διακόνους.
Εάν  παρευρίσκεται  Αρχιερεύς εις τον  Ναόν, μη συμμετάσχων  εις την Θ. Λειτουργίαν  και προτίθεται να κοινωνήσει,  περιβάλλεται Επιτρα-χήλιον και Ωμοφόριον  και μεταλαμβάνει, πρό των μη συμμετασχόν-των  εις την Θ. Λειτουργίαν Ιερέων.



                                              ΕΚ  ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ
                                             ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ  ΙΩΑΝΝΙΔΗ
                                             ΑΡΧΟΝΤΟΣ  ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΟΥ
                                                                    ΕΛΛΗΣ   16 182 33
                                                               ΑΓ.  ΙΩΑΝΝΗΣ  ΡΕΝΤΗΣ
                                                                ΤΗΛ.  210 – 48 – 24 – 725 

30 σχόλια:

  1. 2) Ο Ρ Θ Ρ Ο Σ Κ Υ Ρ Ι Α Κ Ω Ν

    Οσάκις πρόκειται να χοροστατήσει Αρχιερεύς, εις την Ακολουθίαν
    του Όρθρου της Κυριακής, ούτος μέν αφικνείται πρό των πυλών
    του Ναού, ολίγον πρό της ενάρξεως των Καταβασιών.
    Εν τω μεταξύ όμως, αρκετά ενωρίτερον, ο Εφημέριος του Ναού,
    άρχεται του ΄Όρθρου, εις την κεκανονισμένην ώραν, ποιών « Ευλο-γητόν », μετ’ Επιτραχηλίου.
    Αναγινωσκομένου του Εξαψάλμου, ο Ιερεύς ασκεπής, απαγγέλλει μυστικώς τας Ευχάς του Όρθρου, ιστάμενος έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης, καθ’ όσον διαρκεί η ανάγνωσις των τριών πρώτων Ψαλ-μών του Εξαψάλμου. Μετά, δε ταύτα, εξερχόμενος εκ της βορείου Πύλης, ίσταται πρό της Εικόνος του Χριστού εις το Τέμπλον και συνεχίζει τας μυστικάς Ευχάς. Όταν τελειώσει, ασπάζεται την Εικό-
    να και εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα, διά της νοτίου Πύλης.
    Ακολουθούν τα « Ειρηνικά » εις ήπιον, σύντομον και χαμηλόν ύφος και ο Αριστερός Χορός των Ψαλτών, ψάλλει χύμα και εις την κάτω αντιφωνίαν, το « Κύριε ελέησον ».
    Με την Εκφώνησιν « Ότι πρέπει Σοί πάσα δόξα…», οι Χοροί, άρ-χονται ψάλλοντες την Στιχολογίαν του « Θεός Κύριος » και τα Απο-λυτίκια της ημέρας. Ακολουθεί Μικρά Συναπτή υπό του Ιερέως και Εκφώνησις « Ότι Σόν το κράτος και Σού εστίν…», οπότε οι Χοροί των Ψαλτών, ψάλλουν τας Στιχολογίας των Καθισμάτων, εις τας οποίας όμως ο Ιερεύς, δεν λαμβάνει « Καιρόν » και δεν ενδύεται τα Ιερατικά του Άμφια. Τούτο συμβαίνει, διότι θα λάβει « Καιρόν » πα-ρά του Αρχιερέως, όταν ούτος θα αφιχθεί εις τον Ναόν. Μέχρι της ώρας εκείνης, ο Ιερεύς, εκφωνεί από του Ιερού Βήματος τας σχετι-κάς Αιτήσεις, μέχρι της αφίξεως του Αρχιερέως, ήτις δέον να συμ-πέσει με την ανάγνωσιν του Κοντακίου και του Οίκου της ημέρας. Εάν ο Αρχιερεύς καθυστερήσει, τότε οι Χοροί, καλύπτουν τον απαι-τούμενον χρόνον, ψάλλοντες τον αρμόζοντα Πολυέλεον.
    Παραλλήλως, άπαντες οι Ιερείς, όσοι πρόκειται να συλλειτουργή-
    σουν μετά των διασήμων αυτών, καθώς και οι Διάκονοι, μεταβαί-
    νουν εις την κεντρικήν είσοδον του Ναού, προς υποδοχήν του Αρχι-ερέως. Το αυτό πράττει και ο Εφημέριος, όστις αποθέτει το Επιτρα-χήλιόν του, εις το Ιερόν Βήμα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΑΦΙΞΙΣ ΚΑΙ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ

    Του Αρχιερέως αφικνουμένου έμπροσθεν του Ναού, οι αναμένοντες
    Ιερείς και Διάκονοι, υποδέχονται τούτον, απαραλλάκτως ως προ-εγράφη κατά την Τάξιν του Εσπερινού, των κωδώνων κρουομένων χαρμοσύνως.
    Σημειωτέον ενταύθα, ότι ο Πρωτοψάλτης, κανονίζει ώστε να περα-τώσει τον ψαλλόμενον στίχον του Πολυελέου και κατά την στιγμήν της εισόδου του Αρχιερέως εις τον Ναόν, φέροντος Μανδύαν και Αρχιερατικήν Ράβδον, να αρχίσει το Συναξάριον της ημέρας, με κύ-ριον μέλημα, να κρατήσει, μέχρι της προσελεύσεως πάντων εις τον Σολέα.
    Ο Αρχιερεύς, ως προεγράφη και κατά την Τάξιν του Εσπερινού, ερχόμενος εις το κέντρον του Σολέα, και υψώνει την δεξιάν του, ποιών το σημείον του Σταυρού τρίς και υποκλίνεται πρό του Αγίου Βήματος, σιωπούντων των πάντων. Κατόπιν άρχεται ευλογών ως εί-θισται, ενώ οι Χοροί των Ψαλτών, με προεξάρχοντα τον Πρωτο-ψάλτην, ψάλλουν αργώς και εις χαμηλόν τόνον, το « Εις πολλά έτη Δέσποτα ». Πάντες, δεχόμενοι την ευλογίαν του Αρχιερέως, υποκλί-νονται ελαφρώς. Σημειωτέον, ότι πλείστοι των Ιερέων, με την έναρ-ξιν σταυροκοπήματος του Αρχιερέως, απαιτούν και προτρέπουν τον Πρωτοψάλτην, διά το « Εις πολλά έτη ». Καλόν θα είναι, να αφο-σιώνεται ο καθείς εις την ίδια αυτού καθήκοντα και να μην επεμ-βαίνει εις τα αλλότρια.
    Μετά την ευλογίαν, ο μέν Αρχιερεύς, ανέρχεται εις τον Θρόνον και μετ’ αυτόν, οι Χοροί των Ιεροψαλτών. Οι δε Ιερείς και Διάκονοι, ανά δύο, προσέρχονται κατά την Τάξιν και λαμβάνουν παρ’ αυτού « Καιρόν », ως εν τω Εσπερινώ, ενώ ο Πρωτοψάλτης μεριμνά, ίνα εγκαίρως προσκομισθεί τω Αρχιερεί, το οικείον βιβλίον, το περιέ-χων τας Καταβασίας ( σημειωθείτω, ότι η Αρχαία Τάξις, απαγορεύει εις χοροστατούντα Αρχιερέα, να ψάλλει και δή τας Καταβασίας, αι οποίαι αποτελούν αναντίρρητον δικαίωμα του Πρωτοψάλτου ). Μετά τούτον, ο Αρχιερεύς, άρχεται ψάλλων αυτάς, εναλλάξ μετά του Αρι-
    στερού Χορού, όστις ψάλλει κάτω του στασιδίων του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Η ΤΑΞΙΣ ΤΟΥ ΕΩΘΙΝΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ

    Μετά τας Καταβασίας, ακολουθεί η Τάξις του Εωθινού Ευαγγελίου.
    Σημειωτέον ότι ο α΄. των Ιερέων και είς Διάκονος, επιβάλλεται, όπως μέχρι του πέρατος των Καταβασιών, έχουν αμφιασθεί πλήρως, προκειμένου να αναγνωσθούν, τα κατά την Τάξιν, ως εξής :
    Ο Διάκονος, προβάλλει εις την Ωραίαν Πύλην, κρατών διά της δεξιάς χειρός το άκρον του Οραρίου του, και ποιήσας σχήμα τω Αρχιερεί, απευθύνεται προς τον λαόν, εκφωνών : « Του Κυρίου δεη-θώμεν » και επανεισέρχεται εις το Άγιον Βήμα. Οι Χοροί των Ψαλ-τών, απαντούν με το « Κύριε ελέησον ».
    Ο α΄. των Ιερέων, ευρισκόμενος πρό της Αγίας Τραπέζης εντός
    του Αγίου Βήματος, ποιήσας σχήμα προς τον Αρχιερέα, στρέφεται προς ανατολάς και εκφωνεί : « Ότι Άγιος εί ο Θεός ημών και εν Αγίοις επαναπαύει…». Οι Χοροί, ψάλλουν το « Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον », τρίς.
    Είτα ο Διάκονος, προβάλλων και πάλιν εις την Ωραίαν Πύλην, εκ-φωνεί : « Και υπέρ του καταξιωθήναι ημάς, της ακροάσεως του Αγί-ου Ευαγγελίου, Κύριον τον Θεόν ημών, ικετεύσωμεν ». Οι Χοροί,
    « Κύριε ελέησον » τρίς, χύμα. Ο Διάκονος, συνεχίζει : « Σοφία ! Ορθοί ακούσωμεν του Αγίου Ευαγγελίου », ο Αρχιερεύς « Ειρήνη πάσι ». Οι Χοροί « Και τω πνεύματί σου ».
    Εν συνεχεία, ο α΄. Ιερεύς, καταλαμβάνει θέσιν δεξιόθεν της Αγίας Τραπέζης και απαγγέλλει το Εωθινόν Ευαγγέλιον, ενώ ο Διάκονος, ίσταται κατέναντι αυτού, κρατών το άκρον του Οραρίου αυτού, επί του στήθους. Κατά την κατάληξιν ο Ιερεύς, αίρει το Ιερόν Ευαγ-γέλιον και υψοί τούτο, προσβλέπων προς τον λαόν, χωρίς να ευλο-γήσει σταυροειδώς τον λαόν διά του Ευαγγελίου και τούτο, διότι παρόντος του χοροστατούντος Αρχιερέως, ο Ιερεύς, δεν ευλογεί.
    Ευθύς μετά το πέρας της καταλήξεως, ο Δεξιός Χορός, ψάλλει χύ-μα, το « Δόξα Σοί κύριε, δόξα Σοί ».
    Ακολούθως ο Αρχιερεύς, αναγινώσκει από του Θρόνου, το « Ανά-στασιν Χριστού θεασάμενοι…», μετά το πέρας του οποίου, οι Χοροί, άρχονται ψάλλοντες τον Ν΄. Ψαλμόν, κατ’ αντιφωνίαν.
    Κατά την έναρξιν του Ν΄. Ψαλμού, ο απαγγείλας το Εωθινόν Ευαγ-γέλιον Ιερεύς, προετοιμάζεται διά την υπό του Αρχιερέως και του
    λαού, προσκύνησιν του Ευαγγελίου, ως εξής :
    Εάν ούτος είναι Αρχιμανδρίτης, φορεί το Επανωκαλύμμαυχον. Εάν είναι εκ του καταλόγου των εγγάμων, φορεί το Καλυμμαύχιον και λαμβάνει με κεκαλυμμένας τας χείρας του διά του Φελωνίου το Ιερόν Ευαγγέλιον, ασπάζεται τούτο και ίσταται πρό της Αγίας Τρα-πέζης, με μέτωπον προς τον λαόν. Ευθύς ως ο Αριστερός Χορός, αρχίσει να ψάλλει εις αργόν Μέλος, τον στίχον « Ιδού γάρ αλήθειαν ηγάπησας…», ο Ιερεύς, κινείται βραδέως προς τον Σολέα, υψών με τας χείρας του το Ευαγγέλιον. Ταυτοχρόνως και ο Αρχιερεύς, κα-τέρχεται βραδέως του Θρόνου και έρχεται εις το μέσον του Σολέα,
    προς συνάντησιν και υπάντησιν του Ιερού Ευαγγελίου, όπερ προσ-
    φέρει εις αυτόν προς προσκύνησιν, ο Ιερεύς.
    Ο Αρχιερεύς, ασπάζεται το Ιερόν Ευαγγέλιον, ενώ ο Ιερεύς, ασπά-
    ζεται την δεξιάν χείρα του Αρχιερέως και αμέσως παραμερίζει ολί-γον δεξιά, αφήνων ελεύθερον τον χώρον, προς το Άγιον Βήμα. Ο Αρχιερεύς, άρχεται ευλογών ως είθισται, ενώ ο Δεξιός Χορός, ψάλ-λει το « Εις πολλά έτη » τόσον αργώς, ώστε με το « έτη », να τελει-ώσει και ο Αριστερός Χορός τον ψαλλόμενον υπ’ αυτού στίχον, οπότε, καταλήγει την επευφημίαν « Δέσποτα ». Μετά την ευλογίαν, ο Αρχιερεύς, επανέρχεται εις τον Θρόνον, ενώ ο Δεξιός, συνεχίζει τον επόμενον στίχον, « Ραντιείς με…», εις τον αρχικόν ρυθμόν και χρό-νον.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Πληρωθέντος του Ν΄. Ψαλμού, ακολουθεί το « Δόξα…Ταις των Απο-στόλων…», είτα το « Και νύν…Ταις της Θεοτόκου » και το « Ανα-στάς ο Ιησούς…». Μεθ’ ό, ο Διάκονος ή ο Ιερεύς, απαγγέλλει από τον Σολέα ή έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης αντιστοίχως, το « Σώ-σον ο Θεός τον λαόν σου…», αφού προηγουμένως, ποιήσει σχήμα και λάβει ευλογίαν, παρά του Αρχιερέως.
    Ενταύθα, θα πρέπει να σημειωθεί, ότι πλείστοι των Κληρικών παν-τός βαθμού και Οφφικίου, περαίρουν την Εκφώνησιν, με το ανεπί-τρεπτον «…και πάντων Σου των Αγίων ». Αυτό το Σου, δεν εξηγεί-ται, διότι εάν το δεχθώμεν, τότε αυτομάτως, τίθεται το ερώτημα :
    « Υπάρχουν έτεροι Άγιοι, οίτινες δεν είναι Σού, ήτοι του Θεού » ; Υπάρχει Άγιοι, δικοί μου, δικοί σου ή δικοί του ;
    Ο αναγνώσας το Ιερόν Ευαγγέλιον Ιερεύς, επιστρέφων εις το Ιερόν Βήμα, διελθών έμπροσθεν του Αρχιερέως, ποιεί σχήμα και εισελθών εις το Άγιον Βήμα, ποιεί την Εκφώνησιν : « Ελέει και οικτιρμοίς…». Τέλος και ο Διάκονος διά σχήματος, απέρχεται προς την Ωραίαν Πύλην, από της οποίας, προσβλέπων προς την Εικόνα της Θεοτόκου, εκφωνεί : « Την Θεοτόκον και Μητέρα του Φωτός…».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Η Τ Ι Μ Ι Ω Τ Ε Ρ Α

    Την « Τιμιωτέραν », ψάλλει ο Αρχιερεύς, αντιφωνικώς μετά του Α-ριστερού Χορού, εις τον οικείον εκάστοτε ήχον των Καταβασιών.
    Αρχομένου ψάλλεσθαι υπό του Αριστερού Χορού του β΄. στίχου του Μεγαλυναρίου, ο Αρχιδιάκονος, εξέρχεται από της βορείου Πύ-λης, κρατών εις την δεξιάν χείρα το θυμιατόν και εις την αρι-στεράν, την άκρη του Οραρίου, έρχεται έμπροσθεν του Θρόνου και υψοί το θυμιατόν προς ευλογίαν, λέγων : « Ευλόγησον Δέσποτα, το θυμίαμα ». Εάν υπάρχει και β΄. Διάκονος, συνοδεύει τον Αρχιδιά-κονον, κρατών και ούτος θυμιατόν, οπότε την ευλογίαν, ζητούσι αμφότεροι, υψούντες τα θυμιατά που κρατούν.
    Του Αρχιερέως ευλογήσαντος το θυμίαμα, ο Διάκονος θυμιά τού-
    τον τρίς και κατευθύνεται πρό των βαθμίδων του Αγίου Βήματος,
    αφ’ όπου θυμιά τας Ιεράς Εικόνας του Τέμπλου, κατά σειράν ανά
    τρίς. Επανερχόμενος, θυμιά τον Αρχιερέα εννεάκις και είτα τους Χο-
    ρούς των Ψαλτών και τον λαόν. Φθάσας και πάλιν πρό του Θρό-νου, θυμιά τον Αρχιερέα εννεάκις, τας Ιεράς Εικόνας του Τέμπλου, την Αγίαν Τράπεζαν κυκλόθεν και τους εν τω Αγίω Βήματι εστώ-τας. Εάν οι Διάκονοι είναι δύο, θυμιούν ως προεγράφη εις την Τάξιν του Εσπερινού. Πληρωθείσης της « Τιμιωτέρας », ο Αρχιερεύς, ψάλλει τον Ειρμόν της Θ΄. Ωδής των Καταβασιών και ο Διάκονος, εξερχόμενος από της Ωραίας Πύλης, ποιεί σχήμα και εκφωνεί : « Έτι και έτι….», των Χορών απαντούντων καταλλήλως και αναλόγως της Αιτήσεως. Ο Ιερεύς, απαγγέλλει κατόπιν την Εκφώνησιν « Ότι Σε αι-νούσι…» και κατόπιν Ιερεύς και Διάκονος ταυτοχρόνως, ποιούν σχή-μα τω Αρχιερεί και ο Διάκονος, εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ε Ξ Α Π Ο Σ Τ Ε Ι Λ Α Ρ Ι Α
    ΚΑΙ ΛΗΨΙΣ « ΚΑΙΡΟΥ » ΥΠΟ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ

    Μετά την Εκφώνησιν, ο Αρχιερεύς, άρχεται ψάλλων το « Άγιος Κύριος ο Θεός ημών », όπερ επαναλαμβάνει ο Αριστερός Χορός.
    Ακολουθεί το « Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών », του οποίου το
    τέλος « Ότι Άγιος εστί », ψάλλει ο Αριστερός Χορός, του Αρχιερέως
    ψάλλοντος το ενδιάτακτον Εξαποστειλάριον, από του βιβλίου της Παρακλητικής, την οποίαν προσάγει αυτώ, ο Αναγνώστης. Ο Αρι-στερός Χορός, ψάλλει το Εξαποστειλάριον της Εορτής και ο Αρχιε-ρεύς, το Θεοτοκίον, του οποίου την κατάληξιν, ψάλλει ο Αριστερός Χορός.
    Καθ’ ήν στιγμήν ψάλλεται το Θεοτοκίον, οι εντεταλμένοι βοηθοί των Ιεροψαλτών, έρχονται ρασοφορούντες, εις το μέσον του Σολέα έμ-προσθεν του Θρόνου. Περατωθέντων των Εξαποστειλαρίων, απαγγέλ-λεται το « Κέλευσον » απαραλλάκτως, ως προεγράφη ανωτέρω κατά την Τάξιν του Εσπερινού. Μετά το « Κέλευσον », οι βοηθοί, παραμέ-νουν εις τας θέσεις των και όταν ο Δεξιός Χορός, αφού πρωτίστως λάβει την Αρχιερατικήν ευλογίαν υποκλινόμενος ελαφρώς, ψάλλει το
    « Πασαπνοάριον » και συγκεκριμένα εις την συλλαβήν « νει » της λέ-
    ξεως « αινείτε », απέρχονται κατά την ιδίαν Τάξιν ως εν τω Εσπε-
    ρινώ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ψαλλομένου του « Πασαπνοαρίου », εξέρχονται από της Ωραίας Πύ-λης οι Διάκονοι, κρατούντες αυτήν ταύτην την φοράν, κανονικώς τα Δικηροτρίκηρα. Είναι η πρώτη φορά, κατά την οποίαν θα πρέπει να
    εμφανίζονται κανονικώς τα Δικηροτρίκηρα, εις Αρχιερατικήν Ακο-
    λουθίαν και τούτο, διότι τώρα άρχεται η διαδικασία ενδύσεως του Αρχιερέως και ως προελέχθη, τα Δικηροτρίκηρα αποτελούν μέρος αυτής ταύτης της Αρχιερατικής αμφιέσεως. Έρχονται λοιπόν οι Διά-κονοι πρό του Θρόνου, ποιούν σχήμα και παρατάσσονται ο μέν Αρ-χιδιάκονος δεξιόθεν του Αρχιερέως, ο δε δεύτερος, αριστερόθεν αυ-
    τού, ενώ ο Αριστερός Χορός, ψάλλει το « Αινείτε τον Κύριον ».
    Επίσης, προσέρχεται και είς Ιερόπαις, προκειμένου να κρατήσει την ώαν του Μανδύου, όταν ο Αρχιερεύς θα λαμβάνει « Καιρόν ».
    Μετά το πέρας του « Αινείτε », δεν ψάλλονται τα Στιχηρά των Αί-νων, αλλ’ ο Δεξιός Χορός, άρχεται ψάλλων εις αργόν χρόνον, το Αρ-χαίον Μέλος « Τον Δεσπότην και Αρχιερέα…».
    Ψαλλομένης της λέξεως « Αρχιερέα » και συγκεκριμένως εις τας συλ-λαβάς « Αρχι », ο Αρχιερεύς, κατέρχεται του Θρόνου αργώς και συν-οδευόμενος υπό των Διακόνων, ισταμένων εκατέρωθεν αυτού, με-ταβαίνει πρό των βαθμίδων του Ιερού Βήματος, κεκλεισμένης της Ωραίας Πύλης, ότε και άρχεται η ακολουθία λήψεως « Καιρού », ως εξής :
    Ο Αρχιδιάκονος, εκφωνεί χαμηλοφόνως και εις τον τόνον της βά-
    σεως του ψαλλομένου υπό του Δεξιού Χορού Ύμνου, το « Ευλόγησον Δέσποτα ». Ο Αρχιερεύς, εις τον αυτόν τόνον, λέγει : « Ευλογητός ο Θεός ημών…Δόξα Σοί ο Θεός ημών, δόξα Σοί. Βασιλεύ Ουράνιε…».
    Ο Αρχιδιάκονος « Εις πολλά έτη Δέσποτα. Άγιος ο Θεός… Δόξα, Και νύν…Πάτερ ημών…».
    Ο Αρχιερεύς « Ότι σού εστίν…».
    Ο Αρχιδιάκονος « Αμήν ».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Ο Αρχιερεύς « Ελέησον ημάς Κύριε, ελέησον ημάς…».
    Ο Αρχιδιάκονος « Δόξα Πατρί… Κύριε ελέησον ημάς…».
    Ο β΄. Διάκονος « Και νύν… Της ευσπλαγχνίας την πύλην…».
    Λεγομένου του Τροπαρίου τούτου, ανοίγεται η Ωραία Πύλη, είτε μερίμνη του Ιερέως, έχοντος τεταμένην την προσοχήν αυτού, έσωθεν του Βήματος, ίνα ανοίξει εγκαίρως ταύτην, είτε υπό του Διακόνου.
    Ακολούθως ο Αρχιδιάκονος, κατευθύνεται προς την Εικόνα του Κυ-
    ρίου, απαγγέλλων το « Την άχραντον Εικόνα σου…». Τούτον ακολου-
    θεί ο Αρχιερεύς, όστις και ασπάζεται ταύτην, επομένου του β΄. Δια-κόνου. Του Αρχιερέως ασπαζομένου την Ιεράν Εικόνα του Κυρίου, στρέφονται πάντες προς τα αριστερά και προπορευομένου του β΄. Διακόνου, απαγγέλλοντος το « Ευσπλαγχνίας υπάρχουσα πηγή…» και ακολουθουμένου υπό του Αρχιερέως και του όπισθεν βαίνοντος Αρ-χιδιακόνου, κατευθύνονται πάντες, προς την Εικόνα της Θεοτόκου, ήν ο Αρχιερεύς, ασπάζεται. Είτα κατά την ιδίαν Τάξιν, κατευθύνον-ται προς την Εικόνα του Τιμίου Προδρόμου, του Αρχιδιακόνου λέ-γοντος, το « Μνήνη δικαίου μετ’ εγκωμίων…». Μετά δε τον ασπα-σμόν του Αγίου του Ναού, του β΄. Διακόνου απαγγέλλοντος καθ’ οδόν το Απολυτίκιον αυτού.
    Είτα, επανέρχονται πάντες, πρό των βαθμίδων και του Αρχιδια-
    κόνου λέγοντος « Του Κυρίου δεηθώμεν ». Ο β΄. Διάκονος απαντά με το « Κύριε ελέησον » και ο Αρχιερεύς, αποβάλλων το Επανωκαλύμ-μαυχον αυτού και κύπτων, λέγει την Ευχήν « Κύριε εξαπόστειλον…». Μετά ταύτην, τελεί την Απόλυσιν, ότε και λαμβάνει ανά χείρας υπό του Αρχιδιακόνου το Τρικήριον και άρχεται ευλογών, του Αριστερού Χορού, ευχομένου « Εις πολλά έτη Δέσποτα ».
    Είτα ο Αρχιερεύς, λέγει το « Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών..»,
    Ο Αρχιδιάκονος το « Δι’ ευχών του Αγίου Δεσπότου ημών…» και ει-σέρχονται άπαντες εις το Άγιον Βήμα, ίνα ο Αρχιερεύς, ενδυθεί τα άμφια αυτού, ενώ οι Χοροί των Ψαλτών, άρχονται ψάλλοντες τα Στιχηρά των Αίνων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Ε Ν Δ Υ Σ Ι Σ Τ Ο Υ Α Ρ Χ Ι Ε Ρ Ε Ω Σ
    Κ Α Ι Π Ρ Ο Σ Κ Ο Μ Ι Δ Η

    Ο Αρχιερεύς, εισελθών εις το Άγιον Βήμα, αφού ασπασθεί το Ιε-ρόν Ευαγγγέλιον, το οποίον προσφέρεται υπό του α΄. Ιερέως ( τούτο, παραλείπεται εν ημέρα Κυριακή, διότι το έχει ήδη ασπασθεί κατά τον Ν΄. Ψαλμόν, ως προελέχθη ) και την Αγίαν Τράπεζαν, απεκδύε-ται τον Μανδύαν, το Εγκόλπιον και το Εξώρασον και προσέρχεται έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης, πρό της οποίας, έχουν τοποθετηθεί επί προσθέτου τραπεζίου, τα Ιερά του άμφια, προς ένδυσιν, από-κλειομένης παντελώς ως ανιέρου, της τοποθετήσεως των αμφίων επί της Αγίας Τραπέζης. Εκατέρωθεν αυτού, ίστανται οι δύο Διάκονοι, οίτινες απαγγέλλουν ο μέν Αρχιδιάκονος του Ψαλμικούς στίχους, επί τη αμφιέσει εκάστου αμφίου, ο δε β΄. Διάκονος, το « Πάντοτε νύν και αεί…».
    Μετά την ένδυσίν του ο Αρχιερεύς, απονίπτει τας χείρας και
    pροσέρχεται εις την Αγίαν Πρόθεσιν, όπου ευρίσκονται τό τε Άγιον Ποτήριον και ο Άγιος Δίσκος, με επ’ αυτού ηυτρεπισμένας τας μερίδας. Ο Ιερεύς, δηλονότι κατά την διάρκειαν του Όρθρου και αφού μετά την άφιξιν του Αρχιερέως, ενδυθεί πλήρη την στολήν αυ-τού, ποιήσας « Ευλογητόν », άρχεται της Προθέσεως, ετοιμάζων τον Αμνόν και τας λοιπάς μερίδας και ρίπτων εν τω Αγίω Ποτήριον, οίνον και ύδωρ, χωρίς να ευλογήσει αυτά. Επί του Αγίου Δισκαρί-ου και εις την θέσιν των ζώντων, μνημονεύσας μόνον του οικείου Επισκόπου και εξαγαγών μόνον την μερίδα αυτού, δεν προχωρεί εις τα περαιτέρω, αλλ’ αναμένει τον Αρχιερέα, ίνα συνεχίσει ούτος την
    Προσκομιδήν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Ο Αρχιερεύς, πρώτον ευλογεί την Αγίαν Ένωσιν, του Αρχιδιακόνου, ειπόντος το « Ευλόγησον Δέσποτα, την Αγίαν Ένωσιν » και είτα, άρ-χεται μνημονεύων των ζώντων, αρχήν ποιούμενος, από πάσης Επι-σκοπής Ορθοδόξων, της Ιεράς Συνόδου, του Μακαριωτάτου Προέ-δρου αυτής και των συλλειτουργών αυτού Ιερέων και Διακόνων, ών μνημονεύει επωνύμως, ενός εκάστου αυτών, επί τη εκφωνήσει του ονόματος αυτού, αντιφωνούντος « Της Αρχιερωσύνης σου μνησθείη Κύριος ο Θεός…». Συνεχιζομένης της υπό του Αρχιερέως μνημονεύ-σεως των ζώντων, οι Ιερείς και οι Διάκονοι, μνημονεύουν ωσαύτως, έκαστος ών βούλεται, καθώς και των ονομάτων, περί ών οι πιστοί, προσέφερον τα Δώρα. Επακολουθεί η κατά τον αυτόν τρόπον, μνη-μόνευσις των κεκοιμημένων.
    Ακολούθως, γίνεται η κάλυψις των Αγίων Δώρων, του Αρχιδιακό-νου, προσάγοντος τω Αρχιερεί το θυμίαμα προς ευλογίαν και ασπα-ζομένου της δεξιάν αυτού. Κατά την κάλυψιν, ο Αρχιδιάκονος απαγ-γέλλει τους στίχους, του β΄. Διακόνου, συμπληρούντος εκάστοτε, διά του « Πάντοτε νύν και αεί…». Τελευτών ο Αρχιερεύς, λέγει την Ευ-χήν της Προθέσεως και την Απόλυσιν και ασπάζεται τα Τίμια Δώ-ρα, λέγων το « Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών…», ο δε α΄. Ιε-ρεύς, επαναλαμβάνει το « Δι’ ευχών του Αγίου Δεσπότου ημών…», Αύθις ασπάζεται έκαστος με την σειράν του, τον πόλον επί της ρά-χεως του Σάκκου του Αρχιερέως, ενώ ο Αρχιδιάκονος, θυμιά κύκλω την Αγίαν Τράπεζαν, απαγγέλλων τα « Εν τάφω σωματικώς…» και
    « Ως ζωηφόρος ως Παραδείσου ωραιότερος…».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Κατά ακριβεστέραν Τάξιν, η Πρόθεσις, τελειούται υπό του Αρχι-ερέως, την ώραν του Χερουβικού Ύμνου, οπότε και προηγουμένως ο
    Αρχιερεύς, απονίπτει τας χείρας από της Ωραίας Πύλης, δύο Υπο-
    διακόνων, προσαγόντων αυτώ το Χερνιβόξεστον μετά Λεντίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. ΕΞΟΔΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΟΞΟΛΟΓΙΑΝ

    Ψαλλομένης της Δοξολογίας, εξέρχονται πάντες εις τον Σολέα, κα-τά την εξής Τάξιν :
    Ανοιγομένης της Ωραίας Πύλης, πρώτος εξέρχεται ο τελευταίος κα-τά την Τάξιν Ιερεύς και μετ’ αυτόν, οι λοιποί Ιερείς, κατά την αν-τίστροφον Τάξιν των πρεσβειών και οι Διάκονοι. Τελευταίος δε ο Αρχιερεύς, συνοδευόμενος υπό δύο Διακόνων, κρατούντων τα Δικη-ροτρίκηρα. Οι Ιερείς και οι Διάκονοι, φέρουν Καλυμμαύχιον, οι δε Αρχιμανδρίται Επανωκαλύμμαυχον. Οι εξελθόντες, παρατάσσονται έν-θεν κακείθεν του Αρχιερατικού Θρόνου, επί του οποίου ανέρχεται ο Αρχιερεύς. Προς τα δεξιά ο α΄. Ιερεύς και αριστερά ο β΄., δεξιά ο γ΄., αριστερά ο δ΄. κ. ο. κ.
    Εκεί ο Αρχιδιάκονος, πραεία τη φωνή, άρχεται της Εκτενούς, συνε-χιζομένης της Δοξολογίας, ο δε Αρχιερεύς, λέγει την Εκφώνησιν « Ό-τι ελεήμων…».
    Ο β΄ Διάκονος, λέγει τα Πληρωτικά, ο Αρχιερεύς την Εκφώνησιν « Ότι Θεός ελέους…». Το « Ειρήνη πάσι » ο Αρχιερεύς.
    Ο Διάκονος « Τας κεφαλάς ημών…» και ο Αρχιερεύς την Ευχήν της κεφαλοκλισίας « Κύριε, Άγιε…» και την Εκφώνησιν.
    Ο Διάκονος « Σοφία » και ο Αρχιερεύς « Ο ών ευλογητός…».
    Ο α΄. των Ιερέων « Στερεώσαι Κύριος ο Θεός…» και ο Αρχιερεύς την Απόλυσιν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Ενίοτε, η ανωτέρω καταληκτική Ακολουθία του Όρθρου, τελείται
    εντός του Ιερού Βήματος, μετά το πέρας αυτής και της Δοξολογίας βαινούσης ωσαύτως, προς το τέλος, εξέρχονται άπαντες του Ιερού
    Βήματος, κατά τα προειρημένα.
    Εν τω μεταξύ, κατά την ώραν που ψάλλεται το Ασματικόν της
    Δοξολογίας, οι βοηθοί ( ή ο βοηθός ) των Ψαλτών που είπαν το « Κέ-
    λευσον », προσέρχονται έμπροσθεν του Αρχιερατικού Θρόνου εις το κέντρον του Σολέα, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί και αναμένουν την Απόλυσιν παρά του Αρχιερέως. Μόλις αύτη περατωθεί, ή εάν έχει πραγματοποιηθεί ως προελέχθη εντός του Ιερού Βήματος, με το πέ-ρας του Ασματικού, ποιούν ταυτοχρόνως σχήμα, μετάνοιαν και προ-χωρούν πρό των βαθμίδων του Θρόνου. Εκεί ποιούν μετάνοιαν, ασ-πάζονται την δεξιάν του Αρχιερέως, με πρώτον τον απαγγείλλαντα το « Κέλευσον », ποιούν εκ νέου μετάνοιαν, σχήμα, οπισθοχωρούν εις την αρχικήν των θέσιν εις το κέντρον του Σολέα, ποιούν σχήμα, στρέφονται προς το Άγιον Βήμα, ποιούν σχήμα προς αυτό, έτερον μεταξύ των και επιστρέφουν εις τας οικείας θέσεις των, εις τα Ιερά Αναλόγια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Εις την προηγούμενην παράγραφον, προεγράφη ότι ψαλλομένου του « Σήμερον σωτηρία », οι Ιερείς και οι Διάκονοι, λαμβάνουσι « Και-ρόν » διά την Θείαν Λειτουργίαν. Τούτο γίνεται ως εξής :
    Ο Αρχιδιάκονος, λέγει : « Καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω. Δέσποτα Άγιε, ευλόγησον ».
    Ο Αρχιερεύς : « Ευλογητός ο Θεός ημών…».
    Ο β΄. Διάκονος : « Εύξαι υπέρ ημών…».
    Ο Αρχιερεύς : «Κατευθύναι Κύριος ο Θεός…»
    Ο Αρχιδιάκονος : « Μνήσθητι ημών, Δέσποτα Άγιε ».
    Ο Αρχιερεύς : « Της Ιερωσύνης ημών…».
    Τούτου λεγομένου, προσέρχονται κατά σειράν και κατά την Τάξιν των πρεσβειών οι Ιερείς και ασπάζονται την δεξιάν του Αρχιερέως, αφαιρούντες το Καλυμμαύχιον και ποιούντες εκ νέου μετάνοιαν και σχήμα, του Αρχιερέως ευχομένου « Της Ιερωσύνης σου μνησθείη…».
    Οι Ιερείς και οι Διάκονοι, ασπασάμενοι την χείρα του Αρχιερέως, επανακάμπτουν εις τας θέσεις των, παραμένοντες εκεί και δεν εισ-έρχονται εις το Άγιον Βήμα.
    Περατωθείσης της ευλογίας ταύτης, ο α΄. Ιερεύς και ο Αρχιδιάκο-
    νος, ποιούν σχήμα και αναχωρούν, ο μέν Ιερεύς διά το Άγιον Βήμα, ο δε Αρχιδιάκονος, διά την οικείαν θέσιν του, πρό των βαθμίδων.
    Οι λοιποί Ιερείς και Διάκονοι, παραμένουν εις τας θέσεις των
    ακίνητοι.
    Ενταύθα, άρχεται η Θεία Λειτουργία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. 3) Θ Ε Ι Α Λ Ε Ι Τ Ο Υ Ρ Γ Ι Α

    Ως προελέχθη, ο Αρχιδιάκονος, ίσταται πρό των βαθμίδων του Α-γίου Βήματος και ολίγον εστραμμένος προς τα αριστερά, ατενίζων την Εικόνα του Δεσπότου Χριστού εις το Τέμπλον, αποκαλύπτων την κεφαλήν και κρατών εις την αριστεράν του χείρα το Τρικήριον, εις δε την δεξιάν διά των δακτύλων, υψωμένον το Οράριον, εκφω-νεί μελωδικώς, το « Ευλόγησον Δέσποτα ». Ο α΄. Ιερεύς, πρό της Α-γίας Τραπέζης, έχων ποιήσει μετανοίας τρείς και ασπασθεί το Ιερόν Ευαγγέλιον, λέγει το « Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός…», υψών τούτο κατακορύφως, με την παράστασιν της Αναστάσεως, προς ανα-τολάς και δι’ αυτού, σχηματίζων Σταυρόν επί της Αγίας Τραπέζης, κατά τον ρυθμόν της απαγγελίας, εκάστης λέξεως.
    Ο Δεξιός Χορός, απαντά με « Αμήν ».
    Ο Αρχιδιάκονος, φορών το Καλυμμαύχιόν του, εκφωνεί τα « Ειρη-νικά », των Χορών ψαλλόντων εις εκάστην Δέησιν, το « Κύριε ελέη-σον ». Κατά την Δέησιν υπέρ του Αρχιεπισκόπου, ο Αρχιδιάκονος ο λειτουργός Ιερεύς και αμφότεροι οι Χοροί, στρέφονται ταυτοχρόνως προς τον επί του Θρόνου ιστάμενον Αρχιερέα, ποιούν σχήμα, εκείνου ευλογούντος αυτούς και τον λαόν, ενώ ο Δεξιός Χορός, λέγει εις την βάσιν του ήχου χαμηλοφώνως και χύμα, το « Κύριε ελέησον ».
    Εάν λειτουργούν πλείονες του ενός Αρχιερείς, μνημονεύεται πρώτος μέν ο προεξάρχων και μετ’ αυτόν οι λοιποί, του οικείου Αρχιερέως μνημονευομένου συνήθως τελευταίου, ως φιλοξενούντος τους λοιπούς, εφ’ όσον εννοείται, ούτος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  16. αποδέχεται την εφαρμογήν του κανόνος, της εν τη φιλοξενία αβρότητος. Άλλως, κατά κανονικήν ακρίβειαν, ο οικείος Ιεράρχης, δέον να μνημονεύεται πρώτος, ανεξαρτήτως σειράς πρεσβειών. Λεγομένου του « Της Παναγίας Αχράντου…», του απαγγέλ-λοντος Διακόνου στρεφομένου τώρα, προς την επί του Τέμπλου Ει-κόνα της Θεοτόκου, ο Αρχιερεύς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως από του Θρόνου, την Ευχήν του Α΄. Αντιφώνου. Την δε Εκφώνησιν « Ότι πρέ-πει Σοί πάσα δόξα…», λέγει ο ενώπιον της Αγίας Τραπέζης, ιστάμε-νος Ιερεύς. Με το πέρας της Εκφωνήσεως, Ιερεύς και Διάκονος, ποιούν ταυτοχρόνως, σχήμα τω Αρχιερεί. Είτα ο Διάκονος, επαν-έρχεται εις την θέσιν του, δεξιά του Θρόνου, αφού φθάνοντας ενώ-πιον αυτού, ποιήσει εν νέου σχήμα. Εν τω μεταξύ, οι Χοροί των Ψαλτών, ψάλλουν την Α΄. Στάσιν των Τυπικών ή το Α΄. Αντίφωνον
    μετά των στίχων αυτού.
    Των πρώτων Αντιφώνων, βαινόντων εις το τέλος, ο β΄. τη Τάξει Ιερεύς και αριστερά αυτού ο β΄. τη Τάξει Διάκονος, μετακινούνται ελαφρώς από την θέσιν των και έρχονται κατ’ ενώπιον του Αρχι-ερέως, ποιούντες σχήμα. Ακολούθως, μεταβαίνουν ο μέν πρό της Αγίας Τραπέζης, ο δε, πρό των βαθμίδων του Αγίου Βήματος, αφ’ όπου εκφωνεί το « Έτι και έτι…». Ο Αρχιερεύς, λεγομένου του « Της Παναγίας Αχράντου…», απαγγέλλει χαμηλοφώνως την Ευχήν του Β΄. Αντιφώνου. Την Εκφώνησιν « Ότι Σόν το κράτος…», ποιεί ο β΄. Ιε-ρεύς, ιστάμενος πρό της Αγίας Τραπέζης, ενώ ο Αριστερός Χορός, άρχεται της Β΄. Στάσεως των Τυπικών ή το Β΄. Αντίφωνον μετά των στίχων αυτού. Μετά την Εκφώνησιν, Ιερεύς και Διάκονος, ταυτο-χρόνως στρέφονται προς τον Αρχιερέα και ποιούν σχήμα, του Δια-κόνου επανερχομένου, εις το αριστερόν του Θρόνου, αφού ποιήσει ενώπιον αυτού σχήμα.
    Τελειουμένου του « Ο Μονογενής Υιός…», ο γ΄. Ιερεύς και ο γ΄. Διάκονος ή εν ελλείψει τοιούτου πάλιν ο β΄. Διάκονος, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί και απέρχονται, ο μέν εις το Άγιον Βήμα, ο δε, πρό των βαθμίδων αυτού, διά το « Έτι και έτι…». Την Ευχήν του Γ΄. Αν-τιφώνου, λέγει πάλιν ο Αρχιερεύς. Την Εκφώνησιν « Ότι αγαθός και φιλάνθρωπος…», ποιεί ο γ΄. Ιερεύς, ενώπιον της Αγίας Τραπέζης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  17. Είθ’ ούτως, στρέφεται μετά του Διακόνου προς τον Αρχιερέα, ποι-ούντες αμφότεροι ταυτοχρόνως σχήμα. Εν τω μεταξύ, εάν υπάρχουν και έτεροι Ιερείς, ιστάμενοι εκατέρωθεν του Θρόνου, ποιούν ανά δύο σχήμα τω Αρχιερεί και εισέρχονται διά της Ωραίας Πύλης, εις το Ιερόν. Τούτο πράττει και ο Διάκονος διά της νοτίου Πύλης, μετά το τελευταίον σχήμα, προς τον Αρχιερέα, ενώ ο Δεξιός Χορός, άρχεται ψάλλων τους Μακαρισμούς ή το Απολυτίκιον.

    Μ Ι Κ Ρ Α Ε Ι Σ Ο Δ Ο Σ

    Η Μικρά είσοδος, γίνεται ως εξής :
    Καθ΄ ήν στιγμήν ψάλλεται το « Δόξα…» των Μακαρισμών ή το Απολυτίκιον, ο α΄. Ιερεύς, ασπάζεται το Ιερόν Ευαγγέλιον και το
    παραδίδει εις τον Αρχιδιάκονον, ασπαζόμενον την δεξιάν του.
    Το Ευαγγέλιον κρατείται με τας δύο χείρας υπό του Διακόνου,
    έχοντος εις την δεξιάν παλάμην το Οράριον και με την παράστασιν
    της Αναστάσεως, προς την πλευράν των πιστών.
    Ακολούθως, άρχεται η λιτάνευσις εκ δεξιών της Αγίας Τραπέζης, γύρωθεν αυτής προς τα αριστερά.
    Του κρατούντος άνευ Καλυμμαυχίου το Ιερόν Ευαγγέλιον Αρχιδια-
    κόνου, προηγούνται κατά σειράν οι λαμπαδούχοι, τα Εξαπτέρυγα και οι Διάκονοι, φέροντες τα Δικηροτρίκηρα.
    Έπονται δε αυτού, ο α΄, Ιερεύς και μετ’ αυτόν, πάντες οι λοιποί, κατά σειράν των πρεσβειών και των Οφφικίων έκαστος, ασκεπείς.
    Εν τω μεταξύ και ενώ ο Δεξιός Χορός, άρχεται ψάλλων το « Δό-ξα…» των Μακαρισμών ή το Απολυτίκιον, ο Αρχιερεύς, κατέρχεται από του Θρόνου και μεταβαίνει εις το κέντρον του Σολέα. Εκεί ιστάμενος βλέπων προς ανατολάς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως, την Ευ-
    χήν της Εισόδου.
    Όταν η λιτάνευσις του Ιερού Ευαγγελίου, φθάσει εις τον Σολέα, ο κρατών τούτον Αρχιδιάκονος, έρχεται και ίσταται έμπροσθεν του Αρχιερέως, με μέτωπον προς αυτόν, προτείνων το Ιερόν Ευαγγέλιον και λέγων : « Ευλόγησον Δέσποτα, την Αγίαν Είσοδον ».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  18. Ο Αρχιερεύς ευλογεί την Είσοδον και ακολούθως, προσκυνεί το Ιερόν Ευαγγέλιον, αφού διά της δεξιάς αυτού χειρός, εγγίσει τούτον, ώστε ο Αρχιδιάκονος, να ασπασθεί την χείραν του.
    Οι έτεροι δύο Διάκονοι, οι κρατούντες τα Δικηροτρίκηρα, ίστανται εκατέρωθεν του Αρχιερέως, με τον κρατούντα το Τρικήριον δεξία και τον κρατούντα το Δικήριον αριστερά, αναμένοντες να τα παρα-δώσουν αμέσως εις τον Αρχιερέα, όταν αυτά ζητηθούν υπ’ αυτού και έχοντας τας κορδέλλας εστραμμένας προς το μέρον των.
    Εις την κατάλληλον στιγμήν και ενώ ο το Ιερόν Ευαγγέλιον κρα-τών Αρχιδιάκονος, ιστάμενος ενώπιον των βαθμίδων του Αγίου Βή-ματος και με μέτωπον προς ανατολάς εκφωνεί : « Σοφία, ορθοί » και εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα. Ο Αρχιερεύς, παραδίδει την Ράβδον εις τον α΄. Ιερέα, ζητεί και λαμβάνει υπό των Διακόνων τα Δικη-ροτρίκηρα και άρχεται ψάλλων ομού μετά των Ιερέων, το « Δεύτε προσκυνήσωμεν…», ευλογών συνάμα εις τα τέσσαρα σημεία του ορί-ζοντος, του Δεξιού Χορού, ψάλλοντος απαλά, το « Εις πολλά έτη Δέ-σποτα ».
    Μετά ταύτα, εισέρχονται άπαντες εις το Άγιον Βήμα, του Αρχιδια-κόνου κρατούντος θυμιατόν και θυμιώντος τους εισερχομένους, με
    πρώτον τον Αρχιερέα και είτα, κατά Τάξιν, τους λοιπούς Ιερείς.
    Ο Αρχιερεύς εισερχόμενος, παραδίδει τα Δικηροτρίκηρα εις τους Διακόνους, λαμβάνει δε παρά του α΄. αυτών το θυμιατόν, παρά δε του α΄. Ιερέως την Ράβδον και άρχεται ψάλλων το Απολυτίκιον, θυ-μιών κυκλοτερώς την Αγίαν Τράπεζαν, των δύο Διακόνων μετά των Δικηροτρικήρων, ισταμένων πάντοτε, απέναντι αυτού.
    Εάν υπάρχουν πλείονες Διάκονοι, συμπαρατάσσονται και ούτοι ανά δύο, εις δυάδας. Το θυμίαμα συνεχίζεται εις την Αγίαν Πρόθεσιν, από δε της Ωραίας Πύλης προς τας Εικόνας του Τέμπλου και προς τους δύο Διακόνους, τους Χορούς και τον λαόν, ενώ οι Χοροί, ψάλ-λουν τα κατά το Τυπικόν Απολυτίκια, εκτός του Κοντακίου, το ο-
    ποίον ψάλλει ο Αρχιερεύς, έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης.
    Εάν πρόκειται να τελεσθεί Μνημόσυνον, ο Αρχιερεύς, ψάλλει πρό
    του Απολυτικίου του Ναού, το « Μνήσθητι Κύριε, ως αγαθός….».
    Οι Ιερείς, λαμβάνουν τώρα θέσεις εκατέρωθεν της αγίας Τραπέζης κατά την σειράν των πρεσβειών, ήτοι ο α΄ Ιερεύς, αμέσως δεξιά του Αρχιερέως επί της δεξιάς πλευράς της Αγίας Τραπέζης, ο β΄. Ιερεύς αντιστοίχως εις τα αριστερά, ο γ΄. δεξιά, ο δ΄. αριστερά κ.ο.κ.
    Εάν Ιερουργεί μόνον είς Ιερεύς, ούτος καταλαμβάνει το αριστερόν μέρος της Αγίας Τραπάζης, έχων εις τα δεξιά του, τον λειτουργούν-τα Αρχιερέα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  19. Τ Ρ Ι Σ Α Γ Ι Ο Σ Υ Μ Ν Ο Σ

    Μετά το Κοντάκιον, το τέλος του οποίου λέγει ο Αριστερός Χο-ρός, ο Αρχιδιάκονος, ιστάμενος ήδη δεξιόθεν και ολίγον όπισθεν του Αρχιερέως, ποιών σχήμα, εξέρχεται εις την Ωραίαν Πύλην, απαγγέλ-λων το « Του Κυρίου δεηθώμεν ».
    Ο Αρχιερεύς, μετά το « Κύριε ελέησον » του Αριστερού Χορού, εκ-φωνεί το « Ότι Άγιος εί ο Θεός ημών…», του οποίου το τέλος « Και εις τους αιώνας των αιώνων », λέγει ο β΄. Διάκονος, όστις ίσταται αριστερά και ολίγον όπισθεν του Αρχιερέως, μεταβαίνων και ούτος εις την Ωραίαν Πύλην, με μέτωπον προς τον λαόν.
    Ο Δεξιός Χορός, άρχεται του Τρισαγίου Ύμνου, του Αρχιερέως ανα-γινώσκοντος εις επήκοον πάντων των κυκλούντων το Άγιον Θυσια-στήριον, τη Ευχήν του Τρισαγίου Ύμνου. Ταυτοχρόνως, ο β΄. Διά-κονος, λαμβάνει ανά χείρας το Δικήριον και το τοποθετεί επί του Ιερού Ευαγγελίου.
    Περατωθέντος και του β΄. Τρισαγίου, όπερ ψάλλει ο Αριστερός Χο-
    ρός, ο Αρχιερεύς και οι Ιερείς από κοινού, ψάλλουν τρίτον « Άγιος ο Θεός », απαραλλάκτως όπως τα δύο προηγούμενα.
    Ψαλλομένου τούτου, ο Αρχιερεύς, σταυρώνει διά του Δικηρίου
    χιαστί το Ιερόν Ευαγγέλιον. Ο β΄. Διάκονος, λαμβάνει παρά του Αρ-χιερέως το Δικήριον και το αποθέτει αριστερά της Αγίας Τραπέζης, ενώ ο Αρχιδιάκονος, τοποθετεί τώρα το Τρικήριον, επί του Ιερού Ευαγγελίου. Ο Δεξιός Χορός, ψάλλει τώρα το δ΄. « Άγιος ο Θεός », μετά το πέρας του οποίου, ο Αρχιερεύς και οι Ιερείς, ψάλλουν το ε΄., ενώ με το Τρικήριον, σταυρώνει και πάλιν χιαστί το Ιερόν Ευ-αγγέλιον. Τότε ο Αρχιδιάκονος, λαμβάνει εκ της χειρός του Αρχιε-ρέως το Τρικήριον, όπερ καθώς και το Δικήριον, παραδίδει εις δύο Υποδιακόνους, οι οποίοι διά των Πυλών, βορείας και νοτίας, έρ-χονται και ίστανται εκατέρωθεν της Ωραίας Πύλης, οι δε Χοροί των Ψαλτών, λέγουν τα « Δόξα, Και νύν, Άγιος Αθάνατος ».
    Ακολούθως οι Ιερείς, άρχονται ψάλλοντες το « Άγιος ο Θεός » του « Βήματος », ενώ ο Αρχιερεύς, εξερχόμενος εις την Ωραίαν Πύλην, παραλαμβάνει παρά των δύο Υποδιακόνων, των ισταμένων εκατέ-ρωθεν αυτής τα Δικηροτρίκηρα και εκφωνεί, το « Κύριε, Κύριε, επί-βλεψον εξ ουρανού…», κατερχομένων αμφοτέρων των Χορών εκ των στασιδίων των. Εις το τέλος, ευλογεί τον λαόν, του Δεξιού Χορού, ψάλλοντος εις την βάσιν του ήχου και ηπίως, το « Αμήν ».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  20. Μετά το τέλος της Ευχής αυτής, οι Ιερείς, συνεχίζουν ψάλλοντες το « Άγιος Ισχυρός » και ο Αρχιερεύς, επαναλαμβάνει το « Κύριε, Κύ-ριε…», στρεφόμενος ελαφρώς προς τα αριστερά. Ο Αριστερός Χο-ρός, ψάλλει εις το τέλος το « Αμήν » και οι Ιερείς συνεχίζουν το « Ά-γιος Αθάνατος », του Αρχιερέως επιλέγοντος πάλιν το « Κύριε, Κύ-ριε…», με ελαφράν στροφήν προς τα δεξιά, ενώ ο Δεξιός Χορός, ψάλλει το « Αμήν ». Οι Ιερείς, συνεχίζουν με το « Ελέησον ημάς » και ο Αρχιερεύς, παραδούς τα Δικηροτρίκηρα εις τους Υποδιακόνους, επιστρέφει ενώπιον της Αγίας Τραπέζης και ο Αρχιδιάκονος, εκφω-νεί από της Ωραίας Πύλης, το « Δύναμις ». Οι Χοροί ψάλλουν εναλ-λάξ το « Δύναμις », ενώ ο Αρχιερεύς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως, το « Άγιος ο Θεός….», όπερ επαναλαμβάνουν δύο ακόμη φοράς, δύο Ιε-ρείς, οι δε μετ’ αυτούς κατά σειράν, λέγουν τα « Δόξα, Και νύν, Ά-γιος Αθάνατος…». Ο Αρχιδιάκονος, λέγει προς τον Αρχιερέα « Κέλευ-σον Δέσποτα Άγιε ». Εκείνος στραφείς προς την Αγίαν Πρόθεσιν, με-ταβαίνει εκεί προπορευομένου του β΄. Διακόνου και λέγει « Ευλογη-μένος ο ερχόμενος…». Επιστρέφοντος δε αυτού, ο Αρχιδιάκονος, λέ-γει « Ευλόγησον Δέσποτα την άνω καθέδραν », εκείνου λέγοντος « Ευ-λογημένος εί ο καθήμενος…», στρεφόμενος προς το όπισθεν της Α-
    γίας Τραπέζης Σύνθρονον. Επιστρέφων δε, έμπροσθεν της Αγίας Τρα-
    πέζης, του Διακόνου ειπόντος το « Δύναμις », ο Αρχιερεύς, λέγει και πάλιν το « Άγιος ο Θεός…» χύμα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  21. Ε Ι Σ Τ Ο Σ Υ Ν Θ Ρ Ο Ν Ο Ν

    Ακολούθως ο Ποιμενάρχης, μεταβαίνει προς το όπισθεν της Αγί-ας Τραπέζης Σύνθρονον και ανέρχεται εις αυτό, των Ιερέων ιστα-
    μένων εκατέρωθεν αυτού, εις χαμηλότερον επίπεδον.
    Περατωθέντος του « Δύναμις », ο Αρχιδιάκονος, ποιήσας σχήμα και
    κρατών το Τρικήριον, εκφωνεί από της Ωραίας Πύλης, με μέτωπον
    προς τον λαόν, το « Κύριε σώσον τους ευσεβείς ». Τούτο ψάλλουν εν συνεχεία πρώτοι, από του Ιερού Βήματος ο Αρχιερεύς και οι Ιερείς, άπαντες όρθιοι. Είτα ο β΄. Διάκονος, επαναλαμβάνει ομοίως το « Κύ-ριε σώσον τους ευσεβείς » και είναι η σειρά του Δεξιού Χορού, να το ψάλλει. Εν συνεχεία, ο γ΄. Διάκονος, λέγει πάλιν « Κύριε σώσον τους ευσεβείς », το οποίον ψάλλει συνεχίζων την σειράν, ο Αριστε-ρός Χορός και ο δ΄. Διάκονος « Και επάκουσον ημών ». Τούτο ψάλ-λουν από του Συνθρόνου, ο Αρχιερεύς και οι Ιερείς.
    Ακολουθεί η υπό του Αρχιδιακόνου Εκφώνησις της Φήμης του Λειτουργούντος Αρχιερέως, την οποίαν επαναλαμβάνουν ψάλλοντες οι Ιερείς, του Αρχιερέως ευλογούντος αυτούς. Είτα, την Φήμην ψάλλει ο Δεξιός Χορός, οπότε ο Αρχιερεύς, κατερχόμενος του Συνθρόνου, μεταβαίνει προπορευομένων του α΄. και β΄. των Διακόνων, εις την Ωραίαν Πύλην και εκείθεν, ευλογεί τον λαόν σεμνώς, είτε κρατών εις μεν την αριστεράν χείρα την Ράβδον και εις την δεξιάν τον Σταυρόν, είτε μη κρατών τίποτε, αλλά δι’ αμφοτέρων των χειρών, ευλογών αυτόν. Επανερχόμενος δε, αποθέτει την Μίτραν και το Μέ-γα Ωμόφορον. Η Φήμη, ψάλλεται άπαξ, μόνον υπό του Δεξιού Χο-ρού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  22. Τ Α Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Μ Α Τ Α


    Ο Απόστολος, παραδίδεται εις τον Αναγνώστην, υπό του Αρχιερέ-
    ως και αναγιγνώσκεται υπ’ αυτού, από την πρώτην βαθμίδα του Αρχιερατικού Θρόνου. Εις περίπτωσιν όπου ο Απόστολος αναγινώ-σκεται υπό του Πρωτοψάλτου ή του Λαμπαδαρίου, τούτο γίνεται υπό των στασιδίων των εις τα Αναλόγιά των. Οι στίχοι αυτού, απαγγέλλονται με μέτωπον προς το Άγιον Βήμα, του Διακόνου, αν-τιφωνούντος αυτών, από της Ωραίας Πύλης.
    Μετά τους στίχους, ο Αναγνώστης στρέφει το μέτωπον προς τον λαόν και συνεχίζει το Ανάγνωσμα, ενώ ο Διάκονος, θυμιά την Αγίαν Τράπεζαν και τον λαόν, ηρέμα και χωρίς να δημιουργεί θόρυβον. Καθ’ ήν στιγμήν αναγιγνώσεται το Αποστολικόν Ανάγνωσμα, ο Αρχι-ερεύς ασκεπής, παραδίδει εις τον Αρχιδιάκονον, γονυπετή όντα ενώ-πιον της Αγίας Τραπέζης και λέγοντα « Ευλόγησον Δέσποτα τον Ευ-αγγελιστήν, του ενδόξου Αποστόλου και Ευαγγελιστού….», το Ιερόν Ευαγγέλιον, λέγων την Ευχήν « Ο Θεός διά πρεσβειών….». Ακολού-θως ο Αρχιδιάκονος, κρατών υψηλά το Ιερόν Ευαγγέλιον, μεταβαίνει λιτανευτικώς εις τον Άμβωνα, όπου και ανέρχεται, τοποθετών επί του Περιστερίου το Οράριον αυτού και επ’ αυτού, ανοικτόν το Ιε-ρόν Ευαγγέλιον και αναμένων.
    Περατωθείσης της αναγνώσεως του Αποστόλου, εξέρχεται εις την Ωραίαν Πύλην ο Αρχιερεύς, άνευ Ωμοφορίου, ασκεπής και κρατών την Ράβδον και ειρηνεύει τον Αναγνώστην, όστις προσέρχεται ενώ-πιον αυτού, ποιεί μετάνοιαν, ασπάζεται την δεξιάν του και παραδίδει το βιβλίον του Αποστόλου. Τούτον ο Αρχιερεύς, παραδίδει με την σειράν του, εις τον όπισθεν αυτού ευρισκόμενον Διάκονον ή Ιερέα.
    Παρά τον Αρχιερέα και δεξιά και χαμηλότερον αυτού, ίσταται ο β΄. Διάκονος, κρατών το Δικήριον. Ούτος, απαγγέλλει « Σοφία. Ορ-θοί ακούσωμεν…» του Αρχιερέως εκφωνούντος το « Ειρήνη πάσι ».
    Είτα ο επί του Άμβωνος Αρχιδιάκονος, λέγει « Εκ του κατά…» και ο δεξιά του Αρχιερέως Διάκονος, συμπληροί « Πρόσχωμεν ». Ο Δεξι-ός Χορός, ψάλλει χύμα το « Δόξα Σοί Κύριε, δόξα Σοί ».
    Και άρχεται η εμμελής απαγγελία του Ευαγγελίου, απάντων ακροω-μένων εν σιγή και κατανύξει. Μετά το πέρας του Ευαγγελίου, ο Αρχιερεύς, παραλαβών από τας χείρας του Διακόνου το Δικήριον, πρώτον μεν ειρηνεύει τον αναγνόντα το Ευαγγέλιον Αρχιδιάκονον, στρεφόμενον προς αυτόν και ποιούντα σχήμα, είτα τον λαόν, των Χορών ψαλλόντων τα εξής : Εάν προεξάρχει ο Μητροπολίτης της περιφερείας, ο Αριστερός Χορός, ψάλλει χύμα και εις την βάσιν του ήχου, το « Δόξα σοί Κύριε, δόξα Σοί » και ο Δεξιός Χορός, αργώς και μετά Μέλους, το « Εις πολλά έτη Δέσποτα ». Εάν προεξάρχει οιοσδήποτε άλλος Μητροπολίτης ή Επίσκοπος, ο Αριστερός Χορός, ψάλλει χύμα και εις την βάσιν του ήχου το « Εις πολλά έτη Δε-
    σποτα », ενώ ο Δεξιός Χορός, αργώς και εμμελώς, το « Δόξα Σοί Κύριε, δόξα Σοί ». Αυτό γίνεται προς τιμήν και δόξαν του οικείου Μητροπολίτου και αναδικνύει την διαφοράν, μεταξύ Ιεραρχών.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  23. Ορθότερον πάντων, είναι το να λέγεται το « Εις πολλά έτη », μόνον όταν το Ευαγγέλιον απαγγελθεί, υπό του Αρχιερέως, ως γίνεται τη Μεγάλη Πέμπτη, Μεγάλη Παρασκευή και εις την Ακολουθίαν της Αγάπης.
    Το « Εις πολλά έτη…» ή το « Δόξα Σοί Κύριε…», ψάλλονται τόσον αργά, ώστε το Μέλος να κρατήσει όσην ώραν θα χρειασθεί ο Αρχι-διάκονος, να κατέλθει του Άμβωνος, να διασχίσει τον Ναόν με υψω-μένον το Ιερόν Ευαγγέλιον και να έλθει έμπτοσθεν της Ωραίας Πύ-λης, ένθα το αναμένει ο Αρχιερεύς, όστις λαβών ανά χείρας το Ιε-ρόν Ευαγγέλιον, σταυρώνει δι’ αυτού τον λαόν και εισελθών εις το Άγιον Βήμα, αποθέτει τούτο, επί της Αγίας Τραπέζης και περιβάλ-λεται το Μικρόν Ωμοφόριον, υπεράνω του Εγκολπίου και του Σταυ-ρού.

    Η Θ Ε Ι Α Λ Ε Ι Τ Ο Υ Ρ Γ Ι Α

    Ο Αρχιερεύς, εκφωνεί « Όπως υπό του κράτους σου…» και ενώ ο Δεξιός Χορός άρχεται ψάλλων τον Χερουβικόν Ύμνον, ο Αρχιε-ρεύς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως την Ευχήν « Ουδείς άξιος…», εις επί-κοον των Ιερέων και Διακόνων. Ακολούθως, απαγγέλλει το « Οι τα Χερουβείμ…», του Αρχιδιακόνου λέγοντος « Ταις Αγγελικαίς…».
    Τούτο επαναλαμβάνει ο α΄. Ιερεύς και ο β΄. Διάκονος, ο β΄. Ιερεύς και ο γ΄. Διάκονος. Ακολούθως, προσφέρεται εις τον Αρχιερέα παρα-τύπως η Μίτρα και το θυμιατόν, καθώς και η Ράβδος. Λέμε παρα-τύπως, διότι εις τον Πατριαρχικόν Ναόν, ο Πατριάρχης ή οιοσδήπο-τε άλλος Αρχιερεύς, θυμιούν πάντοτε άνευ Μίτρας. Άρχεται λοιπόν το θυμίαμα, των δύο Διακόνων μετά Δικηροτρικήρων, ισταμένων κατέναντι αυτού, όπισθεν της Αγίας Τραπέζης και μετακινουμένων αναλόγως, γύρωθεν αυτής. Εάν υπάρχουν πλείονες των δύο Διάκονοι, ούτοι κρατούντες ανά χείρας τον Σταυρόν, παρατάσσονται παρα-πλεύρως, των δύο πρώτων Διακόνων και μετακινούνται μετ’ αυτών. Ακολούθως οι Διάκονοι εξέρχονται διά της Ωραίας Πύλης και κα-τέρχονται τας βαθμίδας του Βήματος, στρεφόμενοι προς το Ιερόν. Ο Αρχιερεύς, εξέρχεται διά να θυμιάσει τας Εικόνας του Τέμπλου και τον λαόν, όταν ο Δεξιός Χορός, φθάσει εις το « Τριάδι ».
    Σημειωτέον, ότι εάν ο Αρχιερεύς, δεν έχει τελέσει την Πρόθεσιν, τότε εξέρχεται προς θυμίαμα των Εικόνων, πολύ ενωρίτερον. Περί-που εις την αρχήν του « Χερουβικού ».

    ΑπάντησηΔιαγραφή

  24. Μετά το θυμίαμα εκ νέου της Αγίας Τραπέζης, της Προθέσεως, των Ιερέων και των εντός του Βήματος ευρισκομένων, ο Αρχιερεύς, αποβάλλει την Μίτραν, δίδει την Ράβδον και ποιών τρείς μετανοίας, προσκυνεί το Άγιον Αντιμήνσιον και την Αγίαν Τράπεζαν και λαμ-
    βάνει συγχώρησιν, παρά των Αδελφών και συλλειτουργών αυτού.
    Ακολούθως, νίπτει τας χείρας από Χερνιβοξέστου, όπερ προσάγουν προς αυτόν, δύο Υποδιάκονοι και ζητεί συγχώρησιν από τον λαόν, δίδων και αυτός συγχώρησιν εις πάντας και κατευθύνεται προς την Πρόθεσιν. Τούτ’ αυτό, ποιούν και οι Ιερείς, χωρίς όμως να νίψουν τας χείρας των. Ακολουθεί η τέλεσις της Προθέσεως, εφ’ όσον εν-νοείται, δεν έχει τελεσθεί αύτη, κατά την διάρκειαν του Όρθρου.
    Άλλως ο Αρχιερεύς, αφού προσκυνήσει τα Τίμια Δώρα, παραδίδει τον Αέρα εις τον Αρχιδιάκονον και τον Δίσκον, ενώ το Άγιον Πο-τήριον, δίδεται εις τον α΄. Ιερέα. Εις τους λοιπούς Ιερείς, παραδίδει ανά έν των μικρών σκευών, ενώ εις τον β΄. Ιερέα, έχει ήδη παρα-δώσει το Ωμοφόριόν του. Ούτως, άρχεται η Μεγάλη Είσοδος.

    Μ Ε Γ Α Λ Η Ε Ι Σ Ο Δ Ο Σ

    Προηγούνται λαμπαδούχοι και τα Εξαπτέρυγα και έπονται οι Διά-κονοι, κρατούντες τα Δικηροτρίκηρα, ο β΄. Ιερεύς ο κρατών το Ω-μοφόριον, ο α΄. Ιερεύς ο φέρων το Ποτήριον και ακολουθούν οι λοι-ποί Ιερείς, κατά τα πρεσβεία. Κατά την διάρκειαν της Μεγάλης Ει-σόδου, ο Διάκονος, εκφωνεί αργά και μετά Μέλους, το « Πάντων ημών…». Εάν πρόκειται διά μεγάλον Ναόν και η απόστασις από της βορείας Πύλης του Ιερού Βήματος, μέχρι της Ωραίας Πύλης, είναι μεγάλη, είθισται εκάστην φράσιν του Διακόνου, να επαναλαμ-βάνει αργά, ο α΄. Ιερεύς. Εάν η απόστασις είναι μικρά, παρέλκει η επανάληψις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  25. Της πομπής ελθούσης εις τον Σολέα, ο μέν κρατών το Ωμοφόριον,
    τοποθετεί τούτο επί των ώμων του Αρχιερέως, αφού εκείνος ευλο-γήσει τον πόλον και τον ασπασθεί και ο προσφέρων ασπασθεί την δεξιάν του. Ο δε κρατών το θυμιατόν, παραδίδει τούτο εκ δεξιών
    προς τον Αρχιερέα, όστις θυμιά τον έμπροσθεν αυτού ελθόντα Αρχι-
    διάκονον, εκφωνούντα « Της Αρχιερωσύνης σου μνησθείη…» και πα-
    ραδίδοντα εις χείρας του, το Άγιον Δισκάριον. Οι υπόλοιποι Ιερείς, ίστανται ο είς όπισθεν του άλλου, εις την αρχήν του Σολέα.
    Ο Αρχιερεύς, μνημονεύει των ζώντων και τοποθετεί το Δισκάριον, επί της Αγίας Τραπέζης, του Χορού λέγοντος « Αμήν ».
    Είτα ο α΄. Ιερεύς, αρχόμενος βαδίζειν προς τον Αρχιερέα, κρατών το Άγιον Ποτήριον, λέγει εκφώνως « Της Αρχιερωσύνης σου μνησθεί-η..» και ο Αρχιερεύς, θυμιά τούτον ερχόμενον. Είτα παραλαμβάνει το Άγιον Ποτήριον και μνημονεύει των κεκοιμημένων, μέχρι τέλους. Τε-λειώσας, απευθύνεται προς τους Ιερείς και Διακόνους, λέγων « Της Ιερωσύνης και Διακονίας υμών, μνησθείη…», ενώ εκείνοι υποκλινό-μενοι ελαφρώς, απαντούν « Της Αρχιερωσύνης σου μνησθείη…». Είτα, εισέρχονται πάντες εις το Άγιον Βήμα, καταλαμβάνοντες τας εκατέ-ρωθεν της Αγίας Τραπέζης θέσεις αυτών, ενώ ο Αρχιερεύς, αποθέτει επί της Αγίας Τραπέζης και το Άγιον Ποτήριον. Κατόπιν λαμβάνει από του ώμου του Αρχιδιακόνου τον Αέρα και καλύπτει δι’ αυτού, αμφότερα τα Τίμια Δώρα, λαμβάνων δε το θυμιατόν, θυμιά τρίς αυ-τά, λέγων « Τότε ανοίσουσιν…» και στραφείς προς τους Ιερείς, λέγει « Μνήσθητέ μου αδελφοί και συλλειτουργοί ». Εκείνοι, υποκλινόμενοι ελαφρώς, απαντούν « Της Αρχιερωσύνης σου μνησθείη..». Τότε ο Αρ-χιδιάκονος, λέγει « Εύξαι υπέρ ημών, Δέσποτα Άγιε ». Ο Αρχιερεύς απαντά « Πνεύμα Άγιον, επελεύσεται εφ’ υμάς…». Ο Αρχιδιάκονος
    « Αυτό το Πνεύμα…Μνησθείη ημών Δέσποτα Άγιε ». Και ο Αρχιε-ρεύς, προτείνων τας χείρας του εις ασπασμόν υπό των Ιερέων και Διακόνων, λέγει « Της Ιερωσύνης και της Διακονίας υμών, μνησθείη Κύριος ο Θεός…».
    Είτα ο Αρχιερεύς, λαμβάνει το Δικήριον και ενώ ο Διάκονος, έχει εξέλθει ήδη εκ της Ωραίας Πύλης και ευρίσκεται κάτω των βαθ-μίδων, ακολουθεί και ευλογών τον λαόν, ακούει υπό του Δεξιού Χορού χύμα, το « Εις πολλά έτη Δέσποτα » και παραδίδει τούτο τω Διακόνω, οστις ασπάζεται την δεξιάν αυτού και άρχεται των Πλη-ρωτικών.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  26. Α Σ Π Α Σ Μ Ο Σ

    Την Εκφώνησιν « Διά των οικτιρμών…», λέγει ο α΄. Ιερεύς κατό-
    πιν ευλογίας του λειτουργούντος Αρχιερέως, όστις ειρηνεύει ακολού- θως. Εις το « Αγαπήσωμεν αλλήλους…», ο Αρχιερεύς, πρώτος ποιών τρείς μετανοίας, ασπάζεται τα Τίμια Δώρα και παραχωρεί την θέσιν του εις τους Ιερείς, οίτινες ερχόμενοι άπαντες εξ αριστερών της Α-γίας Τραπέζης, κατά την σειράν των πρεσβειών, ποιούν έκαστος μί-αν μετάνοιαν, ασπάζονται και αυτοί τα Τίμια Δώρα και στρεφόμε-
    νοι προς τον ολίγον όπισθεν ιστάμενον Αρχιερέα, ασπάζονται αυτόν, τρίς, ως εξής :
    Λαμβάνουν ανά χείρας την δεξιάν του και κύπτουν ασπαζόμενοι τούτον εις τους ώμους, πάνω εις το Ωμοφόριον τρείς φοράς, τούτου ανταποδίδοντος αυτοίς τον αυτόν ασπασμόν και λέγοντος « Ο Χριστός εν τω μέσω ημών…». Ακολούθως, ασπάζονται ούτοι το Εγκόλπιον του Αρχιερέως και την δεξιάν του. Εν συνεχεία, έκαστος αυτών πα-ρατάσσεται εις τα δεξιά του Αρχιερέως, αναμένων τον επόμενον, διά να ανταλλάξει μετ’ αυτού ασπασμόν, μέχρι και του τελευταίου Ιε-ρέως. Το αυτό πράττουν εξερχόμενοι εις τον Σολέα και οι Διάκονοι μεταξύ των. Κατά την ώραν του Ασπασμού, ο Δεξιός Χορός, ψάλλει το « Αγαπήσω σε Κύριε, η ισχύς μου…». Εάν συλλειτουργούν πολ-λοί, το Μέλος τούτο, ψάλλεται αργόν, ώστε να προφθάσει να γίνει ανέτως ο Ασπασμός, διαρκούντος του Μέλους.
    Ακολούθως ο Διάκονος, εκφωνεί « Τας θύρας, τας θύρας…» και ο Αναγνώστης, απαγγέλλει το « Πιστεύω…». Τελευταίως, επικρατεί συ-νήθεια, να στρέφεται ο Διάκονος προς τον λαόν, να κινεί τας χείρας ρυθμικώς και ούτω να δίδει το σύνθημα, διά την από κοινού, υπό παντός του πληρώματος απαγγελίαν, του Συμβόλου της Πίστεως. Τότε ο Αρχιερεύς, κύπτει την κεφαλήν μεταξύ των Τιμίων Δώρων και οι Ιερείς, έχοντες εν τω μεταξύ ολοκληρώσει τον Ασπασμόν και επανέλθει εις τας οικείας θέσεις, κρατούν υπεράνω της κεφαλής του Αρχιερέως τον Αέρα, κινούντες αυτόν ελαφρώς, καθ’ ήν ώραν ο Αρ-χιερεύς, απαγγέλλει χαμηλοφώνως το « Πιστεύω..» και κρατών με τας δύο χείρας το Δισκάριον και το Ποτήριον, με τα οποία ποιεί το σχήμα του Σταυρού, κινών αυτά ταυτοχρόνως επί του Αντιμηνσίου. Όταν ο Αναγνώστης, ο απαγγέλλων το « Πιστεύω…», φθάσει εις την φράσιν « Και ανελθόντα εις τους ουρανούς…», τότε ο μέν Αρχιερεύς, κινείται ελαφρώς προς τα οπίσω, εξάγων την κεφαλήν αυτού εκ του « Αέρος », όν ασπάζεται, οι δε κρατούντες τον Αέρα Ιερείς, αποσύ-ρουν αυτόν εκ της κεφαλής αυτού εκ των όπισθεν. Είς των Ιερέων, λαμβάνει τον Αέρα, τον διπλώνει προσεκτικώς, τον παραδίδει δε εις τον Αρχιερέα, όστις δι’ αυτού, ριπίζει τα Άγια, όταν ο Διάκονος εκφωνεί « Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου…».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  27. Α Ν Α Φ Ο Ρ Α

    Περατωθέντος του « Έλεον ειρήνης…» υπό του Δεξιού Χορού, ο Αρ-χιερεύς, στρεφόμενος προς τον λαόν, ευλογεί αυτόν λέγων « Η χάρις του Κυρίου ημών…». Οι Χοροί απαντούν διά του « Και μετά του πνεύματός σου », ενώ ο Αρχιερεύς, κλίνει ελαφρώς τον αυχένα. Είτα υψών αμφοτέρας τας χείρας, λέγει « Άνω σχώμεν τας καρδίας », του
    Χορού απαντώντος « Έχομεν προς τον Κύριον ». Ο Αρχιερεύς, λέγει
    « Ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω », στρεφόμενος ελαφρώς, προς την Ει-κόνα του Κυρίου εις το Τέμπλον και του Χορού απαντώντος « Άξιον και δίκαιον ». Της Ευχής ολοκληρωθείσης, ο Αρχιερεύς εκφωνεί « Τον επινίκιον ύμνον…», ενώ ο Αρχιδιάκονος, αφαιρεί τον Αστερίσκον επάνωθεν του Δισκαρίου, όν και επιμελώς, πλήν συντόμως και Ιερο-πρεπώς, καθαρίσας από των ψυχίων, προσφέρει προς ασπασμόν εις τον Αρχιερέα και αποθέτει επί των καλυμμάτων. Ψαλλομένου του « Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ…», ο Αρχιερεύς, αναγινώσκει χαμηλοφώνως την Ευχήν « Μετά τούτων και ημείς…» και με το τέ-λος αυτής, εκφωνεί « Λάβετε, φάγετε…», του Χορού απαντώντος « Α-μήν ». Ακολούθως, εκφωνεί « Πίετε εξ’ αυτού πάντες…», του Χορού ομοίως απαντώντος « Αμήν ».
    Μετά το δεύτερον « Αμήν », ο Αρχιερεύς, επεύχεται « Μεμνημένοι τοίνυν…» και εκφωνεί « Τα Σά εκ των Σών…». Καθ’ ήν ώραν λέγει ταύτα, υψοί σταυροειδώς διά των χειρών αυτού, Δισκάριον και Πο-τήριον, ενώ πάντες κλίνουν μόνον τον αυχένα, ουχί δε και τα γόνα-τα, καθώς και ο Αρχιερεύς, όστις, ψαλλομένου χαμηλοφώνως του
    « Σε υμνούμεν…», ώστε να ακούγονται ευκρινώς αι Ευχαί, επεύχε-ται με την κεφαλήν κεκλιμένην, το « Έτι προσφέρομέν σοι…», μέχρι του «…και επί τε προκείμενα Δώρα ταύτα ». Ακολούθως ο Αρχιδιά-κονος, λέγει « Ευλόγησον Δέσποτα τον Άγιον Άρτον » και ο Αρχιε-ρεύς, ευλογών τον Άρτον, λέγει « Και ποίησον τον μέν Άρτον τού-τον…». Αρχιερεύς και Αρχιδιάκονος, λέγουν αμφότεροι « Αμήν », ο είς μετά τον άλλον. Ακολούθως ο β΄. Διάκονος, λέγει « Ευλόγησον Δέ-σποτα το Άγιον Ποτήριον…» και ο Αρχιερεύς, ευλογών τούτο, λέγει « Το δε εν τω Ποτηρίω τούτω…» επιλέγων « Αμήν », όπερ επανα-λαμβάνει και ο Διάκονος αντιφωνικώς, ενώ ο Αρχιερεύς, συνεχίζει την Ευχήν « Ώστε γενέσθαι…».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  28. Ενταύθα, θα πρέπει να διασαφηνισθεί το θέμα της γονυκλισίας εις το « Σε υμνούμεν ». Εις την πάλαι ποτέ Βασιλίδα των Πόλεων, οι πιστοί γονατίζουν. Το Πηδάλιον όμως, σαφέστατα αναφέρει ότι « εν ημέρα Κυριακή, επέτειον της του Χριστού Αναστάσεως και ως εκ τούτου ημέρα χαράς και αγαλλιάσεως, ου κλίνει γόνυ ». Μάλιστα, αναφέρει μέχρι και αφορισμόν του παραβάτου. Άλλοι πάλι, ως ο καθηγητής Β. Αναγνωστόπουλος, υποστηρίζουν άλλα. Τι απ’ όλα αυ-τά, ισχύει ;;;
    Πληρωθέντος του « Σε υμνούμεν…», ο Αρχιερεύς, εκφωνεί « Της Πα-
    ναγίας Αχράντου…» και θυμιά τα Δώρα, τους Ιερείς και τους Δια-κόνους. Εις δε τον Αρχιδιάκονον, παραδίδει το θυμιατόν. Ούτος, λαμ-βάνων αυτό εκ της χειρός του Αρχιερέως, ασπάζεται αυτήν, θυμιά τρίς τον Αρχιερέα, υποκλινόμενον ελαφρώς και μεταβαίνει όπισθεν της Αγίας Τραπέζης, ένθα μνημονεύει των κεκοιμημένων κτιτόρων του Ιερού Ναού, των ευεργετών, δωρητών και ών βούλεται. Τούτο πράττουν και άπαντες οι κυκλούντες την Αγίαν Τράπεζαν μυστικώς, ενώ ο Αρχιερεύς, συνεχίζει την ανάγνωσιν της οικείας Α΄. Ευχής. Μετά το πέρας της αναγνώσεως, προσφέρονται προς ευλογίαν τω Αρχιερεί, τα κάνιστρα με το Αντίδωρον. Ο Αρχιερεύς, λαμβάνει έκα-στον αυτών, το ευλογεί ενώπιον των Τιμίων Δώρων και το επιστρέ-φει εις τον δόντα, ενώ ο Δεξιός Χορός, ψάλλει το « Άξιόν εστιν…». Τούτου πληρωθέντος, ο Αρχιερεύς μόνος, εκφωνεί « Εν πρώτοις, μνή-σθητι Κύριε της Ιεράς ημών Συνόδου, της ορθοτομούσης τον λόγον της αληθείας », των λοιπών πάντων σιωπώντων. Μετά ταύτα, οι Ιε-ρείς, εκφωνούν από κοινού πάντες « Εν πρώτοις, μνήσθητι Κύριε του Αρχιεπισκόπου ημών…. όν χάρισαι…και ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας », του Αρχιερέως με κλίσιν της κεφαλής, υποδεχομένου την υπέρ αυτού Δέησιν του Πρεσβυτερίου.
    Ενταύθα, θα πρέπει να σημειωθεί, ότι πλείστοι όσοι Αρχιερείς και Ιερείς λέγουν : « …και ορθοτομούντα, τον λόγον της Σής αληθείας ».
    Πράγμα ακατανόητον, εάν αναλογισθώμεν, ότι η Αλήθεια είναι μία και μόνη. Αυτή του Ενός και Μοναδικού Θεού και ότι δεν υπάρ-χουν αλήθειες διαφόρων, οπότε θα έπρεπε να ξεχωρίζονται ( δική μου, δική σου και δική του αλήθεια ).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  29. ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ

    Ο Αρχιδιάκονος, εξελθών εις την Ωραίαν Πύλην, αναγινώσκει επί Αρχιερατικής Συλλειτουργίας ή επί επισήμων Λειτουργιών, τα Δί-πτυχα, ως εξής : « Βαρθολομαίου του Παναγιωτάτου και Οικουμενι-κού Πατριάρχου…κ. ο. κ.». Τελευταίον, αναφέρεται το όνομα του λει-τουργούντος Ιεράρχου και συνεχίζεται «…του και προσκομίζοντος τα Τίμια Δώρα ταύτα, Κυρίω τω Θεώ ημών, υπέρ ειρήνης και κατά-στάσεως του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των Αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως, σωτηρίας τε και βοηθείας του περιεστώτος λαού. Και ών έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάν-των και πασών ». Είτα δε ο γ΄, Ιερεύς, εκφωνεί το « Και δός ημίν εν ενί στόματι…».
    Ο Αρχιερεύς, παραλαβών το Τρίκηρον, εξέρχεται και ευλογεί τον λαόν, λέγων « Η χάρις του Κυρίου ημών…», παραδίδει δε τούτο εις τον β΄. Διάκονον, όστις ευρίσκεται έμπροσθεν των βαθμίδων του Ιε-ρού Βήματος, ενώ οι Χοροί, λέγουν χύμα το « Εις πολλά έτη Δέσπο-τα ». Ο Διάκονος, εκφωνεί τα Πληρωτικά και μετά ταύτα ο Αρχιε-ρεύς, αναγινώσκει χαμηλοφώνως την ευχήν « Σοί παρακατατιθέμε-
    θα…» και ο δ΄. Ιερεύς, το « Και καταξίωσον ημάς Δέσποτα…».
    Το « Πάτερ ημών…», απαγγέλλεται υπό του Αναγνώστου ή υπό παν-
    τός του λαού. Το δε « Ότι Σού εστιν…», εκφωνεί κατόπιν ευλογίας, ο ε΄. Ιερεύς. Απαγγελλομένης της Κυριακής Προσευχής, οι Διάκονοι πάντες, τοποθετούν το Οράριόν των σταυροειδώς. Ο Αρχιερεύς, ευλογεί τον λαόν με το « Ειρήνη πάσι », ενώ ο Διάκονος, λέγει « Τας κεφαλάς ημών…». Το « Χάριτι και οικτιρμοίς…», λέγει ο στ΄. Ιερεύς λαβών ευλογίαν, ενώ ο Αρχιερεύς, αναγινώσκει χαμηλοφώνως την Ευχήν « Πρόσχες Κύριε…».
    Με το πέρας αυτής, ο Διάκονος εκφωνεί « Πρόσχωμεν » και ο Αρ-χιερεύς, λαβών και υψών τον Άγιον Άρτον και ποιών με αυτόν το σημείον του Σταυρού, υπεράνω του Δισκαρίου, λέγει « Τα Άγια τοις Αγίοις », του Χορού ψάλλοντος το « Είς Άγιος, είς Κύριος…».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  30. Τούτου ψαλλομένου, καθώς και του Κοινωνικού εν συνεχεία, γίνε-ται ο μελισμός του Άρτου τετραμερώς, η τοποθέτησις του ενός τε-ταρτημορίου, του φέροντος το μονόγραμμα IC εντός του Αγίου Πο-τηρίου, η ευλογία του ζέοντος και η έκχυσις αυτού. Μεθ’ ό, ο Αρ-χιδιάκονος, άρχεται απαγγέλλειν ευκρινώς και εις επίκοον των Λει-τουργών, τας Ευχάς της Θείας Μεταλήψεως, εναλλάξ μετά του β΄. Διακόνου. Το τελευταίον « Του Δείπνου σου του μυστικού…». Λέγει ο Αρχιερεύς, καθώς και άλλας περιστασιακάς Ευχάς, ως το « Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε…» κ.λ.π., προπαρασκευαστικάς της Θείας Μετα-
    λήψεως, ήτις γίνεται ως εξής :
    Πρώτος ο Αρχιερεύς, ποιεί τρείς μετανοίας, λέγων εις εκάστην το
    « Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ ». Ζητεί συγχώρησιν παρά των Συλλειτουργών και του λαού και προσερχόμενος, κοινωνεί του Αγίου Σώματος και είτα, του Αγίου Αίματος, λέγων τα επί τη περιστάσει λόγια. Ακολούθως και αφού αποθέσει και το Άγιον Ποτήριον, καλεί τους Ιερείς να προσέλθουν προς μετάληψιν, λέγων « Ιερείς του Κυ-ρίου προσέλθετε ».
    Έκαστος των Ιερέων, αφού ζητήσει συγχώρησιν παρά των Αδελ-
    φών αυτού και του λαού, προσέρχεται εκ του αριστερού μέρους της Αγίας Τραπέζης, έχων τας δύο χείρας ανοικτάς, με την δεξιάν πα-λάμην επί της αριστεράς, εις σχήμα Σταυρού, λέγων « Ιδού αναξίως προσερχομένω μετάδός μοι Δέσποτα… το αναξίω Πρεσβυτέρω, το Τίμιον και Πανάγιον και Πανακήρατον Σώμα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζω-ήν την αιώνιον » και λέγων ταύτα, υπερβαίνει εκ των όπισθεν τον Αρχιερέα και έρχεται εκ της δεξιάς του πλευράς, έτοιμος να λάβει τον Άγιον Άρτον, εκτείνων τας χείρας πλησίον του Αγίου Δισκαρίου και πάντως, επάνωθεν του Αντιμηνσίου. Ο Αρχιερεύς, μεταδίδων τε-μάχιον Αγίου Άρτου, λέγει « Ιδού προσερχομένω μεταδίδοταί σοι… τω ευλαβεστάτω Πρεσβυτέρω, το Τίμιον και Πανάγιον και Πανακή-ρατον Σώμα του Κυρίου..». Ο Ιερεύς, λαμβάνων το Άγιον Σώμα προ-σεκτικώς επί της δεξιάς παλάμης, κύπτων, ασπάζεται την δεξιάν χεί-ρα του Αρχιερέως και μετ’ ευλαβείας, αποσύρεται αργά και εκ δε-ξιών, όπισθεν της Αγίας Τραπέζης, ένθα προσεκτικώς και μετά κα-τανύξεως, καταλύει τον Άγιον Άρτον, όν έχει επί της παλάμης.
    Τούτο πράττουν με την σειράν των, άπαντες οι συλλειτουργοί Ιε-ρείς και μετ’ αυτούς δε, οι Διάκονοι. Εάν τις των μη λειτουργούν-των Ιερέων, βούλεται να κοινωνήσει, λαβών ευλογίαν παρά του Αρ-χιερέως, περιβάλλεται Επιτραχήλιον και λαμβάνει σειράν, μετά τους λειτουργούς Ιερείς και πρό των Διακόνων. Ακολουθούν οι Διάκονοι κατά την ιδίαν Τάξιν και μετά τούτους, οι μη λειτουργήσαντες Διά-κονοι. Εάν παρευρίσκεται έτερος Αρχιερεύς, όστις δεν συλλειτούργη-σε μετά των άλλων και βούλεται να κοινωνήσει, ούτος περιβάλλεται Επιτραχήλιον και Ωμοφόριον και προσέρχεται και μεταλαμβάνει Σώ-μα και Αίμα, πρό των συλλειτουργούντων Ιερέων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ευπρεπως...